Ο Ευρωπαίος μπορεί να προσβλέπει σε ζωή πιο μακριά, υγιή και δραστήρια, χάρη στις συνεχείς προόδους στη βιοϊατρική, που έχουν ως αποτέλεσμα το μέσο προσδόκιμο κατά τη γέννηση ενός ανθρώπου στην Ευρωπαϊκή Ένωση να είναι σήμερα περίπου τα 81 έτη, εννέα χρόνια πάνω από το μέσο παγκόσμιο όρο.
Το προσδόκιμο ζωής του μέσου Ευρωπαίου προβλέπεται ότι στο μέλλον θα αυξάνεται κατά δύο χρόνια ανά δεκαετία. Αν αυτή η τάση όντως επιβεβαιωθεί, τότε – σύμφωνα με μια νέα μελέτη του Κοινού Κέντρου Ερευνών (Joint Research Centre – JRC) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Διεθνούς Ινστιτούτου Ανάλυσης Εφαρμοσμένων Συστημάτων – το 2060 το 32% του πληθυσμού της ΕΕ, δηλαδή σχεδόν ο ένας στους τρεις κατοίκους, θα είναι άνω των 65 ετών, έναντι ποσοστού 19% το 2015 και μόνο 13% το 1960.
Ζωή το έτος 2060
Επιπλέον, έως το 2060 η ΕΕ θα διαθέτει ένα μικρότερο εργατικό δυναμικό (215 εκατομμύρια έναντι 245 εκατομμυρίων το 2015), αλλά ακόμη καλύτερα μορφωμένο (το 59% θα έχει μετα – δευτεροβάθμια εκπαίδευση το 2060, έναντι 35% το 2015).
Όμως επειδή, αν και πιο μορφωμένοι, οι μελλοντικοί Ευρωπαίοι εργαζόμενοι θα είναι συνολικά λιγότεροι λόγω της γήρανσης του πληθυσμού, αυτό θα αποτελέσει μεγάλη πρόκληση για τα ασφαλιστικά – συνταξιοδοτικά συστήματα και το κράτος πρόνοιας. Λιγότεροι εργαζόμενοι θα πρέπει να υποστηρίζουν με τις εισφορές τους περισσότερους ηλικιωμένους και συνταξιούχους, οι οποίοι θα εξαρτώνται από τους πρώτους.
Η αναλογία ανενεργού – ενεργού πληθυσμού – δηλαδή ο βαθμός εξάρτησης των συνταξιούχων και λοιπών μη απασχολούμενων από τους εργαζόμενους – ήταν περίπου 1,05 στην ΕΕ το 2015 (δηλαδή 105 μη εργαζόμενοι ήσαν εξαρτημένοι από 100 εργαζόμενους) και προβλέπεται – με τις σημερινές τάσεις – να αυξηθεί στο 1,36 το 2060, αν και θα υπάρχουν μεγάλες διαφορές από χώρα σε χώρα.
Χώρες που συνδυάζουν υπογεννητικότητα, υψηλό προσδόκιμο ζωής και χαμηλή απασχόληση, θα έχουν το μεγαλύτερο πρόβλημα.
Για την Ελλάδα π.χ. προβλέπεται αναλογία 1,69 (169 μη εργαζόμενοι θα εξαρτώνται από 100 εργαζόμενους) και για την Ιταλία 1,72, ενώ στο άλλο άκρο θα βρίσκονται χώρες όπως η Σουηδία (1,04) και η Δανία (1,05).
Παράλληλα, προτείνεται να ενθαρρυνθεί και η συνέχιση της εργασίας πέρα από τα 65 χρόνια. Σύμφωνα με την έκθεση, η ηλικία των 65 δεν πρέπει πια να θεωρείται συνώνυμη με το τέλος της παραγωγικής ζωής ενός ανθρώπου και η ηλικία συνταξιοδότησης πρέπει να γίνει πιο ευέλικτη στο μέλλον.
