Δευτέρα, 25 Νοε.
7oC Αθήνα

Σινεμά: Πρεμιέρα για την «Πίτσα Γλυκόριζα» και το «The King’s Man»

Σινεμά: Πρεμιέρα για την «Πίτσα Γλυκόριζα» και το «The King's Man»
Φωτογραφία ΑΠΕ - ΜΠΕ

Πρεμιέρα κάνουν στα σινεμά δύο νέες ταινίες για αυτή την εβδομάδα, η ξεχωριστή ρομαντική κομεντί του Πολ Τόμας Άντερσον «Πίτσα Γλυκόριζα» (Licorice Pizza) και το πρίκουελ του κινηματογραφικού δημοφιλούς περιπετειώδους franchise «Ο Άνθρωπος του Βασιλιά: Το Ξεκίνημα» (The King’s Man) με τον Ρέιφ Φάινς.

Ωστόσο οι ταινίες κάνουν πρεμιέρα χωρίς προσδοκίες να γεμίσουν τις αίθουσες των σινεμά, που τις μέρες της Πρωτοχρονιάς έμειναν σχεδόν άδειες, για εορταστική περίοδο, καθώς τα εισιτήρια παρουσίασαν νέα σημαντική πτώση.

Με τους μεγαλύτερης ηλικίας θεατές να μένουν σπίτι, η τελευταία περιπέτεια του «Spider-Man» παρέμεινε στην κορυφή των εισπράξεων, καθιστώντας την πλέον την εμπορικότερη ταινία της χρονιάς, με 350.000 εισιτήρια, σε τρεις εβδομάδες προβολής.

Πίτσα Γλυκόριζα (Licorice Pizza)

Ρομαντική κομεντί, αμερικανικής παραγωγής του 2021, σε σκηνοθεσία Πολ Τόμας Άντερσον, με τους Κούπερ Χόφμαν, Αλάνα Χάιμ, Σον Πεν, Μπράντλεϊ Κούπερ, Τζον Σι Ράιλι, Μπένι Σάφντι, Τομ Γουέιτς κ.ά.

Ασυνήθιστη πληθωρική καρτ ποστάλ από τη δεκαετία του ’70, μια ιστορία ενηλικίωσης και βραδυφλεγούς έρωτα μεταξύ δυο νέων, τοποθετημένη στην ηλιόλουστη Καλιφόρνια, από έναν από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες της γενιάς του, τον Πολ Τόμας Άντερσον, των σημαντικών φιλμ «Θα Χυθεί Αίμα», «Μανόλια», «The Master» και «Αόρατη Κλωστή».

Το στόρι εστιάζει στο ρομάντζο ανάμεσα σε έναν φιλόδοξο, με επιχειρηματικό μυαλό, δεκαπεντάχρονο και σε μία κατά δέκα χρόνια μεγαλύτερή του ανήσυχη κοπέλα, που του κλέβει την καρδιά με την πρώτη ματιά. Ένας έρωτας που μοιάζει ανεκπλήρωτος, καθώς τη μια έρχονται κοντά και την άλλη απομακρύνονται, συνεχώς προκύπτουν εμπόδια, τη μια πετάνε σπίθες και την άλλη σβήνουν κάθε επαφή, καθώς η μακρά πορεία της ενηλικίωσης και της αγάπης δεν μπορεί να στηρίζεται στη νεανική αθωότητα.

