Χείμαρρος στη νέα της συνέντευξη μοιάζει η Ελεονώρα Μελέτη.
Σε μια εξομολόγηση ψυχής προχώρησε η Ελεονώρα Μελέτη, μιλώντας στο ΟΚ! και τον δημοσιογράφο Νίκο Γεωργιάδη, όπου αναφέρθηκε στην πλέον δύσκολη συνεργασία της. Εκεί όπου και δέχθηκε, όπως υποστηρίζει, εργασιακό εκφοβισμό σε τρομακτικό βαθμό.
Πιο συγκεκριμένα, η Ελεονώρα Μελέτη σημείωσε πως «έχω περάσει από συνεργασίες στο ξεκίνημα μου που δεν θα ενέκρινα σε καμία περίπτωση αν είχα λόγο. Μου έλεγαν «τώρα θα συνεργαστείς με αυτόν και εκείνος. Και καλά όταν ήταν ονόματα όπως ο Μάρκος Σεφερλής, όπου ήταν εξαιρετικός και περνούσα τέλεια μαζί του.
Όταν όμως υπήρχαν πρόσωπα που δεν είχα τίποτα να πω μαζί τους – κι αυτό φαινόταν στο γυαλί – ή δεν αντιμετώπιζαν την εκπομπή με σεβασμό αλλά ως σκαλοπάτι για την εκπλήρωση των προσωπικών τους φιλοδοξιών, καταλαβαίνεις ότι αυτό δεν ήταν εύκολο να λειτουργήσει. Αν με ρωτάς αν έχω δεχτεί εργασιακό εκφοβισμό, που είναι κάτι διαφορετικό, σαφώς και έχω δεχτεί και ήταν πολύ άσχημος».
Μου είναι λίγο δύσκολο να το φανταστώ, μια και έχεις μια άκρως δυναμική εικόνα, της γυναίκας που δεν σηκώνει μύγα στο σπαθί της.
Το ότι ως άνθρωπος είμαι ντόμπρος και τίμιος δεν σημαίνει ότι κάποιος δεν θα προβεί σε απαξιωτικές συμπεριφορές. Το θέμα είναι εσύ πως θα το διαχειριστείς. Ειδικά όταν η απαξιωτική συμπεριφορά δεν έχει στόχο μόνο εσένα αλλά όλη την ομάδα. Στην προκειμένη περίπτωση κάποιοι δεν το άντεξαν, έφευγαν από το γραφείο με κρίσεις πανικού και κλάματα. Κάποιοι παραιτήθηκαν μεσούσης της σεζόν μένοντας άνεργοι, κάποιοι οδηγήθηκαν σε παραίτηση. Άλλοι έπαιρναν άδειες άνευ αποδοχών για δήθεν λόγους υγείας προκειμένου να γλιτώσουν. Εγώ βάσει συμβολαίου δεν μπορούσα να αποχωρήσω, δεν μπορούσα όμως ούτε να υφίσταμαι τον εξευτελισμό. Σαφώς και δεν κάθισα με σταυρωμένα χέρια.
Δεν ασχολήθηκα όμως και μαζί του, δεν του απηύθυνα ποτέ τον λόγο, ούτε απάντησα στις χυδαιότητες του. Δέχτηκα τις προσβολές μου και την απαξίωση μου χωρίς να μιλήσω. Όχι από αδυναμία, αλλά γιατί αντιλαμβανόμουν πως είχα απέναντι μου έναν άρρωστο άνθρωπο, που δεν είχε πραγματικό πρόβλημα μαζί μου, είχε πραγματικό πρόβλημα με τον εαυτό του. Είναι ένας ενδεχομένως διαταραγμένος άνθρωπος. Μετά το αρχικό σοκ του εξευτελισμού που υπέστην, είχα τη διαύγεια και την ψυχραιμία να αντιληφθώ ότι το πρόβλημα του δεν ήμουν εγώ αλλά ο ψυχισμός του και ο χαρακτήρας του. Δεν του απάντησα σε τίποτα και απευθύνθηκα στους ανωτέρους μου, σε εκείνους που έβλεπαν αυτή τη συνεργασία από καίριες θέσεις. Έγιναν οι απαραίτητες κινήσεις, διαπιστώθηκε ότι όντως λέω αλήθεια και εγώ και οι συνάδελφοι μου. Τον ίδιο εξευτελισμό είχαν υποστεί και άλλοι συνεργάτες, όχι μόνο από την εκπομπή μου αλλά και από άλλες εκπομπές, ακόμα και από άλλα κανάλια σε παλαιότερες συνεργασίες.
