«Το χάσαμε το αγοράκι και είχε μεγάλη λαχτάρα ο Δομάζος να κάνει τον ποδοσφαιριστή», είχε εξομολογηθεί η αξέχαστη ερμηνεύτρια
Σε μια εποχή που τα μεγάλα ταλέντα και οι λαμπερές προσωπικότητες έμοιαζαν να είναι φτιαγμένες από διαφορετική στόφα, δύο νέοι άνθρωποι, ο Μίμης Δομάζος και η Βίκυ Μοσχολιού, συναντήθηκαν για να γράψουν τη δική τους ιστορία.
Ο Μίμης Δομάζος, ο νεαρός «στρατηγός» του Παναθηναϊκού, το αδιαμφισβήτητο είδωλο της πράσινης εξέδρας και η Βίκυ Μοσχολιού, η τραγουδίστρια με τη φωνή που έμοιαζε να αιχμαλωτίζει την ψυχή, βρέθηκαν μαζί στο μονοπάτι της ζωής, δημιουργώντας έναν από τους πιο πολυσυζητημένους έρωτες της εποχής.
O κεραυνοβόλος έρωτας
Η πρώτη τους γνωριμία έγινε στα χρόνια της νιότης, όταν ο Μίμης ήταν ήδη ένα όνομα που γέμιζε τα γήπεδα, ενώ η Βίκυ προσπαθούσε να βρει τη θέση της στο πάλκο. Ήταν μια νύχτα στην «Τριάνα», εκεί όπου η φωνή της μάγευε τους θαμώνες, ενώ η δική της καρδιά έχανε το ρυθμό της κάθε φορά που έβλεπε τον Μίμη να την κοιτάζει.
Όπως είχε περιγράψει η Βίκυ Μοσχολιού, χρόνια αργότερα, σε συνέντευξή της στα «Φώτα πορείας», κάθε φορά που τον έβλεπε στο νυχτερινό κέντρο που τραγουδούσε, τα χέρια της έτρεμαν και η φωνή της την πρόδιδε. Ήθελε να του μιλήσει, αλλά ντρεπόταν. Εκείνος, με την αποφασιστικότητα που είχε στο γήπεδο, δεν άφησε περιθώρια αμφιβολίας.
«Ήμασταν πιτσιρικάδες. Ήμουν 19 χρονών εγώ και 20 ο Μίμης. Μικροί κι οι δυο κι ερωτευτήκαμε. Όταν πρωτοσυναντηθήκαμε, εγώ δεν τον ήξερα να σου πω την αλήθεια μου. Μου είπαν: ‘’Δεν τον ξέρεις; Μεγάλος ποδοσφαιριστής’’. Δεν περνάνε δυο-τρεις ημέρες, να, ο Μίμης μόνος του, με δύο φίλους, χωρίς τους συμπαίκτες του. Εγώ ήθελα να κατέβω κάτω να του μιλήσω, αλλά ντρεπόμουν κιόλας.
Ήταν κάποια κορίτσια που δουλεύαμε μαζί, πιο θαρραλέες. Πήγαν κάτω, καθίσαν μαζί του, τα λέγανε. Λέω: ‘’ρε παιδιά, θέλω να κατέβω κι εγώ, αλλά θα κάνω πως περνάω τάχα αδιάφορα, μέχρι να με φωνάξετε. Έλα όμως που δεν με φωνάζουν τα κορίτσια. Και βγήκα έξω από το μαγαζί. Γυρνώντας μου είπαν να καθίσω μαζί τους. Κι εκείνος βέβαια με είχε ‘’μπανίσει’’, εμένα ήθελε! ‘’Τι θα σας κεράσουμε;» με ρώτησε. Εγώ δεν έπινα κιόλας… Λέω: ‘’θα πάρω φιστίκια», είχε εξομολογηθεί στην Έλενα Ακρίτα η αξέχαστη ερμηνεύτρια.
Δείτε απόσπασμα στο 14:42
Η χημεία τους ήταν μοναδική και η σχέση τους ξεκίνησε σαν ένας χορός ανάμεσα στις νότες των τραγουδιών της και στους ρυθμούς της μπάλας που ήλεγχε με μαεστρία ο Μίμης Δομάζος.
Ο γάμος που άφησε εποχή: Λαοθάλασσα, 7.000 μπομπονιέρες και το απρόοπτο με τη βέρα
Η Πρωτομαγιά του 1967 έμεινε αξέχαστη όχι μόνο για τη Βίκυ Μοσχολιού και τον Μίμη Δομάζο, αλλά και για την Αθήνα ολόκληρη. Ο γάμος τους στη Μητρόπολη Αθηνών έμοιαζε περισσότερο με λαϊκό προσκύνημα, καθώς πάνω από 30.000 άνθρωποι, δημοσιογράφοι, θαυμαστές, αλλά και περίεργοι, πλημμύρισαν την περιοχή, από το Σύνταγμα μέχρι τη Μητρόπολη, για να δουν από κοντά το λαμπερό ζευγάρι.