Ο Άντερσον δεν έχει επιλέξει τη δεκαετία του ’70 απλώς για να αφηγηθεί μία ανέμελη νοσταλγική ιστορία νεανικού έρωτα, ούτε το προνομιούχο, σχεδόν πάντα καλοκαιρινό, Σαν Φερνάντο Βάλεϊ, την πόλη όπου διαδραματίζεται το στόρι του και όπου έχει γυρίσει ήδη τις ταινίες του “Μανόλια” και “Ξέφρενες Νύχτες”, για να τιμήσει ακόμη μια φορά τη γενέτειρά του. Η δεκαετία του ’70 αποτελεί κομβικό σημείο για την Αμερική, καθώς η ξεγνοιασιά τής εποχής και ειδικά της συγκεκριμένης περιοχής δεν θυμίζει τίποτα από τη μαχητική δεκαετία του ’60, όταν οι νέοι ζητούσαν να αλλάξουν τα πάντα, εξοργισμένοι από τον πόλεμο στο Βιετνάμ και όσα θέλει να επιβάλλει η άρχουσα τάξη. Βρισκόμαστε πια στην εποχή όπου ο αμερικανικός καπιταλισμός δείχνει να ανοίγει την αγκαλιά του στους φιλόδοξους νέους, υποσχόμενος θαυμαστή ευημερία, ενώ παράλληλα η ατομικότητα παίρνει τα πάνω της, δημιουργούνται οι μηχανισμοί τής απληστίας και της παραγωγής χρήματος από το τίποτα. Γιατί πέρα από την ειδυλλιακή εικόνα μιας πόλης που σφύζει από ζωή και αντηχεί από ωραία τραγουδάκια της εποχής, υπάρχει και η πραγματικότητα. Απ’ τη μια ο Νίξον και απ’ την άλλη η επερχόμενη τεράστια πετρελαϊκή κρίση, που θα έρθει να πλήξει το εύθραυστο αίσθημα της αισιοδοξίας.

Πίσω από το εκτεταμένο ρομάντζο, ο Άντερσον με μαεστρία ξεδιπλώνει τη μεγάλη εικόνα της Αμερικής, που παραδίδεται πλήρως στην κυνικότητα και τη χρησιμοθηρία. Κι αυτό γιατί πέρα από την ανέμελη ζωή, που βλέπουμε στα γεμάτα ενέργεια και πολύχρωμα πλάνα, εκτός κάδρου κρύβονται οι κίνδυνοι και οι παγίδες για έναν κόσμο αγριεμένο και έτοιμο να κατασπαράξει όσους δεν είναι ωφέλιμοι στο σύστημα. Έναν κόσμο που σήμερα πλέον δύσκολα μπορούμε να καταλάβουμε και οι παλιότεροι να αναγνωρίσουμε.

Η σκηνοθετική προσέγγιση του Άντερσον παραπέμπει σαφώς στη δεκαετία του ’70, όταν μια νέα γενιά σκηνοθετών είχε ακόμη την ικμάδα, τον ενθουσιασμό να φέρει κάτι καινούργιο, να δοκιμάσει, να ανατρέψει στερεότυπα. Και πέρα από κάποιες κατά μέρους αδυναμίες, ο Άντερσον τα πάει περίφημα, με τη συνδρομή τής εξαίρετης φωτογραφίας του Μάικλ Μπάουμαν, το μοντάζ του Άντι Γιούργκεσεν, τη μουσική του Τζόνι Γκρίνγουντ και φυσικά τις ερμηνείες των πρωταγωνιστών. Της Αλάνα Χάιμ (μέλος γυναικείου συγκροτήματος) και του Κούπερ Χόφμαν, γιου του αδικοχαμένου Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν, που χωρίς να είναι τα παιδιά που λάμπουν με την ομορφιά τους, κερδίζουν τις εντυπώσεις, μπορούν να ενταχθούν άνετα στη λίστα των αποκαλύψεων της χρονιάς, αφήνοντας πίσω τους ακόμη και τους σταρ Σον Πεν και Μπράντλεϊ Κούπερ, που εμφανίζονται σε δυο χαρακτηριστικούς ρόλους, ενώ το πέρασμα του Τομ Γουέιτς έχει συμβολική διάσταση.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η Αλάνα και ο Γκάρι, δυο ανήσυχοι νέοι με ετερόκλητα ενδιαφέροντα και διαφορετικό ψυχισμό μεγαλώνουν στην κοιλάδα του Σαν Φερνάντο της Καλιφόρνια, το 1973. Ο Γκάρι, θα ερωτευθεί την κατά δέκα χρόνια μεγαλύτερή του Αλάνα κεραυνοβόλα, αλλά ο δρόμος δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα…

