Κατακόρυφη αύξηση που άγγιξε το 140% σημείωσαν οι πωλήσεις κλιματιστικών τους καλοκαιρινούς μήνες Ιουνίου Ιουλίου του 2021.
Τα κλιματιστικά έχουν την τιμητική τους, καθώς ο καύσωνας και οι πρωτοφανείς υψηλές θερμοκρασίες, «εκτόξευσαν» τις πωλήσεις κατά 140% το διάστημα Ιουνίου Ιουλίου 2021, έναντι του αντίστοιχου περυσινού διαστήματος.
Όσο, δε διαρκεί ο καύσωνας, εκπρόσωποι της αγοράς εκτιμούν, ότι η ζήτηση θα διατηρηθεί στα ίδια επίπεδα και το πιθανότερο είναι να αυξηθεί περαιτέρω, σε συνδυασμό με τις εκπτώσεις και τις προσφορές του Αυγούστου.
Επιπλέον, όπως αναφέρουν στο newsit.gr, στην αγορά υπάρχει μεγάλη ποικιλία από κλιματιστικά και για όλα τα βαλάντια, καθώς οι τιμές ξεκινούν από τα 230 ευρώ κι αυξάνονται μέχρι και τετραψήφιο νούμερο, ανάλογα με τις απαιτήσεις και τις ανάγκες που επιθυμεί να καλύψει ο εκάστοτε καταναλωτής.
Οι επιχειρήσεις
Τα τελευταία χρόνια, μεγάλες εταιρείες από τον κλάδο των ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών οικιακών συσκευών, επενδύουν στον τομέα των κλιματιστικών, προλαμβάνοντας την κλιματική αλλαγή και τις εξαιρετικά υψηλές θερμοκρασίες που προβλέπεται ότι θα επικρατήσουν στον πλανήτη.
Στον κλάδο, ωστόσο, δραστηριοποιούνται και εταιρείες που έχουν ως αποκλειστική δραστηριότητα την εισαγωγή και εμπορία κλιματιστικών μηχανημάτων.
Τα μεγαλύτερα έσοδα από τις πωλήσεις αποκτούν κατά τους θερινούς μήνες, με τις πωλήσεις τους να «εκτοξεύονται» σε περιόδους καύσωνα, όπως συνέβη αυτές τις ημέρες.
Δεδομένου, δε, ότι τα κλιματιστικά δεν αποτελούν είδος άμεσης ανάγκης, αλλά η ζήτησή τους προκύπτει, με τις υψηλές θερμοκρασίες, γι’ αυτό και οι εταιρείες μεριμνούν, ώστε να υπάρχει απόθεμα για την κάλυψη των αναγκών. Στην Ελλάδα, η πλειονότητα των κλιματιστικών είναι εισαγόμενα.
Σύμφωνα, με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, που δημοσιεύτηκαν σε έρευνα της ICAP, στην παγκόσμια αγορά κλιματιστικών η ζήτηση διαμορφώθηκε σε 110,6 εκατ. τεμάχια το 2017, αυξημένη κατά 8,1% σε σχέση με το 2016. Η Ασία αποτελεί την μεγαλύτερη αγορά παγκοσμίως καθώς το 66% της συνολικής παγκόσμιας ζήτησης κλιματιστικών προέρχεται από την ασιατική ήπειρο. Ακολουθεί η αγορά της Βόρειας Αμερικής με μερίδιο 13,9% και η αγορά της Κεντρικής και Νότιας Αμερικής με μερίδιο 6,1%.