Συγκροτείται σήμερα η νέα γερμανική βουλή ενώ το απόγευμα η καγκελάριος και οι υπουργοί της απαλλάσσονται από τα καθήκοντά τους από τον πρόεδρο της Δημοκρατίας, όμως παραμένουν ως υπηρεσιακή κυβέρνηση.
Το γερμανικό σύνταγμα προβλέπει ότι το αργότερο 30 μέρες μετά τις εκλογές πρέπει να έχει συσταθεί σε σώμα η νέα βουλή. Μετά τις εκλογές της 22ας Σεπτεμβρίου η καταληκτική ημερομηνία είναι η σημερινή 22α Οκτωβρίου. Όταν θα έχει συσταθεί σε σώμα η νέα βουλή, εκπνέει και η θητεία της νυν κυβέρνησης.
Μέχρι στιγμής όμως η νικήτρια των εκλογών Α. Μέρκελ και οι Χριστιανοδημοκράτες δεν έχουν βρει νέο κυβερνητικό εταίρο. Οι διερευνητικές επαφές με τους Πράσινους ναυάγησαν ενώ οι επίσημες διαπραγματεύσεις με τους Σοσιαλδημοκράτες ξεκινούν αύριο Τετάρτη.
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει επ΄ ουδενί ότι η Γερμανία μένει ακυβέρνητη, εξηγεί ο Τίμο Γκρούντεν, πολιτικός επιστήμονας από τον Πανεπιστήμιο του Γκίσεν: «Επί της ουσίας δεν συμβαίνει καταρχήν τίποτα. Η νυν κυβέρνηση παραμένει καταρχήν και ασκεί τα καθήκοντά της».
Το γερμανικό Σύνταγμα προβλέπει ότι όσο δεν υπάρχει νέα κυβέρνηση, η παλιά παραμένει μέχρις ότου σχηματιστεί η νέα κυβέρνηση. Η καγκελάριος και οι υπουργοί της είναι μάλιστα υποχρεωμένοι να συνεχίσουν να ασκούν τα καθήκοντά τους. Εδώ αναδεικνύεται και ο ιδιαίτερος ρόλος του προέδρου της Δημοκρατίας: πρέπει να συμβάλει ώστε να συγκροτηθεί μια σταθερή κυβέρνηση, και εάν χρειαστεί, να μεσολαβήσει μεταξύ των κομμάτων. Εάν αυτό δεν καταστεί δυνατό, τότε μπορεί να συναινέσει σε κυβέρνηση μειοψηφίας ή να προκηρύξει πρόωρες εκλογές.
Η υπηρεσιακή κυβέρνηση έχει τα ίδια δικαιώματα και υποχρεώσεις με μια «κανονική» κυβέρνηση. Συνεχίζει να εκπροσωπεί τη χώρα στο εξωτερικό και μπορεί να εκδίδει διατάγματα. Το σχόλιο του πολιτικού επιστήμονα: «Δεν έχουν δημοκρατική εντολή από τον νεοεκλεγέν κοινοβούλιο. Μπορεί να μην τους λείπει η νομιμοποίηση, αλλά η δημοκρατική νομιμοποίηση».
Μια μεταβατική κυβέρνηση όμως δεν είθισται να λαμβάνει αποφάσεις σε μείζονα πολιτικά ζητήματα, πόσο μάλλον να δεσμεύσει σε κάτι την επόμενη κυβέρνηση. «Μια υπηρεσιακή κυβέρνηση δεν θα δρομολογούσε μια διαφιλονικούμενη πρωτοβουλία, καθώς δεν γνωρίζει καν εάν έχει την πλειοψηφία στη βουλή. Σε περίπτωση που γινόταν κάτι τέτοιο η βουλή θα την έβαζε στη θέση της», εξηγεί ο κ. Γκρούντεν.
Τι γίνεται όμως στις περιπτώσεις που μια υπηρεσιακή κυβέρνηση καλείται εκ των πραγμάτων να πάρει θέση σε ένα μείζον πολιτικό ζήτημα; Όπως, για παράδειγμα, το 1998, όταν κλιμακώνονταν η κατάσταση στο Κοσσυφοπέδιο και οι ΗΠΑ έφερναν στο τραπέζι σενάρια στρατιωτικής επέμβασης. Η τότε κυβέρνηση του Χέλμουτ Κολ είχε χάσει τις εκλογές, ωστόσο η νέα συγκυβέρνηση Σοσιαλδημοκρατών και Πρασίνων δεν είχε αναλάβει ακόμη τα καθήκοντά της. «Τότε η υπηρεσιακή κυβέρνηση του Κολ κάθισε στο τραπέζι με την υπό σύσταση κυβέρνηση Σρέντερ για να συζητήσουν από κοινού τα επόμενα βήματα».
Σύμφωνα με αναλυτές, ο σχηματισμός της νέας γερμανικής κυβέρνησης αναμένεται το νωρίτερο στα τέλη Νοεμβρίου και αφού θα έχουν περάσει δύο μήνες μετά τις εκλογές. Την τελευταία φορά που συγκυβέρνησαν τα δυο μεγάλα κόμματα, το 2005, η νέα κυβέρνηση ορκίστηκε 65 μέρες μετά τις κάλπες.
Διαβάστε επίσης:
Πηγή Deutsche Welle