Στη σκιά της λαμπερής και χωρίς δυσάρεστες εκπλήξεις, όπως πέρσι, με τη βράβευση της αλλοπρόσαλλης σάτιρας «Τα Πάντα Όλα», τελετής των βραβείων Όσκαρ, ξεκινά απόψε η κινηματογραφική εβδομάδα στα σινεμά, απ’ την οποία απουσιάζει η ξεχωριστή ταινία που θα συνεπάρει το κοινό, παρότι και οι πέντε πρεμιέρες έχουν το δικό τους ενδιαφέρον.
Έτσι, μετά τον αναμενόμενο θρίαμβο του επικού «Οπενχάιμερ» και του Κρίστοφερ Νόλαν, την ισχυρή παρουσία του Γιώργου Λάνθιμου – ίσως την επόμενη φορά… – και την απουσία του Μάρτιν Σκορσέζε, καθώς οι υπέροχοι «Οι Δολοφόνοι του Ανθισμένου Φεγγαριού», αγνοήθηκαν εντελώς από την Ακαδημία, επιστρέφουμε στα καθ’ ημάς…
Τη γερμανική δραματική κομεντί για τον αλκοολισμό «Ένα για το Δρόμο» του Μάρκους Γκέλερ, το βραβευμένο ιταλικό δράμα για τη μετανάστευση «Εγώ, Καπετάνιος» του Ματέο Γκαρόνε, το αυστραλιανό αστυνομικό ψυχολογικό θρίλερ «Άγρια Φύση» με τον Έρικ Μπάνα, τη βίαιη γυναικεία ερωτική περιπέτεια «Ματωμένος Δεσμός», με ένα καυτό πρωταγωνιστικό ζευγάρι και το βραβευμένο ντοκιμαντέρ με την Χρυσή Άρκτο «Στο Ποταμόπλοιο», του Νικολά Φιλιμπέρ.
Ένα για τον Δρόμο
(“One for the Road”) Δραματική κομεντί, γερμανικής παραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Μάρκους Γκέλερ, με τους Φρέντρικ Λάου, Νόρα Σίρνερ, Μπουράκ Γίγκιτ κα.
«Ένα για τον δρόμο…» Πόσοι δεν το έχουμε πει; Το πρόβλημα είναι όταν έχουν προηγηθεί καμιά εικοσαριά ποτήρια πριν. Και ακόμη μεγαλύτερο όταν αυτό συμβαίνει σχεδόν καθημερινά. Και γίνεται επικίνδυνο, όταν δεν έχει συνειδητοποιήσει ο πότης ότι του έχει ξεφύγει το μέτρο και πλέον κολυμπάει όλος του ο οργανισμός μέσα στο αλκοόλ. Έτσι, όταν έρχεται ο λογαριασμός, η ώρα της αποτοξίνωσης τότε πρέπει ο χαρακτήρας να γίνει πιο δυνατός και από τον διάβολο, τον εθισμό, την πλάνη ότι μπορεί να το κόψει μαχαίρι και χωρίς συνέπειες.
Αυτό, είναι και το θέμα της ταινίας του Μάρκους Γκέλερ απ’ τη Γερμανία, μια χώρα που έχει πρόβλημα με τον αλκοολισμό, όπως και οι περισσότερες βορειοευρωπαϊκές – ένα ακόμη σύμπτωμα του σύγχρονου τρόπου ζωής.
Ο Γκέλερ, ευτυχώς, αποφεύγει τους δραματικούς τόνους, τις προσωπικές τραγωδίες, τη σοβαροφάνεια, για να μεταφέρει την ιστορία του μέσω μίας δραμεντί, με αρκετό χιούμορ και ανάλαφρη γραφή.
Ο ήρωάς του, ο Μαρκ, έχει μία πετυχημένη επαγγελματική ζωή στο Βερολίνο, που συνδυάζει με έξαλα γλέντια και ατέλειωτες οινοποσίες τα βράδια, αλλά η σχέση του με το αλκοόλ του έχει δημιουργήσει μία εξάρτηση, που μάλλον δεν έχει καταλάβει. Όταν η τροχαία τον σταματήσει και του κάνει αλκοτέστ, θα χάσει το δίπλωμά του και για να το ξανακερδίσει θα πρέπει να περάσει από ιατρικά τεστ, που θα αποδεικνύουν ότι ξεπέρασε το πρόβλημά του. Όμως, ούτε τότε έχει συνειδητοποιήσει το πρόβλημά του, μέχρι που θα συναντηθεί με μία κοπέλα και θα καταλάβει ότι έχει μπλέξει άσχημα.
