Περίπου 14,3 εκατομμύρια Χιλιανοί ψηφίζουν από τις 08.00 έως 18:00 τοπική ώρα (13:00 έως 23:00 ώρα Ελλάδας) για τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών στις οποίες συμμετέχουν οκτώ υποψήφιοι, μεταξύ των οποίων έξι της κεντροαριστεράς.
Με τη θριαμβευτικό παράστημα του επιχειρηματία που όλα τα πετυχαίνει, ο Σεμπαστιάν Πινιέρα ή ο “Μπερλουσκόνι της Χιλής”, όπως μερικές φορές τον αποκαλούν τα μέσα ενημέρωσης, προηγείται σαφώς και δείχνει o επικρατέστερος esterow έτοιμος να κερδίσει μια νέα θητεία. Λαμβάνει το 34,5% των προθέσεων ψήφου στον πρώτο γύρο, σύμφωνα με δημοσκόπηση του Κέντρου Δημοσίων Μελετών (CEP) που δόθηκε στη δημοσιότητα στα τέλη Οκτωβρίου.
“Θέλω να είμαι ο πρόεδρος της ενότητας, της μεσαίας τάξης, των παιδιών και των ηλικιωμένων, των περιφερειών και των αγροτών”, δήλωσε ο δισεκατομμυριούχος στην τελευταία προεκλογική συγκέντρωση του.
Ακολουθούν ο σοσιαλιστής υποψήφιος Αλεχάντρο Γκιγιέ (15,4% των προθέσεων ψήφου) και η 46χρονη υποψήφια του Frente Amplio, ενός ευρύ συνασπισμού της ριζοσπαστικής αριστεράς, Μπεατρίς Σάντσες (8,5%) των οποίων τα ποσοστά στις δημοσκοπήσεις απέχουν μακράν από αυτό του Πινιέρα, αλλά ένας από τους δύο θα προκριθεί στον δεύτερο γύρο στις 17η Δεκεμβρίου.
“Η ιστορία θα δείξει ότι λήφθηκαν οι σωστές αποφάσεις”, είπε ο 64χρονος Γκιγιέ, που ακολουθεί τα χνάρια της Μπατσελέτ, η οποία αφήνει την προεδρία με το 23% των πολιτών να επιδοκιμάζει την πολιτική της.
Ο 67χρονος Σεμπαστιάν Πινιέρα είχε ήδη μια πρώτη προεδρική θητεία από το 2010 έως το 2014. Δεν μπορούσε να διεκδικήσει και δεύτερη, καθώς η νομοθεσία της χώρας απαγορεύει δύο συνεχείς θητείες.
Η πιθανή επιστροφή του στο προεδρικό μέγαρο La Moneda συμπίπτει με μια εποχή που το μεγαλύτερο μέρος της περιοχής –η Αργεντινή με τον Μαουρίτσιο Μάκρι, η Βραζιλία με τον Μισέλ Τέμερ, το Περού με τον Πέντρο Πάμπλο Κουζίνσκι– βαδίζει δεξιά, σηματοδοτώντας το τέλος ενός κύκλου για τη λατινοαμερικανική αριστερά.
Ωστόσο ο μεγιστάνας των επιχειρήσεων δεν θα βρει την ίδια Χιλή με αυτήν κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του: τα τελευταία χρόνια, αυτή η πολύ συντηρητική κοινωνία συνταράχθηκε από μια σειρά προοδευτικών κοινωνικών μεταρρυθμίσεων, όπως η νομιμοποίηση του γάμου των ομοφυλοφίλων και η αποποινικοποίηση της άμβλωσης, που προηγουμένως απαγορευόταν αυστηρά.
Αδιαφορία για τις εκλογές
Ίσως γιατί το αποτέλεσμα φαίνεται να είναι δεδομένο, η προεκλογική εκστρατεία δεν ενθουσίασε τα πλήθη στη χώρα, που είναι μια από τις πλουσιότερες της Λατινικής Αμερικής χάρη στις πρώτες ύλες της (χαλκός, λίθιο, πετρέλαιο …) αλλά σε οικονομική επιβράδυνση λόγω της πτώσης των τιμών.
“Αυτές οι εκλογές με αφήνουν παγερά αδιάφορο αν συγκρίνω με άλλες φορές. Ο κόσμος ασχολείται με άλλα πράγματα και έτσι δεν είδαμε τον ίδιο αναβρασμό που βλέπουμε συνήθως κατά τη διάρκεια των εκλογών”, δήλωσε στο AFP ο Μάρκος Νταβίλα, συνταξιούχος καθηγητής διαβάζοντας την εφημερίδα του σε έναν πεζόδρομο στο Σαντιάγκο.
Για τη 19χρονη φοιτήτρια Καταλίνα Γκασκόν, στην εκστρατεία αυτή “τα πιο σημαντικά θέματα είναι η εκπαίδευση και το συνταξιοδοτικό σύστημα”, δύο κληρονομιές του δικτάτορα Αουγκούστο Πινοτσέτ (1973-1990) τις οποίες η κυβέρνηση Μπατσελέτ προσπάθησε να μεταρρυθμίσει.
Πρόσφατος εκλογικός νόμος μείωσε τον ενθουσιασμό των ψηφοφόρων, απαγορεύοντας τη διαφήμιση για τους υποψηφίους στους δρόμους και περιορίζοντας δραστικά τις δαπάνες της προεκλογικής εκστρατείας, ενώ στις προηγούμενες εκλογές οι αφίσες των κομμάτων κάλυπταν έως και τα φανάρια στους δρόμους.
Οι ειδικοί προβλέπουν ότι η ψηφοφορία της Κυριακής μπορεί να χαρακτηριστεί από μια ιστορικά χαμηλή συμμετοχή, γύρω στο 40%.
Στη Χιλή, χώρα όπου το ποσοστό της αποχής είναι το υψηλότερο στη Λατινική Αμερική, “η αδιαφορία των πολιτών για τις εκλογές είναι ένα πρόβλημα που διαρκεί από τη δεκαετία του 1990, αλλά οξύνθηκε από τότε που η ψήφος έπαψε να είναι υποχρεωτική” το 2012, υπογράμμιζε πρόσφατα το Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών για την Ανάπτυξη (UNDP). “Ο πολίτης έχει αποστασιοποιηθεί από την πολιτική” λόγω των “προβλημάτων διαφθοράς και έλλειψης εμπιστοσύνης” στους θεσμούς, διευκρίνιζε.
Παράλληλα με τις προεδρικές εκλογές, οι Χιλιανοί καλούνται στις κάλπες για την ανανέωση μεγάλου μέρους της Βουλής, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η δεξιά αναμένεται να αυξήσει την κοινοβουλευτική της δύναμη, χωρίς να λάβει την απόλυτη πλειοψηφία.