Με πέντε νέες ταινίες, τέσσερις απ’ αυτές ενδεικτικά δείγματα ενός εναλλακτικού σινεμά, ανεξάρτητες παραγωγές από Βρετανία και Αμερική, ιρανικό δράμα, ντοκιμαντέρ για τις πληγωμένες αρτηρίες του πλανήτη, ανοίγει απόψε η κινηματογραφική εβδομάδα.
Πρόκειται για τα δραματικά φιλμ “Σημείο Βρασμού”, με τον Στίβεν Γκράχαμ, “Μετά τον Γιανγκ”, με τον Κόλιν Φαρέλ, “Η Μπαλάντα της Λευκής Αγελάδας” από το Ιράν και το αυστραλιανό ντοκιμαντέρ “River”. Επίσης, προβάλλεται και το παιδικό animation “Πάντα στο Κόκκινο”.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Σημείο Βρασμού (Boiling Point)
Δραματική ταινία, βρετανικής παραγωγής του 2021, σε σκηνοθεσία Φίλιπ Μπαραντίνι, με τους Στίβεν Γκράχαμ, Τζέισον Φλέμινγκ, Ρέι Πάνθακι, Χάνα Γουόλτερς, Βινέτ Ρόμπινσον, Άλις Φέιθαμ κ.ά.
Δράμα… κουζίνας, αλλά και χαρακτήρων, με την αγωνία να κλιμακώνεται, καθώς οι εστίες, οι κατσαρόλες και τα τηγάνια παίρνουν φωτιά, οι τρελές απαιτήσεις και ο ανταγωνισμός σκοτώνει την ηρεμία μιας δημιουργικής βραδιάς και τον σεφ, που παίζει το καλό του όνομα, να φτάνει στα άκρα του -σαν σουφλέ έτοιμο να εκραγεί, αλλά παραμένει σε θερμοκρασία στόματος, έτοιμο προς κατανάλωση. Ένα απρόσμενα ενδιαφέρον φιλμ τού ανεξάρτητου βρετανικού σινεμά από τον Φίλιπ Μπαραντίνι, ο οποίος επιλέγει να τη γυρίσει με ένα πνιγηρό τρόπο, που μοιάζει με μονοπλάνο και την κάμερα στο χέρι, δίνοντας την αίσθηση της ασφυξίας, τόσο για τους χαρακτήρες τού φιλμ, όσο και για τον θεατή.
Με τα τηλεοπτικά ριάλιτι μαγειρικής να έχουν τεράστια πέραση τα τελευταία χρόνια, το στόρι τής ταινίας μπορεί να φαντάζει ως μία απόπειρα να εξαργυρώσει το γκελ της κουζίνας στο κοινό, αλλά δεν είναι αυτός ο στόχος – ή τουλάχιστον δεν είναι ο βασικός στόχος.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Ο Μπαραντίνι μας μεταφέρει στις γιορτές των Χριστουγέννων, σε ένα απ’ αυτά τα ρεστοράν του Λονδίνου, που για να κλείσεις τραπέζι πρέπει να έχεις μέσον και… χοντρό πορτοφόλι, στο οποίο όλα δείχνουν, απ’ την αρχή, ότι κάτι δεν πάει καλά. Ο σεφ έχει καθυστερήσει, οι προετοιμασίες έχουν μείνει πίσω, οι απαιτήσεις των πελατών μοιάζουν παράλογες, απρόσμενα ατυχήματα της κουζίνας και άλλα πολλά που θα κάνουν το πυρακτωμένο μάτι της κουζίνας να μοιάζει με αποκούμπι των βασανισμένων μαγείρων.
Η αντισυμβατική σκηνοθετική ματιά του Μπαραντίνι, που αποφεύγει τις ευκολίες, τα κλισέ και τις συνταγές που οδηγούν στην -τηλεοπτική- αποδοχή και επιτυχία, αναδεικνύει τη σκληρότητα της καθημερινής επιβίωσης, τις ανθρώπινες αδυναμίες, το χαμένο νόημα της ζωής, με τους ηθοποιούς να παίζουν και τον ρόλο της μονταζιέρας, καθώς η κίνησή τους οδηγεί τα πλάνα, τις σκηνές, τη δραματουργία. Ο Μπαραντίνι, αν και ορισμένες φορές δείχνει να μην μπορεί να σηκώσει το βάρος του ριψοκίνδυνου τρόπου κινηματογράφησης που έχει επιλέξει και φαίνεται να μην μπορεί να υλοποιήσει σε κάποιο βαθμό αυτά που είχε στο μυαλό του, περιορισμένος μέσα στο ίδιο του το εύρημα, σίγουρα αξίζει τα εύσημα, για την τόλμη του, όπως και για το αντιεμπορικό όσο και ρεαλιστικά απαισιόδοξο φινάλε του.