Το φιλμ, κυλάει ομαλά, βλέπεται με ενδιαφέρον, έχει προσεγμένους χαρακτήρες, που πατούν στην πραγματικότητα και περιγράφει, με χιούμορ και χωρίς ιδιαίτερες δραματικές εξάρσεις, ένα κοινωνικό πρόβλημα, που συνεχώς παίρνει μεγαλύτερες διαστάσεις. Για το πρόβλημα του αλκοολισμού έχουμε δει σπουδαίες ταινίες («Days of Wine and Roses», με Τζακ Λέμον και Λι Ρέμικ, «Άσπρος Πάτος» κλπ), αλλά τις περισσότερες φορές έχουμε να κάνουμε με δραματικά σοβαροφανή, διδακτικά φιλμ, με εξάρσεις ηθικολογίας και άλλα φαιδρά. Και η ταινία του Γκέλερ, μπορεί να μην ανήκει στις πρώτες, αλλά είναι πολύ μακριά και από τις δεύτερες. Και σε αυτό συμβάλει και ο χαρισματικός πρωταγωνιστής Φρέντρικ Λάου, που δείχνει πολύ οικείος και εξοικειωμένος με το ποτό.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο Μαρκ μοιάζει να έχει τα πάντα υπό έλεγχο, με επιτυχίες τόσο στην επαγγελματική ζωή του, όσο και στις ξέφρενες νυχτερινές εξορμήσεις του στα μπαράκια του Βερολίνου. Παρόλα αυτά, ο Μαρκ δεν παραδέχεται την εξάρτησή του από το αλκοόλ. Ένα βράδυ πέφτει σε μπλόκο και αλκοτέστ της αστυνομίας και χάνει το δίπλωμά του. Για να το ξανακερδίσει πρέπει να περάσει από μια σειρά ιατρικών και ψυχολογικών τεστ.
Εγώ, Καπετάνιος
(“Io Capitano”) Δραματική περιπέτεια, ιταλικής, βελγικής και γαλλικής παραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Ματέο Γκαρόνε, με τους Σεϊντού Σαρ, Ιμπραϊμά Γκεγέ, Μπάμαρ Κέιν, Ισέμ Γιακουμπί κα.
Η Οδύσσεια δυο νεαρών από τη Σενεγάλη για το «ευρωπαϊκό όνειρο», σε ένα επικό ταξίδι, γεμάτο «Λαιστρυγόνες και Κύκλωπες», στην αχανή, άγρια και πανέμορφη Αφρική, διά χειρός Ματέο Γκαρόνε, του δημιουργού των δυνατών «Γόμορρα» και «Dogman».
Η τελευταία ταινία του Ιταλού σκηνοθέτη θα βρει πολλούς θαυμαστές ανάμεσα στο κινηματογραφικό κύκλωμα, καθώς θα τιμηθεί και με το βραβείο σκηνοθεσίας και βραβείο νέου ηθοποιού στο περσινό φεστιβάλ Βενετίας, θα κερδίσει το βραβείο κοινού στο φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν και θα χωρέσει ανάμεσα στις υποψηφιότητες για το Όσκαρ καλύτερης διεθνούς ταινίας.
Καθόλου περίεργο, δεδομένου ότι ο Γκαρόνε παραδίδει μία ταινία, απ’ τις ελάχιστες, με το στόρι της να πιάνει το νήμα της μετανάστευσης από την αρχή και όχι στα σύνορα ή στις χώρες υποδοχής, παρέχοντας πληροφορίες και σκληρές αλήθειες, για τις ανήκουστες περιπέτειες αυτών των ταλαίπωρων ανθρώπων, αλλά αφήνει έξω από τα ωραία, ομολογουμένως, πλάνα του, τους βασικούς υπεύθυνους. Και συνάμα, τα βαθύτερα αίτια, τη μεγάλη εικόνα της εκμετάλλευσης και εργαλειοποίησης, απ’ όλες τις πλευρές, ενός ζητήματος που έχει πάρει πρωτοφανείς διαστάσεις, ενός φαινομένου που πολλές φορές εξαπατά.