Αν όλα τα κράτη μέλη βελτίωναν έως το 2060 το ποσοστό απασχόλησης του εργατικού δυναμικού τους για να φθάσουν τις χώρες με την καλύτερη επίδοση σήμερα (π.χ. Σουηδία), τότε η ΕΕ δεν θα εξαρτιόταν τόσο από την αύξηση της εισροής μεταναστών ως εργατικού δυναμικού, ούτε από την αύξηση της γεννητικότητας.
Το πρόβλημα της Ελλάδας
Πριν ενάμισι αιώνα, η Ευρώπη είδε ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού της να φεύγει για το Νέο Κόσμο, κυρίως τις ΗΠΑ. Μεταξύ 1850 – 1913 πάνω από 40 εκατομμύρια Ευρωπαίοι μετανάστευσαν.
Τώρα η κατάσταση έχει αντιστραφεί και η Ευρώπη υποδέχεται κύματα μεταναστών. Αλλά, σύμφωνα με τη μελέτη, σε μερικές χώρες της ΕΕ, όπως η Ελλάδα, λόγω και της πρόσφατης οικονομικής κρίσης, στο ισοζύγιο των ροών της μετανάστευσης (πόσοι φεύγουν από τη χώρα και πόσοι έρχονται σε αυτήν) η ζυγαριά εξακολουθεί να γέρνει υπέρ των εκροών, καθώς η μορφωμένη νέα γενιά αναζητά καλύτερη τύχη σε άλλες χώρες.
Η μελέτη επίσης προειδοποιεί ότι μερικές χώρες του ευρωπαϊκού Νότου (όπως η Ελλάδα) μπορεί να αντιμετωπίσουν περαιτέρω συρρίκνωση πληθυσμού έως το 2060, αλλά και γήρανση του, καθώς – παράλληλα με την ενδημική υπογεννητικότητα τους – συνεχίζουν να μεταναστεύουν σε άλλες χώρες δυναμικά τμήματα του εργατικού δυναμικού τους, ένα φαινόμενο που εν μέρει οφείλεται στη “διαρροή εγκεφάλων”.
Οι επίμονες αποκλίσεις και ανισότητες στους μισθούς, στην ανεργία και στο επίπεδο ζωής στο εσωτερικό της ΕΕ τροφοδοτούν την ενδο – ευρωπαϊκή μετανάστευση με κατεύθυνση από Ανατολή προς Δύση και από Νότο προς Βορρά. Η έκθεση εισηγείται να ληφθούν μέτρα ενίσχυσης της οικονομικής και συνοχής μεταξύ των χωρών της ΕΕ, ώστε να μη χρειάζεται να μεταναστεύει το εργατικό δυναμικό από τις χώρες της νότιας και ανατολικής Ευρώπης προς τις χώρες της βόρειας και δυτικής Ευρώπης.
Την ίδια περίοδο 2020 – 2060 προβλέπεται ότι θα συνεχιστεί η αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού, ιδίως στην Αφρική και στην Ασία, άρα και οι μεταναστευτικές ροές προς την Ευρώπη.
Οι ροές αυτές μπορεί να ενταθούν και για άλλους λόγους (πέρα από την ανασφάλεια λόγω των εμπόλεμων συγκρούσεων, την έλλειψη οικονομικών ευκαιριών, την ανεπάρκεια των υποδομών κ.α.), όπως είναι η κλιματική αλλαγή. Το “κλειδί” για να μπει ένα “φρένο” σε αυτή την πληθυσμιακή αύξηση, σύμφωνα με τη μελέτη, είναι να βελτιωθεί το μορφωτικό επίπεδο των κατοίκων, ιδίως των κοριτσιών και γυναικών, σε αυτές τις ηπείρους, καθώς η διεθνής εμπειρία έχει δείξει ότι η μόρφωση και ο οικογενειακός προγραμματισμός πάνε χέρι – χέρι.
Αλλά ακόμη και με βελτίωση της εκπαίδευσης, ο παγκόσμιος πληθυσμός εκτιμάται ότι θα φθάσει τα 9,6 δισεκατομμύρια το 2060, δηλαδή περίπου δύο δισεκατομμύρια μεγαλύτερος σε σχέση με σήμερα και το μεγαλύτερο μέρος αυτής της αύξησης (το 57%) θα προέρχεται από τη – γειτονική στην Ευρώπη – Αφρική.