Ο Διονύσης Σαββόπουλος για όλους και για όλα μέσα από τις σελίδες του νέου βιβλίου του
Ο Διονύσης Σαββόπουλος αποκαλύπτει και «αποκαλύπτεται» μέσα από τις σελίδες του βιβλίου που έγραψε με τίτλο «Γιατί τα χρόνια τρέχουν χύμα». Ο δημοφιλής καλλιτέχνης κάνει ένα ταξίδι στο χρόνο και φτάνει από το χθες στο σήμερα. Στέκεται στα σημαντικότερα κεφάλαια της ζωής του. Μιλάει για τα παιδιά και τα λάθη που έκανε στην ανατροφή τους, αλλά και για την σύζυγό του, που τον στήριξε στα εύκολα και στα δύσκολα.
Στις σελίδες του βιβλίου του, που ξεφύλλισε το tlife.gr, ο Διονύσης Σαββόπουλος κάνει σημαντική αναφορά στη σύζυγό του, Άσπα, με την οποία μετρούν 60 χρόνια παντρεμένοι. «Και με την Άσπα καλά ταιριάξαμε. Κοντεύουμε εξήντα χρόνια παντρεμένοι. Ισόβια να μας είχαν καταδικάσει, θα μας είχαν πια αφήσει. Αλλά όχι. Τη θέλω ακόμα» γράφε αρχικά και συνεχίζει: «Πώς είναι να είσαι παντρεμένος τόσα χρόνια;», μας ρωτάνε. «Σκεφθήκατε ποτέ να χωρίσετε;» «Όχι!» λέει αμέσως η Άσπα. Εγώ όμως λέω: «Αχ, Άσπα μου, το σκεφτήκαμε πολλές φορές, γλυκιά μου».
«Μερικές φορές κοντέψαμε, αλλά ξαναπέσαμε ο ένας στην αγκαλιά του άλλου. Κι άλλοτε ήταν μέρες που έπεφτε πάλι βαριά επάνω μας η ταφόπλακα της καθημερινότητας. Δούλευα σε κλαμπ γεμάτα από νεαρές γυναίκες, σεξουαλικά πρόθυμες και επιπλέον ερωτευμένες με τον πρωταγωνιστή. Αισθανόμουν σαν μικρό παιδί που το βάζεις σε ένα δωμάτιο όπου τρέχουν τρενάκια, ρομπότ που μιλάνε, ένα σωρό λουσάτα παιχνίδια, αλλά δεν έπρεπε να αγγίξω τίποτα. Μόνο να βλέπω. Παντρειές μου ήθελες» σκεφτόμουνα
«Μα κι αν μπήκα στον πειρασμό κι αν εξόκειλα καμιά φορά, της το ομολόγησα. Δεν μπορώ να κρατάω μυστικά απ’ τη γυναίκα μου. Με πνίγουν. Τι να κάνω; Της τα λέω όλα. Εξάλλου, άνδρας είμαι, δεν είχα κανένα ελαφρυντικό; Όχι, δεν είχα κανένα ελαφρυντικό. Το άκουγα στην παγερή σιωπή της. Το έβλεπα σ’ αυτό το παγερό πράσινο στο βλέμμα της» περιγράφει ο Διονύσης Σαββόπουλος.
Σε άλλο κεφάλαιο του βιβλίου του, εστιάζει στο μεγάλωμα των παιδιών του: «Χαστούκιζα τα παιδιά μου όταν ήταν μικρά. Ναι. Μερικές φορές τα χαστούκισα. Εύχομαι ν’ ανοίξει η γη να με καταπιεί τώρα που το λέω. Ντρέπομαι. Ντρέπομαι που θα μα διαβάζετε όλοι τώρα. “Καλλιτέχνης”, σου λέει ο άλλος, “άνθρωπος με ευαισθησίες”. Τα μάλωνα κι από πάνω, ουρλιάζοντας σαν στρίγκλα. Με κοίταζαν κατατρομαγμένα τα πουλάκια μου. Τα λάτρευα. Περπατούσαμε χεράκι, χεράκι, πρώτα με τον μεγάλο και λίγα χρόνια μετά με τον μικρό. Ανεβαίναμε στη μεγάλη ρόδα του λούνα παρκ και χαζεύαμε».