Εγώ το μόνο που ζήτησα είναι να αποχωρήσω από αυτή τη συνεργασία γιατί δεν μπορώ να το διαχειριστώ αυτό, δεν έχω γεννηθεί για να κάνω τον ψυχοθεραπευτή σε κανέναν. Έγινε αυτό που ζήτησα με συνοπτικές διαδικασίες. Βέβαια, δεν είναι όλοι τόσο τυχεροί. Υπάρχουν περιπτώσεις που οι ανώτεροι δεν το δέχονται αυτό το πράγμα. Δεν θέλουν φασαρίες και θεωρούν ότι φασαρία κάνει αυτός που μιλάει και όχι αυτός που προκαλεί. Και στη δική μου περίπτωση, φυσικά, κάποιοι προσπάθησαν να το αποσιωπήσουν λέγοντας μου τότε «εντάξει, μη δίνεις σημασία, όλοι ξέρουν ότι έτσι είναι ο χαρακτήρας του».
Όχι βέβαια, επειδή είναι γνωστό στον χώρο μας πως αυτός έχει έναν φαιδρό χαρακτήρα, δεν σημαίνει πως όσοι υποφέρουμε από τη συμπεριφορά του θα πρέπει να τον νομιμοποιήσουμε. Σίγουρα δυσκολεύτηκαν αυτοί που έπρεπε να διαχειριστούν την κατάσταση αλλά δεν ήμασταν εμείς οι πολλοί το πρόβλημα και προσωπικά δεν θα έκανα ποτέ έκπτωση στις ηθικές μου αρχές και τα πιστεύω μου.
Δεν συμφωνώ με την έκφραση «ο σεβασμός κερδίζεται, δεν επιβάλλεται». Σαφώς και οφείλει να επιβάλλεται, ειδικά στον εργασιακό χώρο. Από τη στιγμή που θεωρώ δεδομένο ότι πρέπει να σέβομαι τον άλλον, έτσι κι εγώ θεωρώ ως προαπαιτούμενο ότι πρέπει να εισπράττω σεβασμό και από εκείνον. Αν δεν με εκτιμάς, μη συνεργαστείς μαζί μου, δεν θα το πάρω προσωπικά.
Ποια ήταν η στιγμή που είπες «ως εδώ»;
Ξεκίνησε με την απαξιωτική του συμπεριφορά σε συνεργάτες μου, γεγονός που με έκανε να νιώθω εξαιρετικά άσχημα, γιατί ο εξευτελισμός γινόταν σε κοινή θέα, ενώ επιθέσεις γίνονταν και σε εμένα είτε εν απουσία μου είτε ευθέως. Άκουσα αισχρές κουβέντες και χυδαίους χαρακτηρισμούς. Έχοντας μεγαλώσει σε ένα περιβάλλουν όπου η γυναίκα αγαπιέται και αντιμετωπίζεται με σεβασμό, ο άνθρωπος αντιμετωπίζεται με σεβασμό, καταλαβαίνεις πως δεν μπορώ να επιτρέψω σε κανέναν μισογύνη και μισάνθρωπο να με μειώσει με τον τρόπο που το έκανε εκείνος. Το μόνο που του είπα ήταν «αυτά είχες να πεις;».
Και όταν μου είπε «ναι», του απάντησα: «Κανένα πρόβλημα, αναλαμβάνω εγώ την ευθύνη για όλα», αποχώρησα από την αίθουσα και δεν του ξαναμίλησα. Χτύπησα τις πόρτες των ανωτέρων μου. Δεν έχω σημεία επαφής με ανθρώπους που δεν αγαπούν ούτε τον ίδιο τους τον εαυτό. Δεν είναι η δουλειά μου να επαναφέρω διαταραγμένες προσωπικότητες. Ο εργασιακός εκφοβισμός δεν δικαιολογείται, δε όποια φάση της καριέρας σου κι αν είσαι. Θα σου πω και κάτι άλλο που με ενοχλεί. Αυτό που λένε στην τηλεόραση, ότι πάνω στην ένταση του κοντρόλ και στην πίεση της καθημερινότητας μπορούν να ειπωθούν και δυο κουβέντες παραπάνω. Συμβαίνει.
Σημασία όμως έχει τι είδους θα είναι αυτές οι κουβέντες, με ποιον τρόπο θα ειπωθούν, για ποιο λόγο και αν θα συνεχιστούν μετά. Σε όλες τις δουλειές θέλουμε το καλύτερο αποτέλεσμα. Δεν έχω σηκώσει ποτέ τη φωνή μου πάνω στη δουλειά και όποιος θέλει ας έρθει να με διαψεύσει. Αυτό το θεωρώ κατάκτηση. Δεν βάζω την αξιοπρέπεια μου κάτω από οτιδήποτε.
Πάντως για την ιστορία, μετά τη λήξη της συγκεκριμένης συνεργασίας, έρχονταν άνθρωποι από όλα τα πόστα, τεχνικοί, δημοσιογράφοι, με έπαιρναν από άλλα κανάλια και μου έλεγαν «ευχαριστούμε που μίλησες γιατί εμείς αν το κάναμε θα χάναμε τη δουλειά μας». Κι αυτό είναι κάτι που πρέπει να το δούμε, κόσμος ανέχεται εξευτελισμό για να μη χάσει τη δουλειά του. Ευτυχώς γίνονται κινήσεις στην Επιθεώρηση Εργασίας για να μπορούν όλοι να έχουν «μεγαλύτερη φωνή» από τη «φωνή» συμπλεγματικών.