Ο Άνθρωπος του Βασιλιά: Το Ξεκίνημα (The King’s Man)

Περιπέτεια, αμερικανικής και βρετανικής παραγωγής του 2021, σε σκηνοθεσία Μάθιου Βον, με τους Ρέιφ Φάινς, Άαρον Τέιλορ-Τζόνσον, Τζέμα Αρτερτον, Στάνλεϊ Τούτσι, Μάθιου Γκουντ, Κόλιν Φερθ, Τσαρλς Ντανς, Ντάνιελ Μπρουλ, Ντζιμόν Χουνσού, Ρις Ίφανς κ.ά.

Η χορταστική δράση, με τις θεαματικές σκηνές μαχών και πολέμου, το βρετανικό χιούμορ και στιλ, η ίντριγκα, με τους γραφικούς κακούς και η αίσθηση παρωδίας του πατριάρχη του είδους Τζέιμς Μποντ συνεχίζεται στο σύμπαν του κινηματογραφικού φραντσάιζ «Kingsmen», με ένα πρίκουελ, που μας επιστρέφει λίγο πριν τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και στο πώς δημιουργήθηκε η περιβόητη μυστική υπηρεσία.

Ο Μάθιου Βον, που λατρεύει τα κόμικς, αυτή τη φορά μπορεί να πηγαίνει στην πηγή του μύθου του, αλλά δεν καταφέρνει να μας δροσίσει, καθώς οι χαρακτήρες του είναι πιο χάρτινοι από ποτέ, οι ιδέες του δείχνουν να επαναλαμβάνονται, το αποικιοκρατικό περιπαιχτικό βλέμμα να εξαντλείται, η αφήγησή του να αγκομαχά. Οι μακράς διάρκειας σκηνές μαχών και επεισοδίων, μπορεί να προσφέρουν διασκεδαστικές στιγμές, η ύπαρξη του Ρασπούτιν ανάμεσα στους κακούς να αποτελεί μια πινελιά φρεσκάδας, αλλά τελικά το πιο σημαντικό στήριγμα της ταινίας παραμένει ο Ρέιφ Φάινς και το πολυπρόσωπο καστ που καλύπτει τις αδυναμίες της ταινίας. Χαρακτήρες αναιμικοί που χωρίζονται σε αυτούς που πρέπει να αντιμετωπίσουν το κακό και στους σατανικούς εγκληματίες, που βρίσκουν πάντα την ευκαιρία να ξεδιπλώσουν τα ζοφερά σχέδιά τους, θυσιάζοντας εκατομμύρια ανθρώπους.

Έτσι, πέρα από ορισμένες θεαματικές σκηνές και τον Ρέιφ Φάινς που είναι ικανός να καλλωπίσει με την παρουσία του ακόμη και το τίποτα, το τρίτο μέρος των “Kingsmen” εύκολα κατατάσσεται στις διασκεδαστικές περιπέτειες δίχως απαιτήσεις, ένα σχετικά ευχάριστο δίωρο, που μετά από λίγο θα έχει ξεχαστεί.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Λίγο πριν το ξέσπασμα του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου, όταν οι μεγάλες δυνάμεις του κόσμου περίμεναν μια ασήμαντη αφορμή για να επιτεθούν η μία στην άλλη, ένας στρατός από τους χειρότερους τυράννους και ικανότερους εγκληματίες, ανάμεσά τους και ο περίφημος Ρασπούτιν, βρίσκουν την ευκαιρία να εξαπολύσουν τη δική τους επίθεση. Ένας άνθρωπος, ο Ορλάντο Όξφορντ, αποφασίζει να τους αντιμετωπίσει…

Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ

Lifestyle Τελευταίες ειδήσεις