«40+Βγαίνω!»… «φωνάζει» ο Θανάσης Αλευράς από τη σκηνή του Φεστιβάλ Μονής Λαζαριστών, όπου σήμερα (14.06.2023) παρουσιάζει μία μουσικοθεατρική παράσταση, ένα πάρτι αφιερωμένο στη γενιά του ’80!
Είναι το πάρτι των γενεθλίων του όπου είναι καλεσμένοι όσοι βρεθούν στο Φεστιβάλ της Μονής Λαζαριστών. Κατά τη διάρκεια της γιορτής του Θανάση Αλευρά, οι 40ρηδες θα νιώσουν απόλυτη ταύτιση, οι νεότεροι θα ακούσουν ιστορίες και θα μάθουν πληροφορίες της εποχής των ’80, των ’90 και του 2000 και οι μεγαλύτεροι θα τοποθετήσουν τον εαυτό τους σε εκείνα τα χρόνια.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Τα 44 κεράκια της τούρτας του θα τα σβήσει καθώς θα παρουσιάζει τη μουσικοχορευτική παράσταση «40+Βγαίνω!». Μία παράσταση – βόλτα σε τέσσερις περασμένες δεκαετίες, που αναμένεται να σκορπίσει γέλιο, να φέρει αναμνήσεις και να προσφέρει συγκίνηση.
«Για μένα και το “40+Βγαίνω!” είναι ένα μεγάλο γενέθλιο πάρτι, που με αφορμή τη δική μου ιστορία, νομίζω ότι είναι μία αφιερωματική βραδιά στην ξακουστή η γενιά του ’80», δήλωσε ο γνωστός ηθοποιός, μιλώντας στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Η παράσταση ξεκινά όταν εμφανίζεται στη σκηνή ο Θανάσης Αλευράς κρατώντας μία βαλίτσα. «Είναι η βαλίτσα που είχε η μαμά μου στα Ιωάννινα, όταν πήγε στο μαιευτήριο για να με γεννήσει. Τότε περιείχε τα ρούχα της και δύο-τρεις δικές μου αλλαξιές. Σήμερα, μέσα σε αυτή τη βαλίτσα έβαλα εγώ κάποια αγαπημένα μου αντικείμενα, που αποτελούν δέκα σταθμούς στη ζωή μου, μέσα από τους οποίους θα αφηγηθώ την ιστορία μου, η οποία -στ’ αλήθεια, είναι η ιστορία όλης της γενιάς μου», τονίζει.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Συμφωνεί με τον όρο «xennials», που αποδόθηκε στη γενιά του (σ.σ. προκύπτει από τον συνδυασμό των όρων «generation x» και «millennial»), επειδή, όπως εξηγεί, «ζήσαμε μία αναλογική παιδική ηλικία και μία ψηφιακή ενηλικίωση και δεν ξέρουμε πού ανήκουμε, αισθανόμαστε πάντα ότι βρισκόμαστε κάπου στο ενδιάμεσο».
Έτσι, λοιπόν, ο Θανάσης Αλευράς θα προσπαθήσει να ανοίξει μέσα από το δικό του άλμπουμ ζωής, τα αντίστοιχα άλμπουμ πολλών συνομηλίκων του. «Είναι ωραίο να γυρνάς πίσω, να θυμάσαι και να βλέπεις τι έχεις καταφέρει. Εμείς από κεκτημένη ταχύτητα τα προσπερνάμε και μένουμε σε όσα δεν καταφέραμε. Αυτό είναι πολύ άδικο γιατί αν πραγματικά κοιτάξει ο καθένας μας πίσω και μετρήσει τις επιτυχίες του, αξίζει κάποια στιγμή να το γιορτάσει και να πιει σ’ αυτό. Κάπως έτσι τη νιώθω αυτή την παράσταση. Να πιούμε σ’ αυτά που καταφέραμε και να πούμε και ένα “μπράβο”, γιατί είμαστε μία γενιά που πραγματικά της αξίζει, μόνο και μόνο για την προσαρμοστικοτητα της», επισημαίνει.
Παράσταση εμπνευσμένη από τον Γιώργο Μαρίνο
Σε ένα πολυσύνθετο θέαμα που περιλαμβάνει μουσική, σάτιρα, σόου και θεατρικό λόγο, παραδέχεται ότι άντλησε έμπνευση από τον Γιώργο Μαρίνο, έναν από τους πρωτοπόρους του ζωντανού σόου στη χώρα μας. «Παρόλο που δεν τον έζησα, τον ακούω από τα ηχογραφήματά του και πάντα σκέφτομαι τι ωραίος δρόμος είναι αυτός που ακολούθησε, που έχει ένα… πάντρεμα όλων των ειδών. Εμένα ψυχοσυνθετικά μου ταιριάζει πάρα πολύ αυτό. Δεν πήγα να μιμηθώ κάτι, απλώς εμπνεύστηκα από όλα αυτά τα σύνθετα πράγματα που έκανε στην καριέρα του για χρόνια», αναφέρει.
Μάλιστα, όπως εξηγεί, η συγκεκριμένη παράσταση ήταν ένα όνειρό του, που ήθελε να το κάνει πραγματικότητα από τότε που θα γιόρταζε τα 40ά του γενέθλια. «Μόλις σκεφτήκαμε τον τίτλο “40 και βγαίνω”, για 2-3 χρόνια μπήκαμε όλοι στα σπίτι μας», λέει σαρκαστικά, χαρακτηρίζοντας το συγκεκριμένο timing «άλλη μία… τρολιά στη γενιά μου, που όταν λέει “βγαίνω στη ζωή”, “βγαίνω στη δουλειά”, “βγαίνω στα όνειρα”, έρχεται μια πόρτα και σου λέει “πού πας;”».
Τελικά χρειάστηκε να φτάσει 43 ετών για να πραγματοποιήσει αυτό το όνειρο για πρώτη φορά, ενώ φέτος ξεκινά την πρώτη καλοκαιρινή περιοδεία της παράστασης που αγαπήθηκε πολύ.
Πρώτος σταθμός ήταν χθες Αλεξανδρούπολη και σήμερα το Φεστιβάλ Μονής Λαζαριστών στη Θεσσαλονίκη. «Μπορεί να άργησα, αλλά… βγήκα με τους καλύτερους», λέει, αναφερόμενος στους συνεργάτες του, την Ιdra Kayne και τον Jerome Kaluta, με τους οποίους μοιράζεται τη σκηνή και τους χαρακτηρίζει «εξαιρετικούς περφόρμερ με καταπληκτικές φωνές», τον Φωκά Ευαγγελινό, που υπογράφει τη σκηνοθεσία και το όλο στήσιμο της μουσικής παράστασης, την Ελένη Γκασούκα, τον Φοίβο Δεληβοριά και τον Γιώργο Παυριανό, που γράφουν μαζί με τον ίδιο τα κείμενα, τον Αντώνη Σκόκο που ανέλαβε τις ενορχηστρώσεις και φυσικά τους μουσικούς που παίζουν ζωντανά επί σκηνής.