Σε άλλο σημείο, ο σπουδαίος μουσικοσυνθέτης περιγράφει τα πρώτα συναισθήματα μετά τη γέννηση του πρώτου του παιδιού. «Έγινα πατέρας στα είκοσι τέσσερά μου. Μόλις είδα το νεογέννητο, ένιωσα έναν φόβο, μια απώθηση… Μια αποστροφή! Μια χαρά ήταν το μωράκι, εγώ ήμουν ο αλλόκοτος, εγώ ήμουν ο ξένος. Στάθηκα απόμακρος για καιρό κι όταν μου το δίνανε στην αγκαλιά μου τους το έδινα πίσω σχεδόν αμέσως. Το φοβόμουν. Τι δουλειά είχα εγώ να γίνω πατέρας. Εγώ ήμουν τελείως απ’ αλλού. Άσχετος».
«Δεν ανέχομαι τους θορύβους. Ο θόρυβος με τρελαίνει. Μια φορά θύμωσα που έκανε φασαρία το παιδί στην αυλή και δεν με άφηνε να δουλέψω. Φώναξα να μου φέρει το ποδηλατάκι του επάνω και το πήρα και το πέταξα με λύσσα κάτω στην αυλή. Ύστερα του ζήτησα να το ξαναφέρει πάνω κι εγώ το ξαναπέταξα κάτω αφρίζοντας. Ίδιος ο σατανάς. Το παιδί είχε βουβαθεί. Με κοίταζε με τα μάτια ορθάνοιχτα και τρομαγμένα.
Το μετάνιωσα βέβαια. Μικρό παιδάκι ήταν. Του είπα: “Συγγνώμη παιδί μου, θα το φτιάξουμε το ποδηλατάκι, μη στεναχωριέσαι”. Με κοίταζε σαν να μην καταλάβαινε τι σόι πλάσμα ήταν ο μπαμπάς του. Τέτοια καφρίλα δεν την ξανάκανα. Αλλά τι να το κάνεις; Μ’ αυτά και μ’ αυτά το κακό είχε γίνει».
Ο Διονύσης Σαββόπουλος αναφέρεται και στους γονείς του. Όπως εξομολογείται, λυπάται που δεν πρόλαβε να τους πει “σε λατρεύω”. Οι δύο γιοι του και η σύζυγός του, Άσπα, είναι πλέον τα πάντα για εκείνον. «Δυστυχώς, με τους γονείς μου δεν πρόλαβα να επικοινωνήσω τόσο βαθιά. Να τα ξεκαθαρίσω όσο ήταν ακόμα εν ζωή. Οι σχέσεις μας βέβαια είχαν αποκατασταθεί, χωρίς όμως ποτέ να φτάσουν στο κουκούτσι, στην πίκρα μου.
Λυπάμαι που δεν πρόλαβα να τους το πω αυτό: Σε λατρεύω, μπαμπά· σε λατρεύω, μαμά. Άψογοι είστε πια στα μάτια μου. Θεϊκοί, όπως όταν ήμουν μικρό παιδί. Αυτό το φως, αυτή τη δυνατότητα, δεν θέλω να τη χάσω με τα παιδιά μου. Δεν θέλω να αργήσω και να χάσουμε την ευκαιρία. Να ανοιχτούμε με τον μεγάλο και τον μικρό όπως με την Άσπα εκείνο το μακρινό καλοκαίρι. Να ανοίξουμε πια τα φτερά μας και να πετάξουμε πριν χωριστούμε για πάντα».