Site icon NewsIT

Ο Χαραλαμπόπουλος, ο Ντενκτάς και το «ΡΟΜΑΝΤΖΟ»

17.10.2014 | 18:49
Ο Χαραλαμπόπουλος, ο Ντενκτάς και το «ΡΟΜΑΝΤΖΟ»

Γράφει ο Mάνος Αντώναρος (manosantonaros@gmail.com)

Tον Γιάννη Χαραλαμπόπουλο τον γνωρισα μια φορά στη ζωή μου… αλλά ήταν (μάλλον) για εκείνον μια από τις σημαντικότερες στιγμές της πολιτικής του καριέρας.

Το βράδυ της 14ης του Νοεμβρίου του 1983.

Στο Στρασβούργο… την ημέρα που ο Ραούφ Ντεκτας ανακήρυξε το τουρκικό ψευδοκράτος στην Κύπρο. Μην κοιτάτε που τώρα φαντάζει μακρινό και ξεχασμένο…. τότε ήταν έκρηξη εν αιθρία…. O Aνδρέας Παπανδρέου ήταν  στα ντουζένια του και ο κόσμος είχε μεγάλο ενδιαφέρον για τις πολιτικές εξελίξεις.

Εργαζόμουν στο «Ελεύθερο Τύπο» ως ελεύθερος ρεπόρτερ. Δεν είχα καμμιά απολύτως σχέση με το πολιτικό ρεπορτάζ. Όταν λέμε καμμία, εννοούμε:καμμία.

Κι όμως εκείνη την κρίσιμη στιγμή, που η Ελλάδα σημειωτέον είχε την προεδρία της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΟΚ την λέγαμε τότε)… είμαι ο μοναδικός Ελληνας δημοσιογράφος στο Ευρωκοινοβούλιο στο Στρασβούργο.

Ο τότε διευθυντής του «Ελεύθερου Τύπου» Γιώργος Κατσώνης –που με συμπαθούσε και τον συμπαθούσα- με είχε στείλει να παρακολουθήσω κάτι εργασίες της Ομάδας των Ευρωβουλευτών με θέμα της … γεωργία. Τριχες δλδ… είναι απ’ αυτές τις προσκλήσεις που ερχονται στα ΜΜΕ και ο διευθυντής δίνει σε κάποιον δημοσιογράφο και αυτός μετα γράφει ένα μονόστηλο…Ταξιδάκι αναψυχής δωρο με άλλα λόγια.

Και έτσι να μην ήταν εγώ ετσι το’χα δει.

Προσγειώθηκα λοιπόν στο Παρίσι, ήρθε με πήρε ενας φίλος μου ο Αρης, που έμενε εκεί (και δεν είχε μία)… αλλά είχε αυτοκίνητο … είχαμε αποφασίσει να κάνουμε μια ωραία εκδρομή στη Γαλλία…

-Ρε συ ας περάσουμε κι από το Στρασβούργο … πρέπει να πάω τουλάχιστον μια φορά στο Ευρωκοινοβούλιο….

-Ελα μωρέ… δεν βαριέσαι;

-Πάμε μωρέ…

-Καλά πάμε… αλλά θα σε περιμένω απ’ έξω… Ετσι;

Πήγαμε. Μπήκα στο Ευερωκοινοβούλιο και με το που πήρα έναν καφέ… έσκασε ο Ντενκτάς και το ψευδοκράτος του… Ο Γιάννης Χαραλαμπόπουλος ως Πρόεδρος των Υπουργών Εξωτερικών και γυσικά ως Υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας ανέβηκε στο βήμα.

Οι οθόνες της εσωτερικής τηλεόρασης πήραν φωτιά…

Το ίδιο φωτιά ήταν και ο Γιάννης Χαραλαμπόπουλος.

