Ο Νίκος Κούρκουλος ήταν ένας σπουδαίος ηθοποιός του ελληνικού θεάτρου και απόλυτος σταρ τη χρυσή δεκαετία του ’60.
Όμορφος και γοητευτικός, ο Νίκος Κούρκουλος ήταν ο ηθοποιός που το όνομά του ήταν συνώνυμο της εισπρακτικής επιτυχίας αλλά και ο απόλυτος ζεν πρεμιέ του ελληνικού σινεμά.
Έλαμψε με τους ρόλους του στη μεγάλη οθόνη ενώ παράλληλα έδωσε σημαντικές ερμηνείες στο θεατρικό σανίδι.
Αγαπημένο «παιδί» του Φιλοποίμενα Φίνου, κέρδιζε αμέσως την αγάπη του κόσμου και ξεχώριζε για την υποκριτική του ικανότητα αλλά και τον σπάνιο χαρακτήρα του.
Τον χαρακτήρισαν το απόλυτο αρσενικό, τον Έλληνα Μάρλον Μπράντο, γόη, μάγκα, ωραίο… Πάνω από όλα όμως ήταν ένας σπουδαίος άνθρωπος, ένας παθιασμένος θεατράνθρωπος κι ένας ένα παλικάρι με πολυσήμαντη καριέρα.
Μπορεί η ταινία που είχε τον πρώτο σημαντικό του πρωταγωνιστικό ρόλο να λεγόταν «Ο Κατήφορος», αλλά για τον Νίκο Κούρκουλο ήταν ο ανήφορος που εκτόξευσε τη δημοφιλία του και τον έκανε σταρ. Έτσι γεννήθηκε ένας ζεν πρεμιέ διαφορετικός απ’ ό,τι είχαμε συνηθίσει στο παλιό εμπορικό σινεμά.
Δεν ήταν γλυκός και τρυφερός, έτοιμος να θυσιαστεί για τα μάτια της καλής του αλλά ατίθασος και άγριος, πλασμένος για το χειρότερο αλλά πάντα δίκαιος και έτοιμος να τα βάλει με όλους και με όλα.
Στο σανίδι διεύρυνε την υποκριτική του γκάμα, υπηρέτησε με πάθος το καλό θέατρο και το κλασικό ρεπερτόριο, σύνθετους ρόλους, δίπλα σε σπουδαία ονόματα της υποκριτικής και με απαιτητικούς σκηνοθέτες.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Ο Νίκος Κούρκουλος γεννήθηκε στην Αθήνα στις 5 Δεκεμβρίου του 1934, στου Ζωγράφου, όπου ο πατέρας του Αλκίνοος είχε κουρείο. Ήταν το δεύτερο από τα τέσσερα παιδιά της οικογένειας.
Χρειάστηκε να εργαστεί από παιδί, σε δουλειές του ποδαριού και παράλληλα να πηγαίνει σε νυχτερινό σχολείο. Στις αρχές της δεκαετίας του ’50 το ταλέντο του στο ποδόσφαιρο θα τον φέρει στην αγαπημένη του ομάδα, τον Παναθηναϊκό.
Ο θάνατος του μεγάλου του αδελφού σε ναυάγιο όταν ο Νίκος Κούρκουλος ήταν 18 χρονών καθόρισε τα νεανικά του χρόνια και ίσως όλη του τη ζωή.
«Ήταν ένα εξαίρετο παιδί, το καλύτερο παιδί ή αν θέλεις, πολύ καλύτερο παιδί από μένα… Μετά από κάποια χρόνια, ένιωσα τύψεις για τη συμπεριφορά μου απέναντί του, και κάποια στιγμή του είπα: “Ποτέ δεν θα συγχωρήσω στον εαυτό μου, που σου φέρθηκα έτσι σαν πιτσιρικάς”. Τον είχα πει κάποτε “χαραμοφάη”. Είναι πολύ σκληρά τα παιδιά.
Μερικές φορές είναι κακά πολύ. Ο αδελφός μου σπούδαζε, αλλά εγώ δεν καταλάβαινα τότε. Αυτός πήγαινε στη Σχολή Εμποροπλοιάρχων, άρα χαραμοφάης, ενώ εγώ ήμουν ο δουλευταράς, που πήγαινε και στο νυχτερινό. Τι ανόητος που ήμουν τότε, Θεέ μου, και πόσο άδικος» είχε πει ο Νίκος Κούρκουλος σε συνέντευξη του στο Θανάση Λάλα το 1998.
Μέτριος μαθητής, το πάθος του για την ηθοποιία θα διακόψει την πορεία του προς το ποδόσφαιρο και την αγάπη του για μπάλα. Θα μπει στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, όπου θα αποφοιτήσει το 1958.
Αμέσως θα ενταχθεί στο θεατρικό σχήμα Λαμπέτης- Χορν και θα παίξει στο έργο «Η Κυρία με τις καμέλιες», όπου θα πάρει και το βάπτισμά του στο σανίδι.
Το 1960 ο Δαλιανίδης θα τον επιβάλλει στον «Κατήφορο» παρά την αρχική άρνηση του Φίνου, ενώ τον επόμενο χρόνο θα παίξει στο αισθηματικό δράμα «Η Οργή» σε σκηνοθεσία του Βασίλη Γεωργιάδη.