Ο Στίβεν Γκράχαμ, απ’ την πλευρά του, θυμίζοντας σε ορμητικότητα και σφρίγος τον Αλ Πατσίνο στα νιάτα του, θα φέρει εις πέρας έναν απαιτητικό ρόλο, δίνοντας ρεύμα και σε όλο το καστ.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο Άντι, σεφ ενός διακεκριμένου εστιατορίου φτάνει αργοπορημένος για να διαπιστώσει ότι όλα έχουν πάει πίσω λόγω μιας ξαφνικής επιθεώρησης από το υγειονομικό. Και τα προβλήματα δεν σταματούν εκεί. Μέσα στη διάρκεια μίας και μόνο βάρδιας, ο Άντι και οι υπόλοιποι εργαζόμενοι του εστιατορίου καλούνται να αντιμετωπίσουν παράλογους πελάτες, τσακωμούς ανάμεσα στο προσωπικό, ατυχήματα, τραυματισμούς, ανοιχτούς λογαριασμούς από το παρελθόν και όλα αυτά με τις παραγγελίες να τρέχουν και την κουζίνα να πρέπει να ανταπεξέλθει. Θα τα καταφέρει να ανταποκριθεί σε άλλη μια βραδιά εξοντωτικής πίεσης; Σε αυτήν την κουζίνα τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται…
Η Μπαλάντα της Λευκής Αγελάδας (Ballad of a White Cow)
Δραματική ταινία, ιρανικής και γαλλικής παραγωγής του 2020, σε σκηνοθεσία Μπεχτάς Σαναέχα και Μαριάμ Μογκαντάμ, με τους Σανί Φαρ, Μαριάμ Μογκαντάμ, Πούρια Ραχίμι Σαμ, Λιλί Φαρχαντπούρ κ.ά.
Από το πρώτο πλάνο καταλαβαίνεις ότι πρόκειται για μια δυνατή ταινία, ακόμη ένα γνήσιο δείγμα της μεγάλης σχολής του ιρανικού σινεμά, που κερδίζει συνεχώς θαυμαστές, αποτελεί την πιο σοβαρή εναλλακτική επιλογή έναντι των ισχυρών κινηματογραφικών βιομηχανιών και κάθε χρόνο μας συστήνει νέα αξιόλογα ονόματα τόσο στη σκηνοθεσία όσο και στην ηθοποιία.
Στιβαρό ανθρωποκεντρικό δράμα, το οποίο σκηνοθέτησε το ζευγάρι -και στη ζωή- Μπεχτάς Σαναέχα και Μαριάμ Μογκαντάμ και μεταφέρει με μια σκηνοθετική αρτιότητα, που ξαφνιάζει, την άνιση μάχη μιας γυναίκας απέναντι σε ένα ανδρικό αρτηριοσκληρωτικό, οχυρωμένο πίσω από τη γραφειοκρατία, σύστημα εξουσίας και δικαιοσύνης.
Μια γυναίκα, που ο άνδρας της κρίθηκε ένοχος για φόνο και εκτελέστηκε, ένα χρόνο αργότερα μαθαίνει από τις αρχές ότι τελικά άλλος ήταν ο ένοχος και της προσφέρεται μία οικονομική αποζημίωση. Η γυναίκα, έχοντας τεράστια οικονομικά προβλήματα και μια κόρη κωφάλαλη, θα επιδιώξει και την ηθική δικαίωση του μακαρίτη συζύγου της, ερχόμενη αντιμέτωπη με την άτεγκτη γραφειοκρατία, ενώ ταυτόχρονα θα εμφανιστεί ένας άγνωστος άνδρας, παλιός φίλος τού συζύγου της, που θέλει να τη βοηθήσει οικονομικά.
