Τα βιογραφικά των νέων καναλαρχών, τα λεφτά που συγκέντρωσε η ελληνική κυβέρνηση από τον διαγωνισμό, οι συνθήκες κάτω από τις οποίες αυτός διεξήχθη αλλά και η κατάσταση των σταθμών που δεν εξασφάλισαν κάποια άδεια είναι εκείνα στα οποία επικεντρώνονται τα ρεπορτάζ των μεγάλων ειδησεογραφικών ιστοσελίδων του εξωτερικού.
O βρετανικός Guardian αναφέρει στον τίτλο του: “Η Ελλάδα μειώνει τους τηλεοπτικούς σταθμούς από 8 σε 4 σε μια αμφιλεγόμενη δημοπρασία αδειών”.
Στο κείμενο που ακολουθεί, η εφημερίδα αναφέρεται στους νικητές του διαγωνισμού, σημειώνοντας ότι τρεις εξ αυτών είναι εφοπλιστές, στα χρήματα που κατάφερε να συγκεντρώσει η ελληνική κυβέρνηση από τον διαγωνισμό και βέβαια στις αντιδράσεις που ξεσήκωσε η δημοπρασία.
Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται τόσο στο Mega, όσο και σε Star και Alpha, που δεν κατάφεραν να εξασφαλίσουν άδεια.
“Η Ελλάδα εξασφαλίζει περίπου 275 εκατομμύρια δολάρια από τη δημοπρασία των τηλεοπτικών αδειών” τιτλοφορεί το ρεπορτάζ της η Wall Street Journal, η οποία επικεντρώνει στη μείωση των τηλεοπτικών σταθμών, αλλά και στις συνθήκες που επικράτησαν στην ΓΓΕΕ κατά τη διάρκεια της απομόνωσης των υποψήφιων καναλαρχών.
“Η Ελλάδα “θανατώνει” τους τηλεοπτικούς σταθμούς, δίνοντας μόλις τέσσερις ιδιωτικές άδειες” είναι ο τίτλος της σχετικής είδησης, στο ειδησεογραφικό πρακτορείο Reuters.
Στο κείμενο πέρα από το ρεπορτάζ σχετικά με τους επιχειρηματίες που εξασφάλισαν τις τηλεοπτικές άδειες, γίνεται αναφορά και στο επικείμενο κλείσιμο των καναλιών που δεν κατάφεραν να πάρουν άδειες.
“Ελλάδα: Μεγάλοι τηλεοπτικοί σταθμοί χάνουν τις άδειές τους” είναι ο τίτλος του FOXBusiness. Το ρεπορτάζ της ιστοσελίδας του αμερικανικού FOX αναφέρεται στον διαγωνισμό, μιλώντας για τους νικητές, αλλά και στα μεγάλα κανάλια που είτε δεν κατάφεραν να πλειοδοτήσουν στη δημοπρασία, είτε αποκλείστηκαν από τη διαδικασία λόγω οικονομικών προβλημάτων.
Με τίτλο «η μάχη των ολιγαρχών για την ελληνική τηλεόραση», η ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας «Le Monde», αναφέρεται στην ολοκλήρωση της δημοπράτησης των αδειών για τα ιδιωτικά κανάλια, στην Ελλάδα.
Χρειάστηκαν 63 ώρες αγωνίας, «σασπένς», για να ολοκληρωθεί η διαδικασία, γράφει η ανταποκρίτρια στην Αθήνα, Αντεά Γκιγιό.
Εξήντα τρεις ώρες, κατά τη διάρκεια των οποίων, οι οκτώ υποψήφιοι με τις ομάδες τους, από τους πλέον ισχυρούς επιχειρηματίες της χώρας, σε μια πρωτοφανή διαδικασία κεκλεισμένων των θυρών, παρέμειναν κλεισμένοι στο εσωτερικό του κτιρίου της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης, κάτω από εξαιρετικά μέτρα ασφάλειας.
«Η μάχη των εκατομμυρίων έδωσε το πλεονέκτημα σε 4 Έλληνες ολιγάρχες από τους πλέον ισχυρούς και τους λιγότερο αμφιλεγόμενους».
Το δημοσίευμα δίνει τα ονόματα και μερικά βιογραφικά στοιχεία των: Βαγγέλη Μαρίνακη, Χρήστου Καλογρίτσα, Θεόδωρου Κυριακού και Γιάννη Αλαφούζου. Εκτιμά ότι οι δύο χαμένοι των Star και Alpha, θα μπορούσαν ίσως να συμμετέχουν σε πιθανή νέα δημοπρασία για θεματικά κανάλια.
«Ήταν μια υπόσχεση της κυβέρνησης» υπογραμμίζει η Le Monde. Έως τώρα, καμία εκτελεστική εξουσία δεν είχε καταφέρει να υποχρεώσει τους καναλάρχες να πληρώσουν για τις άδειές τους. «Αυτή η σημαντική μεταρρύθμιση του οπτικοακουστικού ελληνικού τοπίου ήταν μια υπόσχεση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Εδώ και μήνες ο Νίκος Παππάς, το δεξί χέρι του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, διαχειρίζεται αυτό το τόσο αμφιλεγόμενο θέμα, για τον εξορθολογισμό της δυσανάλογης σχέσης με την αγορά, όπως ο ίδιος λέει, για τα 11 εκατομμύρια των κατοίκων της χώρας και από την άλλη πλευρά, για την αντιμετώπιση του περίφημου τρίγωνου των απαράδεκτων σχέσεων μεταξύ των πολιτικών, των ΜΜΕ και των Τραπεζών, που στα ελληνικά αποκαλούν “διαπλοκή”».
«Παρατηρώντας τα αποτελέσματα βλέπουμε περισσότερο μια ανανέωση στις γενιές, παρά μια πραγματική επιχείρηση καθαρά χέρια» λέει η Monde, κάνοντας στη συνέχεια αναφορά σε κυβερνητική δήλωση: «Για πρώτη φορά, αυτοί οι καπετάνιοι της βιομηχανίας, είναι υποχρεωμένοι να πληρώσουν για τη χρήση των αδειών και γίνεται πλέον σεβαστός ο νόμος».
«Από το 1989 και από το νόμο που επέτρεψε την απελευθέρωση της ελληνικής αγοράς του οπτικοακουστικού τομέα», εξηγεί το δημοσίευμα «προέκυψαν περίπου δέκα ιδιωτικά κανάλια. Αλλά μέχρι στιγμής, παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες ρύθμισης, καμία κυβέρνηση δεν είχε καταφέρει να αναγκάσει τους ιδιοκτήτες των ιδιωτικών καναλιών να πληρώσουν τις άδειες που χρησιμοποιούσαν και που απαιτούσε ο νόμος. Υπήρχε ένα κοινό ενδιαφέρον μεταξύ των διαδοχικών κυβερνήσεων και των εργοδοτών του Τύπου, προκειμένου να μην γίνει τίποτα».
Η Monde υπογραμμίζει ότι ο Αλέξης Τσίπρας « είχε υποσχεθεί να βάλει τέλος σε αυτή την κατάσταση. Την είχε καταστήσει σύμβολο στο κυβερνητικό του έργο και έπαιξε πολιτικά σκληρά».