Ο δημοσιογράφος ξύπνησε μέσα μου. Πήγα στην αίθουσα συνταξης… μια συγκεκριμένη γωνιά με 4-5 γραφεία ήταν για τους Ελληνες δημοσιογράφους… Ηταν η μόνη γωνιά που ήταν εντελώς άδεια… Ειχε όμως τηλέφωνα… γιατι φυσικά τότε δεν υπηρχαν κινητά.

Τηλεφωνησα στην εφημερίδα στον διευθυντή.

-Είμαι στο Στρασβούργο.

-Α, σωστά….Ωραία! δεν στέλνω στον Οδυσσέα, κάλυψε το εσύ… 1.500 λέξεις. Καλή τύχη.

Ουψ!

Εμένα ένα με απασχολήσε εκείνη τη στιγμή: το «δεν στέλνω τον Οδυσσέα!»  Δηλαδή τον Οδυσσέα Ζούλα, αντιπρόεδρο της ΕΣΗΕΑ, παλιό κι έμπειρο κοινοβουλετικό συντάκτη … που μάλλον δεν θα του άρεσε που σε μια τέτοια πολιτική εξελιξη θα έμενε στην Αθήνα και τη δουλειά του θα την έκανε κάποιος Αντωνιάδης… Αντωνόπουλος… Αντωναρίδης,… κάπως έτσι τέλος πάντων.

Αφού με έλουσε κρύος ιδρωτας… πήγα στο δεύτερο πρόβλημα.

Ρεπορτάζ! Μάλιστα! Τι ρεπορτάζ; Από πού να αρχίσω και πού να τελειώσω.

Εκανα απελπισμένος βόλτες… Ειπα στον φίλο μου τον Αρη ότι η εκδρομη μας αναβάλεται και τον έστειλα πίσω στο Παρίσι…

Εκανα απελπισμένος βόλτες στο κτίριο. Ξαφνικά είδα την επιγραφή σε ένα γραφείο.

“Die Welt”.

O αδελφός μου εκείνη την εποχή (και για πολλά χρόνια πριν και μετά) ήταν ανταποκριτής της μεγάλης αυτης γερμανικής εφημερίδας στην Ελλάδα και στην Μέση Ανατολή… Θεωρητικά ήταν ανώτερος από τους συναδέλφους του στο γραφείο που έλεγε το όνομα της εφημερίδας.

Μισή ντροπή δική μου μισή ντροπή δική τους.

Μπήκα… έβαλα τα καλύτερα γερμανικά μου που εκείνη την εποχή τα’χα και πρόσφατα… και συστήθηκα:

ntonaros. (αυτό είναι που λένε: μισή αλήθεια)

Kάνανε μεγάλη χαρά τα γερμανάκια…σίγουροι ότι ειμαιο αδελφός μου…. ο ένας μάλιστα με ήξερε κιόλας… με είχε γνωρίσει παλιότερα στο Αμβούργο… πιασ’ το αβγο και κούρευτο.

-Σε τι μπορούμε να σας εξυπηρετήσουμε;

(οι άνθρωποι είχαν γραφείο εκεί… δικό τους… όχι γωνίτσα…άρα ειχαν και τα μέσα.. ήταν εντός έδρας.)

Ελα μου ντε… σκέφτηκα…

Ετσι ζητησα το αυτόνόητο:

-Θα ήθελα ένα ραντεβού με τον κ. Χαραλαμπόπουλο.

(Δηλαδή από έναν άνθρωπο που δημοσίως η Σφήκα μπροστά του ήταν πολυλογού)

das ist alles? (Aυτό είναι όλο;) με ρωτησαν. Με διαβεβαιωσαν ότι θα το κάνουνε με την πρώτη ευκαιρία, όταν κατέβει ο Υπουργός από το βήμα.

Ησυχασα… Ηξερα εκ πειρας ότι αφού με διαβεβαιωσαν θα γίνει.

