Σύμφωνα με την υπηρεσία αυτή του ΟΗΕ, 503.484 ύποπτα κρούσματα και 1.975 θάνατοι που οφείλονται στη χολέρα έχουν καταγραφεί σ’ αυτή την κατεστραμμένη από τον πόλεμο χώρα.
Ο ΠΟΥ σημείωνει πάντως ότι η ταχύτητα με την οποία εξαπλώνεται η επιδημία έχει σαφώς επιβραδυνθεί από τις αρχές Ιουλίου, όμως προειδοποίησε πως η νόσος εξακολουθεί να προσβάλλει περίπου 5.000 ανθρώπους την ημέρα.
Στην Υεμένη μαίνεται ένας πόλεμος που φέρνει αντιμέτωπους την κυβέρνηση, που υποστηρίζεται από έναν αραβικό συνασπισμό υπό τη Σαουδική Αραβία, με τους αντάρτες Χούτι, που έχουν συμμαχήσει με μονάδες του στρατού οι οποίες παραμένουν πιστές στον πρώην πρόεδρο Άλι Αμπντάλα Σάλεχ και κατηγορούνται για σχέσεις με το Ιράν.
Έπειτα από μια πρώτη επιδημία πέρυσι, η χολέρα επανεμφανίσθηκε τον Απρίλιο σ’ αυτή τη φτωχή χώρα των 27 εκατομμυρίων κατοίκων, όπου η σύγκρουση περιπλέκει τις παραδόσεις φαρμάκων και την άφιξη της διεθνούς ανθρωπιστικής βοήθειας. Εκατομμύρια Υεμενίτες δεν έχουν πόσιμο νερό, κάτι που διευκολύνει τη διάδοση της επιδημίας.
«Το προσωπικό υγείας στην Υεμένη εργάζεται σε επικίνδυνες συνθήκες», αναφέρει σε ανακοίνωσή του ο επικεφαλής του ΠΟΥ Τέντρος Αντανόμ Γεμπρεγέσους.
«Χιλιάδες άνθρωποι είναι άρρωστοι, όμως δεν υπάρχουν αρκετά νοσοκομεία, φάρμακα, πόσιμο νερό», αναφέρει ακόμη προσθέτοντας πως πολλοί γιατροί και νοσηλευτές έχουν να πληρωθούν εδώ και σχεδόν έναν χρόνο.
Σύμφωνα με τον ΠΟΥ, πάνω από το 99% των προσώπων που προσβάλλονται από τη χολέρα μπορούν να επιβιώσουν, αν έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας. Όμως περισσότεροι από 15 εκατομμύρια Υεμενίτες δεν έχουν καμιά πρόσβαση σε στοιχειώδη περίθαλψη.
Ο Τέντρος κάλεσε τα μέρη της σύγκρουσης, που από τον Μάρτιο 2015 έχει ήδη στοιχίσει τη ζωή σε περισσότερους από 8.300 ανθρώπους, να αναζητήσουν επειγόντως μια πολιτική λύση.
«Οι Υεμενίτες δεν μπορούν πια να ανέχονται άλλο αυτή την κατάσταση. Έχουν ανάγκη την ειρήνη για να ανοικοδομήσουν τη ζωή και τη χώρα τους», υπογράμμισε.