«Πιστεύω ότι έχουμε περισσότερο ανάγκη από κάθε άλλη στιγμή να ξαναγυρίσουμε στο πνεύμα» δηλώνει ο Γεράσιμος Γεννατάς.
Με αφορμή το οριστικό τέλος της σειράς εποχής του ΑΝΤ1, “Έρωτας φυγάς” έδωσε συνέντευξη ο Γεράσιμος Γεννατάς στην εφημερίδα On Time και τη δημοσιογράφο Σίσσυ Μενεγάτου όπου και εστίασε αφενός στην επιτυχία του σίριαλ «Είσαι το ταίρι μου» αλλά και τη συμφιλίωση που… δεν έχει, όπως ο ίδιος αποκάλυψε, μέχρι σήμερα ούτε με την εικόνα ούτε με την χροιά της φωνής του,
O Παναγιώτης Ζύγουρας από το «Είσαι το ταίρι μου», που σου χάρισε μεγάλη δημοσιότητα, σε «κυνηγάει» ακόμα. Αρέσει και τον ξέρουν ακόμα και άτομα νεότερης ηλικίας καθώς υπάρχουν οι επαναλήψεις και το Youtube που παρακολουθούν.
Ναι. Είναι ένα κομμάτι της δουλειάς μας, που εμένα με χαροποιεί πολύ, κυρίως γιατί μέσα στη δουλειά γνωρίζω ενθουσιώδη νέα παιδιά, νέους ανθρώπους που μου δίνουν καινούργιες «σπρωξιές» προς τα εμπρός. Το «Είσαι το ταίρι μου» έκανε τόσο μεγάλη επιτυχία γιατί πρώτα πρώτα είχε ένα πάρα πολύ ωραίο κείμενο. Αναφερόταν ακριβώς σε έναν πιο ελκυστικό, καλλιεργημένο κόσμο και νομίζω ότι αυτό είναι που έχουμε ανάγκη, επειδή γενικώς η εποχή μας αποπνευματικοποιείται με τρομακτικούς ρυθμούς.
Γιατί έναν άνθρωπο που δεν έχει σκέψη, τον κάνεις ό,τι θέλεις. Οπότε πιστεύω ότι έχουμε περισσότερο ανάγκη από κάθε άλλη στιγμή να ξαναγυρίσουμε στο πνεύμα, στο νόημα που μεταφέρουν οι ωραίες λέξεις.
Είναι μια ανάγκη του καιρού και νομίζω ότι υπάρχει πολύς κόσμος ο οποίος προσπαθεί να ξαναφέρει τα ωραία μηνύματα και τις σκέψεις στο προσκήνιο. Για μένα, ένας άνθρωπος που χαμογελάει λύνει όλα τα προβλήματα.
Ο Παναγιωτάκης ήταν ένας άνθρωπος που χαιρόταν και ήθελε από τη ζωή αυτά τα πολύ λίγα πράγματα που χρειάζεται κάποιος για να είναι ευτυχής. Κι ο καθένας μας πρέπει να απαντήσει σε αυτό. Τι τον κάνει πραγματικά ευτυχισμένο;
Πως νιώθεις όταν βλέπεις τον εαυτό σου στην τηλεόραση;
Πολύ δύσκολα. Ποτέ δεν αποδέχτηκα ούτε την εικόνα μου ούτε τον ήχο της φωνής μου. Πάντα κάτι μου φταίει. Κάτι δεν μου αρέσει, δεν μπορώ να με συνηθίσω. ΑΠό την άλλη, όταν βλέπω πράγματα που συνοδοιπορούν με αυτό που προσπαθώ να κάνω, δηλαδή ότι εκεί υπάρχει μια τοποθέτηση που φέρει μαζί της μια σκέψη, αυτό μπορώ να το διακρίνω και λέω «α ΟΚ, αυτό υπάρχει». Αλλά το να είμαι απόλυτα συμβιβασμένος με την εικόνας μου και τη φωνή μου, δεν το έχω καταφέρει.