Ο Γκαρόνε, ξετυλίγει την ιστορία αυτής της σύγχρονης Οδύσσειας μέσα από το βλέμμα των ηρώων της, δυο νεαρούς από τη Σενεγάλη, που εγκαταλείπουν τη γενέτειρά τους, εφοδιασμένοι με πλαστά διαβατήρια από το Μάλι και μετά από περιπέτειες θα πρέπει να αντιμετωπίσουν την έρημο του Νίγηρα και όταν επιτέλους φτάσουν στη Λιβύη, θα συλληφθούν και θα οδηγηθούν σε ξεχωριστά κέντρα κράτησης. Μετά από βάσανα και βασανιστήρια, θα δουλέψουν ως κτίστες μέχρι να βρουν τα χρήματα για να μπουν στο πλοιάριο που θα τους οδηγήσει στην Ευρώπη. Όμως, τα προβλήματα δεν σταματούν ούτε όταν μπαίνουν στο σκάφος που θα τους οδηγήσει προς τις ακτές της Σικελίας.
Συναρπαστική περιπλάνηση, που δεν αφήνει τον θεατή να χαλαρώσει ή να χάσει το ενδιαφέρον του, αλλά κυρίως δημιουργώντας, μέσα από το χτίσιμο των χαρακτήρων και των αληθοφανών καταστάσεων, ένα ειλικρινές αίσθημα συμπόνοιας και κατανόησης για τους νεαρούς ήρωες, αλλά δίνοντας και την αίσθηση ότι η ταινία μένει στα μισά και τώρα πρέπει να περιμένουμε τη συνέχεια για το τι τους περιμένει στην Ευρώπη. Βεβαίως πάντα παραμένουν τα κενά για τους βασικούς υπεύθυνους και τα βαθύτερα αίτια αυτής της κατάστασης, που μάλλον θα ξεβόλευαν πολλούς απ’ αυτούς που αποθεώνουν την ταινία.
Στα θετικά της ταινίας, πέρα από την ερμηνεία του Σεϊντού Σαρ και η προειδοποίηση ενός γέρου στη Σενεγάλη, που ξέρει το παιχνίδι της διακίνησης και τους λέει να μην πιστεύουν αυτά που βλέπουν στα κινητά τους τηλέφωνα ή στους υπολογιστές, για την Ευρώπη και προσπαθεί να τους αποτρέψει από το «ευρωπαϊκό όνειρο». Ένα όνειρο, που εξελίσσεται ήδη σαν το αμερικάνικο.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο Σεϊντού και ο Μούσα είναι δύο νεαροί Σενεγαλέζοι, οι οποίοι, πλάι σε άλλους φτωχοδιάβολους, θα μπουν σε μια τεράστια περιπέτεια με πλαστά διαβατήρια, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να φτάσουν από το Ντακάρ στην Ευρώπη για μια καλύτερη ζωή.
Άγρια Φύση
(“Force of Nature, The Dry 2”) Θρίλερ, αυστραλιανής παραγωγής του 2024, σε σκηνοθεσία Ρόμπερτ Κόνολι, με τους Έρικ Μπάνα, Άννα Τορβ, Ρίτσαρντ Ρόξμπεργκ, Ρόμπιν ΜακΛίβι κα.
Τρία χρόνια έπειτα από το ενδιαφέρον δραματικό θρίλερ «Η Ξηρασία», ο βγαλμένος ήρωας, από τα μπεστ σέλερ τής Τζέιν Χάρπερ, ο ντετέκτιβ Άαρον Φολκ, επιστρέφει στη μεγάλη οθόνη, για να λύσει, αυτή τη φορά, ακόμη μία δυσεπίλυτη υπόθεση.
Με πρωταγωνιστή και πάλι τον Έρικ Μπάνα και σκηνοθέτη ξανά τον Ρόμπερτ Κόνολι, αυτό το αυστραλιανό ψυχολογικό θρίλερ, προσφέρει, για μια ακόμη φορά, δυο ψυχαγωγικές ώρες, με μπόλικο σασπένς, έχοντας μια ιστορία τοποθετημένη στα καταπράσινα παρθένα βουνά της Βικτόρια. Εν αντιθέσει, με την «Ξηρασία», εδώ κυριαρχεί το υγρό στοιχείο, που δένει με την εξερεύνηση της άγριας φύσης του ανθρώπου.
Πέντε γυναίκες συμμετέχουν σε ένα εταιρικό γουικέντ πεζοπορίας στα βάθη των οροσειρών της Βικτόρια, από το οποίο θα επιστρέψουν μόνο οι τέσσερις στο καταφύγιο, όπου διαμένουν. Οι πράκτορες της Ομοσπονδιακής Αστυνομίας, ο Φαλκ και η Κούπερ, θα αναλάβουν τις έρευνες, με την ελπίδα να βρουν ζωντανή την κοπέλα που εξαφανίστηκε.