Ο Νίκος Κούρκουλος στη σκηνή της ταινίας «Ορατότης Μηδέν» ήταν συγκλονιστικός.
Η ένταση που βγάζει ο ηθοποιός την ώρα που καίει τα πράγματά του έξω από το σπίτι του, λέγεται, ότι οφείλεται στη μνήμη του αδελφού του, καθώς η ταινία αναφέρεται σε ένα θανατηφόρο, στημένο ναυάγιο.
Τη σκηνή ντύνει ένα από τα πιο θρυλικά κομμάτια στην ιστορία του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού. Το «Βρέχει φωτιά στη στράτα μου» των Μίμη Πλέσσα και Λευτέρη Παπαδόπουλου που ακούστηκε για πρώτη φορά στην ταινία του Νίκου Φώσκολου από τον Στράτο Διονυσίου, έκτοτε τραγουδήθηκε από μεγάλες φωνές και λατρεύτηκε στην Ελλάδα.
Το 1964 θα ευτυχίσει να πρωταγωνιστήσει σε μία από τις καλύτερες ελληνικές δραματικές ταινίες του παλιού σινεμά, την «Λόλα» δίπλα στην μια και μοναδική Τζένη Καρέζη και σε σκηνοθεσία του Ντίνου Δημόπουλου και θα ακολουθήσουν «Τα Κόκκινα Φανάρια».
Το αρχοντικό χασάπικο, που χορεύει με την Καρέζη και τον Φέρμα, στη μοναδική μουσική που είχε γράψει ο Ξαρχάκος, έχει μείνει αξέχαστο.
Το 1965 θα κερδίσει και το πρώτο του βραβείο Α’ Ανδρικού Ρόλου στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, για την ερμηνεία του στο σκληρό κοινωνικό δράμα του Ντίνου Κατσουρίδη «Αδίστακτοι».
Ο Κούρκουλος υποδύεται έναν κακοποιό που εκμεταλλεύεται την αφέλεια φτωχών ανθρώπων που θέλουν να μεταναστεύσουν, ενώ αναζητά τη χαμένη του μητέρα.
Το 1966 θα πρωταγωνιστήσει σε τρεις εμπορικές επιτυχίες που έγραψε ο Νίκος Φώσκολος. Στο «Χώμα Βάφτηκε Κόκκινο», σε σκηνοθεσία Βασίλη Γεωργιάδη, ένα από τα πρώτα ελληνικά γουέστερν. Επίσης, θα παίξει στο βαρύγδουπο κοινωνικό δράμα «Κοινωνία Ώρα Μηδέν», σε σκηνοθεσία Ντίνου Δημόπουλου, καθώς και στο δικαστικό δράμα «Κατηγορώ τους Ανθρώπους», στον ρόλο ενός ακέραιου εισαγγελέα.
Η δεκαετία του ’70 θα μπει με τον «Αστραπόγιαννο», ακόμη ένα ελληνικό γουέστερν, σε σκηνοθεσία Νίκου Τζήμα, με το οποίο ο Κούρκουλος κέρδισε και πάλι το βραβείο Α’ Ανδρικού Ρόλου στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, ενώ η ταινία προβλήθηκε και στο εξωτερικό.
Θα ακολουθήσουν τα φιλμ «Κατάχρησις εξουσίας», «Με Φόβο και Πάθος», «Ο Εχθρός του Λαού», «Η Δίκη των Δικαστών», «Ένα Γελαστό Απόγευμα», «Έξοδος Κινδύνου» και «Το Φράγμα», στο οποίο έκανε και την τελευταία του εμφάνιση στο σινεμά.
Μέσα σε αυτά τα 20 χρόνια δεν εγκατέλειψε ποτέ το θέατρο, στο οποίο αφοσιώθηκε πλήρως τη δεκαετία του ’80 παίζοντας σημαντικούς ρόλους, ιδρύοντας μαζί με την πρώτη του σύζυγο Μελίτα Κουτσογιάννη τη δική του θεατρική στέγη (Θέατρο Κ) και κλείνοντας την καριέρα του το 1993 παίζοντας «Φιλοκτήτη» στην Επίδαυρο.
Τον επόμενο χρόνο θα αναλάβει τα ηνία του Εθνικού Θεάτρου, στο οποίο θα αφιερωθεί και θα αναλάβει πρωτοβουλίες, ιδρύοντας την Πειραματική Σκηνή, το Εργαστήρι Ηθοποιών και την Παιδική Σκηνή.
Το 1986 θα γνωρίσει στην Επίδαυρο την Μαριάννα Λάτση, με την οποία θα ερωτευτούν κεραυνοβόλα και θα παντρευτούν τελικά το 2003. Ο Κούρκουλος θα αποκτήσει τέσσερα παιδιά, δύο με την πρώτη του σύζυγο (1966) Μελίτα, τον Άλκη και τη Μελίτα και δυο με την Μαριάνα Λάτση, την Εριέττα και τον Φίλιππο.
Ο Νίκος Κούρκουλος πέθανε 73 ετών από καρκίνο, στις 30 Ιανουαρίου 2007 και η κηδεία του έγινε την επόμενη μέρα στο νεκροταφείο του Ζωγράφου, στη γειτονιά ;oπου μεγάλωσε.
Πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ και Φίνος Φιλμ