Δεν ήταν και τόσο ανώδυνες οι κινητοποιήσεις για όλους τους κατοίκους του Χονγκ Κονγκ. Ουκ ολίγοι εμφανίζουν συμπτώματα μετατραυματικής αγχώδους διαταραχής ως συνέπεια των διαδηλώσεων.
Σχεδόν ένας στους τρεις ενήλικες στο Χονγκ Κονγκ εμφάνισε συμπτώματα μετατραυματικής αγχώδους διαταραχής ή διαταραχής μετατραυματικού στρες (γνωστή και ως PTSD) κατά την περίοδο των συχνά βίαιων κινητοποιήσεων των φιλοδημοκρατικών διαδηλωτών στην πόλη, σύμφωνα με μια έρευνα που δημοσιεύεται σήμερα από την επιστημονική επιθεώρηση Lancet.
Εξάλλου, σχεδόν ένας στους δέκα είχε συμπτώματα κατάθλιψης, που ομοιάζουν με εκείνα που παρατηρούνται σε περιοχές ένοπλων συγκρούσεων ή έπειτα από τρομοκρατικές επιθέσεις, προέκυψε από την δεκαετή έρευνα, την οποία πραγματοποίησαν επιστήμονες από το πανεπιστήμιο του Χονγκ Κονγκ.
Η παρουσία συμπτωμάτων PTSD ήταν έξι φορές υψηλότερη σε σχέση με την περίοδο μετά τις τελευταίες φιλοδημοκρατικές διαδηλώσεις του “Κινήματος των Ομπρελών” το 2014. Το Μάρτιο του 2015 το 5% των ενηλίκων εμφάνιζε συμπτώματα PTSD, ενώ το διάστημα Σεπτεμβρίου-Νοεμβρίου 2019 το ποσοστό αυτό είχε ανέλθει σε σχεδόν 32%.
Η αύξηση αναλογεί σε επιπλέον 1,9 εκατομμύριο ενήλικες με συμπτώματα PTSD σε μια πόλη 7,4 εκατομμυρίων κατοίκων.
Έως και 11% των ενηλίκων ανέφεραν συμπτώματα κατάθλιψης, από σχεδόν 2% που ήταν το αντίστοιχο ποσοστό πριν από τις διαδηλώσεις των Ομπρελών και 6,5% το 2017, εκτιμά η μελέτη.
“Ένας στους πέντε ενήλικες εμφανίζει πιθανή κατάθλιψη ή υποψίες για PTSD, κάτι που συγκρίνεται με εκείνους που βιώνουν ένοπλες συγκρούσεις, μεγάλων διαστάσεων καταστροφές ή τρομοκρατικές επιθέσεις”, σημειώνει η έρευνα.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν επίσης ότι η μεγάλη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης με στόχο την παρακολούθηση των κοινωνικο-πολιτικών γεγονότων αυξάνει τον κίνδυνο κατάθλιψης και PTSD.
Μπορεί να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της ψυχικής υγείας
“Το Χονγκ Κονγκ δεν διαθέτει τους απαραίτητους πόρους για να αντιμετωπίσει το υπερβολικό αυτό βάρος προβλημάτων ψυχικής υγείας”, δήλωσε ο καθηγητής Γκάμπριελ Λέουνγκ, ο πρύτανης της Ιατρικής Σχολής στο πανεπιστήμιο του Χονγκ Κονγκ, ο οποίος συνυπογράφει την έρευνα.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν πολυάριθμες έρευνες που πραγματοποιήθηκαν σε δείγμα 18.000 ανθρώπων κατά το διάστημα 2009-2019 στη μεγαλύτερη παγκοσμίως σε έκταση και διάρκεια έρευνα για τον αντίκτυπο που έχουν στην ψυχική υγεία του πληθυσμού οι κοινωνικές ταραχές.
Όπως προειδοποιούν, οι διαπιστώσεις τους πιθανόν να υποτιμούν την έκταση των προβλημάτων ψυχικής υγείας καθώς στην έρευνά τους δεν συμπεριέλαβαν πολίτες κάτω των 18 ετών που συνιστούν ένα μεγάλο μέρος των διαδηλωτών.
Το Χονγκ Κονγκ μαστίζεται επί επτά μήνες από ταραχές με εκατομμύρια διαδηλωτές στους δρόμους και συχνές βίαιες αντιπαραθέσεις με την αστυνομία, η οποία κάνει χρήση δακρυγόνων και σφαιρών από καουτσούκ, ενώ οι διαδηλωτές απαντούν με βόμβες μολότοφ.
“Με τις κοινωνικές αναταραχές να έχουν αυξηθεί το 2019 σε όλον τον κόσμο– ανάμεσά τους και σε μεγάλες πόλεις όπως η Βαρκελώνη, το Νέο Δελχί, το Παρίσι και το Σαντιάγο–το πώς επηρεάζουν οι κοινωνικές αναταραχές την ψυχική υγεία του πληθυσμού είναι ένα πολύ σημαντικό ζήτημα δημόσιας υγείας”, δήλωσε ο Μάικλ Νι από το πανεπιστήμιο του Χονγκ Κονγκ, ο οποίος επίσης συνυπογράφει την έρευνα.