Εξω ψιλοχιόνιζε κι έκανε διαβολεμένο κρύο. Ηθελα οπωσδηποτε ένα κονιάκ… το περίεργο είναι ότι δεν πίνω κονιάκ… Είχαν περάσει τουλάχιστον 4 ωρες…και ειχα πιεί όλους τους καφέδες σε όλες τι γεύσεις και παραλλαγές… την ωρα που σκεφτόμουν το κονιάκ… εμφανίζεται ο Σπύρος Φαναριώτης… ένας ευγενής παλιός δημοσιογράφος, που είχε την ευθύνη της επικοινωνίας του τότε Υπουργού Εξωτερικών.

-Ελάτε, μου είπε… ο υπουργός σας περιμένει.

Ευτυχως η δυστυχως πάσχω παιδιόθεν από άγνοια κινδύνου.

Τον ακολούθησα σε έναν δαιδαλώδη διάδρομο.

Φτασαμε στο γραφείο. Ηταν ένα φινετσάτο διαμέρισμα-γραφείο.

Ο Γιάννης Χαραλαμπόπουλος καθόταν σε έναν μεγάλο τριθέσιο δερμάτινο καναπέ. Με τον που τον πλησίασα σηκώθηκε και μου δωσε το χέρι… Ηταν τεράστιος… με εκείνες τις μουστάκες… με δυνατη χειράψία.

Κάθισε! μου είπε και μου΄δειξε δίπλα του.

Κάθισα.

Τον πρόσεξα. Ειχε βγάλει το σακάκι…φορούσε ένα καταλευκο πουκάμισο με την γραβάτα σωστα δεμένη στη θέση της… Από τον τρόπο που καθόταν καταλάβαινες ότι αυτος ο ευθυτενής άνθρωπος ήταν κουρασμένος…βασικά ψυχικά… είχε δώσει πολλή ενέργεια.

-Θα πιείς ένα κονιάκ; με ρωτησε…εγω θα πιώ.

Χαμογέλασα… Ζητησε δυο κονιάκ…

-Δυσκολη μέρα…μου είπε…

Πήγα να ρωτησω… Μου έκανε νόημα «όχι».

-Δεν μπορω να σου μιλήσω τωρα… δεν επιτρεπεται να μιλήσω στα μέσα τώρα… είναι κρισιμη στιγμή και η νύχτα θα’ναι μεγάλη. Εχω να δευτερολογήσω… βγήκα για λίγο… όταν τελειώσω θα σε ειδοποιήσω για δηλώσεις.

Ηπια μια γουλιά από το κονιάκ μου και έκανα να σηκωθω.

-Αντώναρος ε; Ο γελοιογράφος ο Αρχέλαος τι σου είναι;

Δεν σηκώθηκα… ήξερα ότι θα κάτσω λιγάκι ακόμα…

Για δεύτερη φορά μέσα σε λίγες ώρες η Οικογένεια μου βοηθούσε…έστω και εν αγνοία της.

-Πατέρας μου, κύριε Πρόεδρε.

Εκανε μια χαρατηριστική κίνηση με τα δυο δάκτυλα του ενός χεριού που κατεβάζει τα μουστάκια… την έκανε κι ο πατέρας μου…

        Ηταν σημαντικότατη συντροφιά οι γελοιογραφίες του πατέρα σου, αλλά και άλλων βέβαια… στο «Ρομάντζο»….(ήταν το μόνο που περνούσε) στις μέρες στην εξορία… μου είπε…ήταν η μοναδική μας επικοινωνία με τον έξω κόσμο….ένα χαμόγελο και μια ελπίδα μας ατσάλωνε. Να του το πεις όταν τον δεις.

(Σημειώση: Του το’πα κι έκανε την ίδια κίνηση με το μουστάκι! Του άρεσε βέβαια!)

‘Ηταν η ώρα να φυγω.