Στα ερημικά και αφιλόξενα για τον άνθρωπο καταπράσινα βουνά, θα αναπτυχθεί ικανοποιητικά το στόρι, που δείχνει αφενός κορεσμένο από την ίντριγκα και να φέρνει μαζί του ορισμένα απαραίτητα κλισέ του είδους και αφετέρου, να καταφέρνει συνεχώς να ανανεώνει το ενδιαφέρον του θεατή, λόγω κάποιων εμπνεύσεων του σεναρίου, για το πώς αντιδρούν οι άνθρωποι σε καθεστώς φόβου, άγχους και ζήλιας και των χρήσιμων φλας μπακ. Κυρίως, όμως λόγω της στιβαρής ερμηνείας του Μπάνα, καθώς και της βοήθειας που παίρνει από το υπόλοιπο καστ.
Μυστήριο, ατμόσφαιρα, αγωνία, εμβάθυνση στην ψυχολογία, αλλά και ένα φινάλε που προσγειώνει μάλλον ανώμαλα τον θεατή, σε ένα αξιοπρεπές φιλμ του είδους, που τελικά προσφέρει δυο ευχάριστες ώρες, αλλά είναι εμφανώς κατώτερο από την πρώτη ταινία με ήρωα τον Άαρον Φολκ.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Πέντε γυναίκες συμμετέχουν σε ένα καταφύγιο πεζοπορίας αλλά μόνο τέσσερις βγαίνουν από την άλλη πλευρά. Οι ομοσπονδιακοί πράκτορες Άαρον Φολκ και Κάρμεν Κούπερ κατευθύνονται στα βουνά ελπίζοντας να βρουν την αγνοουμένη ακόμη ζωντανή.
Ματωμένος Δεσμός
(“Love Lies Bleeding”) Ερωτικό θρίλερ, αμερικάνικης και βρετανικής παραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Ρόουζ Γκλας, με τους Κρίστεν Στιούαρτ, Κέιτι Ο’ Μπράιαν, Τζένα Μαλόουν, Εντ Χάρις κα.
Ένα απλοϊκό σενάριο, χιλιοφορεμένο, σαν μπλου τζιν, που από τον ιδρώτα έχει αρχίσει να ξεφτίζει επικίνδυνα, μοιάζει αυτό το υπερβίαιο θρίλερ εκδίκησης, γυρισμένο στιλάτα, αλλά και ισοπεδωτικά από την Ρόουζ Γκλας, γνωστής από το φιλμ τρόμου «Saint Maud». Και μαζί ένα καυτό «λαβ στόρι», μεταξύ δύο νέων γυναικών, που μεταδίδει μια ελκυστική ένταση και ανεβάζει την αδρεναλίνη περισσότερο και από τα ξεσπάσματα βίας και τις αιματοβαμμένες σκηνές δράσεις.
Το σενάριο, τοποθετεί μια παράξενη ιστορία σε μια μικρή παρακμιακή αμερικάνικη πόλη στη μέση του πουθενά, όπως έχουμε δει σε διάφορες παραλλαγές τα τελευταία χρόνια. Θέλει την Τζάκι, μία αθλήτρια body building, να ερωτεύεται με πάθος τη Λου, ιδιοκτήτρια ενός άθλιου γυμναστηρίου. Η Λου θα της προσφέρει διαμονή, δωρεάν χώρο να προπονείται και τζάμπα στεροειδή, που μπορεί να τη βοηθήσουν να κερδίσει το γυναικείο πρωτάθλημα στο Λας Βέγκας. Κάπου εκεί μπαίνει στην ιστορία και ο πατέρας της Λου, ένας άνθρωπος του υπόκοσμου και έμπορος όπλων, που καταπιέζει όλα τα μέλη της οικογένειάς του. Ένας επικίνδυνος, παρά την ηλικία του, άνθρωπος, που μαζί με την τοξική «αντροπαρέα» του, θα λάβει την απάντηση που πρέπει από τις δύο ερωτευμένες κοπέλες, όταν αρχίσουν να μιλούν τα στεροειδή.