Λόγω της πρωτοφανούς κοσμοσυρροής, ο ιερέας ζήτησε να επισπευσθεί η τελετή, καθώς ανησυχούσε για την ασφάλεια του πλήθους. Ωστόσο, η Βίκυ, που ετοιμαζόταν πυρετωδώς, δεν κατάφερε να φτάσει στην εκκλησία νωρίτερα. Όταν τελικά έφτασε, οι συνθήκες ήταν χαοτικές. Το αυτοκίνητο που τη μετέφερε περικυκλώθηκε από κόσμο, και χρειάστηκε η παρέμβαση ενός παλαιστή, φίλου της οικογένειας, για να τη μεταφέρει σχεδόν σηκωτή στην εκκλησία.
Η τελετή, παρά τις δυσκολίες, έγινε με κάθε λαμπρότητα. Ωστόσο, μέσα στη σύγχυση, συνέβη κάτι που πολλοί θεώρησαν κακό σημάδι: η βέρα της Βίκυς έπεσε από το δάχτυλό της και χάθηκε για λίγη ώρα, προκαλώντας αναστάτωση. Το γεγονός δεν επηρέασε τη διάθεση των νεόνυμφων, αν και οι προληπτικοί διέδιδαν ότι η απώλεια αυτή ήταν κακός οιωνός για τη ζωή τους. Ευτυχώς, η βέρα βρέθηκε την επόμενη μέρα και επιστράφηκε στη Μοσχολιού.
Οι λεπτομέρειες του γάμου δεν σταμάτησαν να απασχολούν τον κόσμο για μήνες. Οι 7.000 μπομπονιέρες, λευκές, διακοσμημένες με ένα κλειδί του σολ και ένα τριφύλλι, συμβολίζοντας τη μουσική της Βίκυς και την αγάπη του Μίμη για τον Παναθηναϊκό, αποδείχθηκαν λίγες για το πλήθος. Στο τέλος, τα κορίτσια που τις μοίραζαν αναγκάστηκαν να τις πετάξουν στον αέρα, για να γλιτώσουν από τη μανία του κόσμου. Μάλιστα, την επόμενη μέρα, κάποιες από αυτές πωλούνταν στο Μοναστηράκι, στη «μαύρη αγορά», σε εξωφρενικές τιμές.
Οι ζημιές που προκλήθηκαν στον Μητροπολιτικό Ναό από το πλήθος ήταν μεγάλες. Ο γυναικωνίτης γέμισε ασφυκτικά από γυναίκες που ήθελαν να δουν τη νύφη, ενώ πολλοί ανέβηκαν σε καρέκλες και τραπέζια, σπρώχνοντας και καταστρέφοντας τον διάκοσμο. Το ζευγάρι χρειάστηκε να πληρώσει πάνω από 15.000 δραχμές για να αποκατασταθούν οι φθορές.
Το γλέντι του γάμου έγινε στο νυχτερινό κέντρο «Δειλινά», όπου τραγουδούσε η Βίκυ. Η γιορτή κράτησε μέχρι το πρωί, γεμάτη τραγούδι, χορό και ευχές για μια ζωή γεμάτη ευτυχία και αγάπη.
Δείτε όσα έλεγε η Βίκυ Μοσχολιού για το γάμο τους στο 5:35
Οι δύο κόρες και η απώλεια που σημάδεψε το ζευγάρι
Το ζευγάρι θα αποκτήσει δύο κόρες τη Ράνια και την Ευαγγελία. Η απώλεια όμως του τρίτου τους παιδιού, λίγες μόλις ημέρες μετά τη γέννησή του, επισκίασε την ευτυχία τους. Ο πόνος ήταν αβάσταχτος, αλλά τους ένωσε ακόμα περισσότερο.
«Εγώ δεν αγαπώ τη βεντέτα Μοσχολιού αλλά την καλή σύζυγο, την καλή μητέρα και την καλή τραγουδίστρια» δήλωνε ο Μίμης Δομάζος σε μια κοινή τους συνέντευξη και η Βίκυ παραδεχόταν πως, αν και του είχε εμπιστοσύνη, τον ζήλευε λόγω των τηλεφωνημάτων που δεχόταν από πολλές θαυμάστριες!
Ο «ήσυχος» χωρισμός μετά από 15 χρόνια κοινής πορείας
Η αγάπη της Βίκυς Μοσχολιού και του Μίμη Δομάζου υπήρξε από εκείνες που αφήνουν ανεξίτηλα σημάδια, ακόμη και όταν ο χρόνος τραβάει τους ανθρώπους σε διαφορετικές κατευθύνσεις.
Ίσως δεν χρειάζεται πάντα να μείνει κάποιος δίπλα σου για να θεωρηθεί σημαντικός στη ζωή σου. Και κάπως έτσι, μετά από 15 χρόνια κοινής πορείας, ο έρωτάς τους έγινε μια ιστορία που ο κόσμος θα θυμάται, μια απόδειξη πως η αγάπη, ακόμα κι όταν δεν μένει παντοτινή, είναι αληθινή.