Ξαναπήγα στην γωνίτσα των Ελληνων δημοσιογράφων. Αδεια κι ερημη… κάθομαι σε ένα γραφείο… και ξαφνικά ανοίγει η πόρτα και ορμά ένα αλαλάζον λεφούσι με τους Ελληνες κοινοβουλετικούς συντάκτες που μπήκαν στο πρώτο αεροπλάνο και ήρθαν από την πατρίδα.

Τότε λειτουργούσε σε κάθε ρεπορτάζ το «τραστ»… δηλαδή δεν ηταν ευκολο να αποδεχθούν έναν κανούργιο… ήθελε χρόνο… και καψόνια για να γίνεις μέλος… κι εγω ήμουν εκεί έχοντας αυθαίρετα αντικαταστήσει τον πατριάρχη τους τον Οδυσσέα Ζούλα.

Ωραία μου ταχε πει ο Πρόεδρος για τον μπαμπά μου… αλλά από ρεπορτάζ λέξη… Αρχισαν όλοι να βαρανε με μανία τις γραφομηχανές τους… ξεχώρισα έναν… τον μοναδικό που αναγνωριζα… κι αυτόν τον ήξερα επειδή ένα βράδι -λίγο καιρο πριν- είχαμε κάτσει δίπλα-δίπλα σε ένα δημοσιογραφικό-καλλιτεχνικό «καταγώγιο» στο Κολωνάκι το La Minute … Ποτέ στη ζωή μου δεν έχω πάει σε πιο σκοτεινό μέρος. Δεν ήξερες αν τρως τη δικιά σου κρέπα ή του διπλανού. Τον θυμήθηκα γιατι κατουρήθηκε στα γέλια από δυο ανέκδοτα που είπα…

Ηταν ο Γιάννης Παπουτσάνης που τότε εργαζόταν για την εφημερίδα «Μακεδονία!»… ιδιαίτερα αγχώδης τύπος… έγραφε λες και δεν υπήρχε αύριο…

Τον πλησίασα.

-Καφεδάκι;

Σηκωσε το κεφάλι και με κοίταξε όπως βλέπει ο αμαρτωλός τον Χριστό.

-Ε, ναι….

Πήγα προς το bar… επεστρεψα σε 5 δευτερόλεπτα…ξανα σταθηκα μπροστα του:

-Ζάχαρη;

Με κοίταξε με βλέμμα ανθρωπου που είναι σίγουρος ότι τον παίρνει η Candid Camera.

-Δυο κουταλιές και ξαναρχισε να γραφει με μανία.

-Γάλα;

Η φωνή ήρθε χωρις να σηκώσει το κεφάλι.

-Όχι!

Εφερα τον καφέ…

Δεν το πίστευε στα μάτια του (αργότερα μου εξομολογήθηκε ότι κάτι του θυμιζα και επειδή δεν ήξερε τι ακριβώς… έδωσε τόπο στην οργή!)

Τραβηξε μια ρουφηξιά και μου χαμογέλασε.

Καλό αυτό. Εκανε να βγάλει τσιγάρο… τα’χε καπνίσει όλα… καφές, στρες, χωρις τσγάρο δεν λέει… τα βλέμματα μας συναντηθηκαν του έκανα νόημα:

-Εγώ!

Κάπνιζε Camel… Τουφερα ένα πακέτο… κι ένα σαντουϊτσάκι…

-Τι σας … σου… οφείλω;

-Μετα… γράψε τωρα.

Το’γραψε … μουβγαλε την ψυχή αλλά τογραψε… τοσβησε…το ξαναγραψε… το ξανασβησε…το ξαναμαναεγραψε…

Τον πλησίασα,

-Μπορώ να ζητήσω μια χάρη;

-Ναι!

-Μπορώ να δω το ρεπορτάζ… λέγομαι τάδε… Ελεύθερος Τύπος και του εξηγησα με δυο λέξεις πως βρέθηκα εκεί.

Εβαλε τα γέλια και μου τοδωσε.