Παρά την υποβλητική σκηνοθεσία, τα εμπνευσμένα πλάνα, τις καλές ερμηνείες και την τεχνική αρτιότητα, η ταινία δείχνει να χάνει στα μισά τη σπιρτάδα της, να σπαταλάει ανούσια χρόνο για τη σχέση της ηρωίδας με τον μυστηριώδη άνδρα. Ωστόσο, η ανάδειξη της γυναικείας γενναιότητας απέναντι σε ένα άτεγκτο δικαστικό σύστημα, που αμύνεται για τη λάθος καταδικαστική απόφαση με το επιχείρημα ότι «ήταν θέλημα Θεού» και τις τακτικές κωλυσιεργίας, που αν μη τι άλλο κάτι θα θυμίσουν στους θεατές όλου του κόσμου, δικαιώνουν σε μεγάλο βαθμό την επιλογή τής ταινίας στο επίσημο διαγωνιστικό τμήμα του κινηματογραφικού φεστιβάλ Βερολίνου 2021.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η ζωή της Μίνας ανατρέπεται όταν μαθαίνει ότι ο σύζυγός της, ο Μπαμπάκ, αποδείχτηκε αθώος για το έγκλημα για το οποίο εκτελέστηκε. Οι αρχές απολογούνται για το λάθος τους και προσφέρουν αποζημίωση, αλλά τότε η Μίνα ξεκινά μια βουβή μάχη κόντρα σ’ ένα κυνικό σύστημα για το καλό της ίδιας και της κόρης της. Όταν ξεμένει από χρήματα, ένας άγνωστος με το όνομα Ρεζά χτυπάει την πόρτα της, λέγοντας ότι έχει έρθει για να ξεπληρώσει το χρέος του στον Μπαμπάκ. Η Μίνα στην αρχή είναι επιφυλακτική, αλλά αφήνει όλο και περισσότερο τον Ρεζά στη ζωή της, αγνοώντας το μυστικό που τους συνδέει.
Μετά τον Γιανγκ (After Yang)
Δράμα επιστημονικής φαντασίας, αμερικανικής παραγωγής του 2022, σε σκηνοθεσία Κογκονάντα, με τους Κόλιν Φάρελ, Τζόντι Τέρνερ-Σμιθ, Χάλεϊ Λου Ρίτσαρντ, Τζάστιν Χ. Μιν, Μπρεντ Ντάιερ κ.ά.
Το κινηματογραφικό ντεμπούτο του Νοτιοκορεάτη σκηνοθέτη Κογκονάντα, που δουλεύει στις ΗΠΑ και η αληθινή του ταυτότητα παραμένει ένα μυστήριο, ξάφνιασε πριν πέντε χρόνια τον κινηματογραφικό κόσμο με το “Columbus”, ενώ στο πρόσωπό του πολλοί νέοι Αμερικανοί κριτικοί ανακάλυψαν τον νέο… Κιούμπρικ, κυρίως μέσα από τα βίντεο δοκιμιακού χαρακτήρα πάνω σε δημιουργούς και τα μοτίβα τους. Είναι φανερό ότι η έλλειψη πραγματικών ταλέντων στο σινεμά έχει δημιουργήσει μια σύγχυση, στην καλύτερη των περιπτώσεων, γιατί θα μπορούσαμε να μιλήσουμε και για παραλογισμό. Γιατί μετά το “Μετά τον Γιανγκ” σίγουρα θα πρέπει να προσγειωθούν όλοι αυτοί που μιλούν με διθυράμβους για τον Κογκονάντα, βλέποντας ένα φιλμ που μπορεί να έχει ορισμένα εξαιρετικά πλάνα, μια προσπάθεια στοχασμού για τις ανθρώπινες σχέσεις, την αποξένωση και τη ένταξη του ανθρώπου στην προηγμένη τεχνολογία, αλλά τελικά κυριαρχούν η στιλιστική επίδειξη, ενός στομφώδους ύφους που καταλήγει σε εξεζητημένο υφάκι.
Το στόρι του Κογκονάντα μας μεταφέρει στο μέλλον, όπου τα ρομπότ με ανθρώπινη μορφή (ανδροειδή) έχουν μπει για τα καλά στις οικογένειες. Π’ως θα αντιμετωπίσει μια οικογένεια τη σοβαρή, “θανάσιμη” βλάβη ενός ανδροειδούς, που συντροφεύει τη μοναχοκόρη της και η μικρή έχει συνδεθεί στενά με αυτό;
Εντάξει, η βάση υπάρχει, διότι ποιος δεν έχει δεθεί με το πρώτο του ποδήλατο, το πρώτο του πικάπ ή το πρώτο του αυτοκίνητο; Πόσο μάλλον με ένα αφοσιωμένο ανδροειδές. Ωστόσο, αυτό που θα χτυπήσει κατάκαρδα τον πατέρα τής οικογένειας είναι ότι θα ανακαλύψει, μέσω της κάρτας μνήμης του ρομπότ, την απομάκρυνσή του από την κόρη του, την οικογένειά του, τις χαμένες οικογενειακές στιγμές, που συνθέτουν τη χαρά της ζωής. Μιας χαράς που στέρησε και από τους δικούς του.
