Καθαρές ζημίες εμφάνισε ο βιομηχανικός όμιλος χάλυβα ThyssenKrupp το γ’ τρίμηνο του 2024, όπως ανακοίνωσε η εταιρεία σήμερα (14.8.2024).
Συγκεκριμένα, προέκυψε ζημία 54 εκατ. ευρώ μετά τα δικαιώματα μειοψηφίας στον βιομηχανικό όμιλο. Εξαιτίας της αδύναμης οικονομίας και των διαρθρωτικών προκλήσεων στον τομέα του χάλυβα, τα λειτουργικά αποτελέσματα μειώθηκαν σχεδόν στο ήμισυ, από 243 εκατ. ευρώ σε 149 εκατ. ευρώ, το γ’ τρίμηνο του 2024, ανέφερε η εταιρεία.
Επιπλέον, ο Όμιλος κατέγραψε ειδική επιβάρυνση ύψους περίπου 80 εκατ. ευρώ για πρόσθετο κόστος από παλαιά έργα στον τομέα του τσιμέντου, σύμφωνα με δημοσίευση της Handelsblatt.
Ο οικονομικός διευθυντής του Ομίλου, Γενς Σούλτε (Jens Schulte), εξήγησε: «Οι έντονα αντίθετες εξελίξεις στην αγορά και τα έκτακτα αποτελέσματα επισκίασαν την πρόοδο που σημειώθηκε στον μετασχηματισμό της ThyssenKrupp κατά το γ’ τρίμηνο».
Με το κλείσιμο της συμφωνίας, η ThyssenKrupp έκανε επίσης ένα σημαντικό βήμα προς την ανεξάρτητη τοποθέτηση της επιχείρησης χάλυβα με το 20% του μεριδίου του Ντάνιελ Κρετίνσκι (Daniel Kretinsky), πρόσθεσε.
Αντιμετώπιση της αναδιάρθρωσης
Ο Σούλτε είναι υπεύθυνος για το πρόγραμμα επιδόσεων Apex σε ολόκληρο τον Όμιλο, το οποίο ξεκίνησε από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο Μιγκέλ Λόπες (Miguel Lopez).
Πέρα από τη μερική πώληση του τμήματος χάλυβα, ο Σούλτε ανακοίνωσε περαιτέρω μέτρα, τονίζοντας: «Εν όψει της περαιτέρω αποδυνάμωσης των αγορών, συνεχίζουμε να αναπτύσσουμε την Apex με όλες μας τις δυνάμεις».
Οι επιχειρήσεις θα αντιμετωπίσουν, επίσης, συστηματικά μέτρα αναδιάρθρωσης, όπου αυτό είναι απαραίτητο. Αυτό ισχύει όχι μόνο για τον τομέα χάλυβα, αλλά και για μεμονωμένες επιχειρηματικές μονάδες στους άλλους τομείς. «Στόχος αυτών των μέτρων είναι να καταστεί ο όμιλος και οι τομείς του πιο κερδοφόροι και ανθεκτικοί μακροπρόθεσμα», δήλωσε.
Ο όμιλος Ruhr είχε ήδη παρουσιάσει τα προκαταρκτικά του στοιχεία για το γ’ τρίμηνο στα τέλη Ιουλίου και μείωσε και πάλι τις προβλέψεις του. Ο Όμιλος έχει τώρα προσαρμόσει και την καθαρή πρόβλεψή του. Κάτω από τη γραμμή, η Εκτελεστική Επιτροπή αναμένει ζημία σε μεσαίο έως υψηλό τριψήφιο αριθμό εκατομμυρίων ευρώ.