Φαινομενικά από τις ταινίες που προσφέρουν απενοχοποιημένη διασκέδαση, από την υπερβολική βία, τα πιτσιλίσματα από το αίμα και τις γραφικές ατάκες, αλλά στον πυρήνα της κρύβει μια γοητευτική ερωτική ιστορία κι ένα φεμινιστικό «μανιφέστο» εκδίκησης. Κυρίως, όμως μια ταινία που διαθέτει ένα καυτό ζευγάρι, που κρατά το ενδιαφέρον, προσφέρει δυνατές στιγμές πάθους και ορισμένες απολαυστικές στιγμές, μέχρι το χοντροκομμένο φινάλε.
Κακά τα ψέματα, αν δεν υπήρχαν στους πρωταγωνιστικούς ρόλους οι Κρίστεν Στιούαρτ και Κέιτι Ο’ Μπράιαν, που αναπτύσσουν μία πρωτόγνωρη κινηματογραφική χημεία μεταξύ τους, η ταινία θα πέρναγε και δεν θα ακούμπαγε, θα παρέμενε ένα ακόμη αδειανό μπλου τζιν.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η Τζάκι θέλει να γίνει διάσημη body-builder και κατευθύνεται προς το Λας Βέγκας για να πάρει μέρος σε έναν διαγωνισμό. Περνώντας από μια μικρή πόλη του Νέο Μεξικό, γνωρίζει τη Λου, μια ιδιοκτήτρια γυμναστηρίου. Οι δυο τους ερωτεύονται, μια εξέλιξη που θα προκαλέσει έναν ανεξέλεγκτο κύκλο βίας.
Στο Ποταμόπλοιο
(“Sur l’Adamant”) Ντοκιμαντέρ, γαλλικής παραγωγής του 2023, σε σκηνοθεσία Νικολά Φιλιμπέρ.
«Κανείς δεν είναι τέλειος». Μια κουβέντα που ακούγεται στο φιλμ συμπυκνώνει το νόημα του συγκινητικού ντοκιμαντέρ που γύρισε ο βετεράνος Νικολά Φιλιμπέρ, αναγνωρισμένος για τις ταινίες τεκμηρίωσής του. Η τελευταία του δημιουργία κατάφερε να κερδίσει τη Χρυσή Άρκτο στο Βερολίνο και να προκαλέσει πολλές συζητήσεις κυρίως για το χειρισμό του ευαίσθητου θέματός του.
Ο Φιλιμπέρ, αυτή τη φορά στρέφει την κάμερά του σε μια φορτηγίδα, που βρίσκεται στον Σηκουάνα, στο κέντρο του Παρισιού και που φιλοξενεί πάσχοντες από ψυχικές νόσους. Μία μονάδα θαλπωρής και έκφρασης, αλλά και συνύπαρξης. Οι ασθενείς συμμετέχουν σε δραστηριότητες όπως, μαγείρεμα, σχέδιο, ζωγραφική, μουσική, χορό, ανάγνωση λογοτεχνικών κειμένων κλπ. Ένας χώρος που έχει και το δικό του καφέ, ένα σινεμά, στο οποίο προβάλλονται ταινίες των Φελίνι, Κιαροστάμι και Γούντι Άλεν. Οι ασθενείς, πολλοί απ’ τους οποίους πάσχουν από σοβαρές ψυχολογικές παθήσεις και χρήζουν φαρμακευτικής αγωγής, δεν βρίσκονται εκεί για να θεραπευθούν αναγκαστικά, αλλά γιατί η δημιουργικότητα – κυρίως μέσω της τέχνης – τούς βοηθά να ζήσουν με τα μειονεκτήματά τους.
Με την κάμερα να παραμένει ψυχρή και την εικόνα να θερμαίνεται από τις αλλόκοτες αλλά και βασανισμένες φυσιογνωμίες των ασθενών, ο σκηνοθέτης εξιχνιάζει την ανθρώπινη ιδιοσυγκρασία, όταν αυτή ξεφεύγει από τα συνηθισμένα.
Ωστόσο, ο Φιλιμπέρ, παρότι επιχειρεί να δώσει την αίσθηση ότι απλώς καταγράφει όσα συμβαίνουν πάνω στη ναυαρχίδα, γίνεται αντιληπτό ότι εκβιάζει τη συγκίνηση, μέσα από τον πόνο των ανθρώπων αυτών. Έτσι, το αποτέλεσμα μοιάζει άνισο, καθώς το φιλμ έχει το ενδιαφέρον του και τη χρησιμότητά του, αλλά ταυτόχρονα εκμεταλλεύεται ανθρώπους που έχουν ανάγκη από περίθαλψη και ανθρωπιά, για να φορτίσει περαιτέρω το συναίσθημα, να ξεχειλίσει τον Σηκουάνα από δάκρια συγκίνησης.