Εγραψα εγω ένα δικό μου απ’ αυτά που διάβασα… που τα περισσότερα ηταν κοινα για όλους… και είχα και το αποκλειστικό μου που ο Χαραλαμπόπουλος μου είπε: δυσκολη μέρα.

Αφου τοστειλαμε fax και έκανα να φυγω…νασου ο Σπυρος Φαναριώτης… κατευθείαν πάνω μου…ωχ τον είχα ξεχάσει τον Πρόεδρο.

-Δυστυχώς, κυριε Αντώναρε ο Υπουργός έπρεπε να φύγει εσπευσμένως. Σας ζητα συγγνωμη που δεν μπόρεσε να σας δει όπως σας υποσχέθηκε στη συνάντηση που’χατε μαζί του.

Και τσουπ φεύγει για να μην προλάβουν να του την πέσουν οι άλλοι.

Του Παπουτσάνη τουστριψε το μάτι.

-Με ποιόν Υπουργό είχες συνάντηση;

-Με τον κ. Χαραλαμπόουλο.

-Είδες τον Χαραλαμπόπουλο;

-Ναι με κέρασε και κονιάκ.

-Σήμερα;

-Ναι κανένα μισάωρο πριν έλθετε.

-Και τι σου είπε;

-Τίποτα.

-Τίποτα;

-Μου είπε για το «Ρομάντζο».

-… ποιο ρομάντζο;

-Το περιοδικό!

Με κοίταξε με πανικόβλητο βλέμμα.

-Ησουν σημερα με τον Υπουργό Εξωτερικών και μιλήσατε για το «Ρομάντζο»;

-Μάλιστα!

Με κοίταξε για μισο λεπτό ανέκφραστος προσπαθωντας να διετευνήσει αν εχω δραπετεύσει από το ψυχίατρειο ή αν σοβαρολογώ… και αρχισε να γελά… ακατάπαυστα.

Δεν μπήκα ποτέ στο τράστ τους γιατι δεν χρειάστηκε. Όμως εκείνο το βράδι με πήρανε μαζί τους και φαγαμε καταπληκτικά σνίτσελ και ήπιαμε μπύρες.

Επέστρεψα με το καλό στην Αθήνα… πήγα κανονικά στην εφημερίδα… όταν ο κλητήρας με ειδοποίησε ότι θέλει να με δει ο κ. Οδυσσέας Ζούλας.

Πήγα σε ένα γραφείο.

Δεν τον είχα ξαναδεί. Είναι ο μπαμπάς της Ρίκας Βαγιάνη. Φαλακρός, μελαχροινός, με όμορφα μάτια και ένα χαμόγελο που δεν ήξερες αν ηταν για καλό ή για κακό…

Πριν προλάβει να μου πει τίποτα… του εξηγησα πώς βρέθηκα εκεί… και πώς ταιζα καφέδες και σαντουϊτσάκια τον Παπουτσάνη για να πάρω το ρεπορτάζ.

-Ωραίο ρεπορτάζ… μου είπε… χωρίς να σχολιάσει τίποτα…. Μ αρεσε πουχες και αποκλειστική δήλωση. Μπράβο…

Του είπα την ιστορία με το “ΡΟΜΑΝΤΖΟ»…

-Εχω δουλέψει νεαρός με τον πατέρα σου εκεί και στην «Αθηναϊκή»…πριν από την δικτατορία…. Μεγάλος δάσκαλος.

Μετα από δυο χρόνια ήταν ο πρώτος άνθρωπος που μου ανακοίνωσε ότι έγινε τακτικό μέλος στην ΕΣΗΕΑ. Τότε ήταν το όνειρο κάθε νεαρού δημοσιογράφου.

Ο Γιάννης Χαραλαμόπουλος έφυγε πλήρης ημερών. Ηταν ενας τίμιος άνθρωπος. Λεβεντης… Δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτά τα δέκα λεπτά που πέρασα μαζί του.

Manos Blog Τελευταίες ειδήσεις

Exit mobile version