Παρά τις ενστάσεις για το χαμηλόφωνο δράμα τού Νοτιοκορεάτη σκηνοθέτη (τόσο χαμηλόφωνο που οι ηθοποιοί μιλούν συνεχώς σαν να είναι σε κηδεία και με μια ισοπεδωτική κατήφεια), η ταινία έχει ενδιαφέρον, όχι μόνο για τα θέματα που θέλει να αναδείξει, αλλά και για αυτά που μπορούμε, με τρόμο, να σκεφτούμε παράλληλα με το στόρι ή τη θέληση του. Και δεν είναι τυχαίο ότι δυο στίχοι από το τραγουδάκι που λέει το κορίτσι της οικογένειας στο φινάλε είναι και όλο το ζουμί της ταινίας και θα αρκούσε για να μας διηγηθεί αποτελεσματικά τον προβληματισμό τού σκηνοθέτη. Τι λέει; «Θέλω να είμαι μια μελωδία, ακριβώς σαν έναν απλό ήχο, σαν μια απλή αρμονία»….
Ο Κόλιν Φάρελ, παρότι δείχνει εγκλωβισμένος στο στιλιζάρισμα του Κογκονάντα, δείχνει να αποστασιοποιείται από τις φόρμες και ευκολίες που θα συμβάδιζαν με ένα φουτουριστικό φιλμ, αναδεικνύει ρεαλιστικά και με μέτρο την απόγνωση του χαρακτήρα, το ανθρώπινο δράμα που συντελείται εν αγνοία του.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Όταν ο Γιανγκ, το αγαπημένο και πολύτιμο ανδροειδές που συντροφεύει την κόρη τού Τζέικ παθαίνει σοβαρή βλάβη, ο ανήσυχος πατέρας αναζητεί τρόπο να τον επισκευάσει. Στην πορεία, ο Τζέικ ανακαλύπτει ότι η ζωή τον προσπερνά και αναζητά να συνδεθεί ουσιαστικά με τη σύζυγο του και την κόρη του.
Προβάλλονται ακόμη οι ταινίες:
River: Εντυπωσιακά εικονογραφημένο ντοκιμαντέρ, αυστραλιανής παραγωγής του 2021 και σε σκηνοθεσία της Τζένιφερ Πίντομ, που πριν τέσσερα χρόνια μας είχε χαρίσει το “Mountain”. Σε αυτό το δεύτερο ντοκιμαντέρ της, η Πίντομ, έχοντας ως συμπαραστάτες της την Αυστραλιανή Ορχήστρα Δωματίου και ως αφηγητή τον Γουίλεμ Νταφόε, θα μας υπενθυμίσει την τεράστια σημασία των ποταμών στον πλανήτη και όσα έκαναν οι άνθρωποι λαβώνοντας όχι μόνο αυτές τις υδάτινες αρτηρίες της φύσης, αλλά και προσβάλλοντας βάναυσα τη θεϊκή τους υπόσταση.
Ένα ταξίδι στο χώρο και τον χρόνο, το οποίο εκτείνεται σε 39 χώρες και τις πέντε ηπείρους, με ανεπανάληπτες εικόνες, χρησιμοποιώντας ακόμη και δορυφορικά πλάνα, μια ωδή στον φυσικό κόσμο και μια αναθεώρηση της ιστορίας τόσο των ποταμών όσο και του ανθρώπινου πολιτισμού.
Πάντα στο Κόκκινο (Turning Red): Παιδική ταινία κινουμένων σχεδίων από την Pixar και την πρώτη σκηνοθετική απόπειρα της Ντόμι Σι. Ένα χαριτωμένο animation, που διαθέτει και αξιοπρόσεκτο σενάριο, για τις κοριτσίστικες ανησυχίες, την εφηβική έκρηξη, που μπορεί να οδηγήσει σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις. Εκτός από τα παιδιά, απευθύνεται και σε νεόκοπους γονείς.