Παρασκευή, 22 Νοε.
14oC Αθήνα

Ο ενεργειακός κλάδος καλείται να λύσει το δύσκολο πρόβλημα των κοινωνικών αντιδράσεων

Ο ενεργειακός κλάδος καλείται να λύσει το δύσκολο πρόβλημα των κοινωνικών αντιδράσεων

Το φαινόμενο των κοινωνικών αντιδράσεων ενάντια σε ενεργειακά έργα δεν είναι καινούριο. Εδώ και δεκαετίες οργανώσεις πολιτών ή περιβαλλοντικές ΜΚΟ κάνουν αγώνα ενάντια σε έργα ή υποδομές που θεωρούν ότι υποβαθμίζουν το τοπικό περιβάλλον.

Πάντως, οι αντιδράσεις των πολιτών δεν είναι ίδιες απέναντι σε κάθε επιμέρους τεχνολογία και έργο. Ποικίλουν σε επιχειρήματα, ένταση και διάρκεια αναλόγως των περιστάσεων.

Τα τελευταία 15 χρόνια οι περισσότερες εκ των αντιδράσεων αφορούν μονάδες αιολικών, καθώς στην ελληνική (και όχι μόνο) κοινωνία ρίζωσε η αντίληψη ότι πρόκειται για επενδύσεις μεγάλων ομίλων που έχουν οπτική όχληση και άλλες πραγματικές ή φανταστικές παρενέργειες.

Σήμερα που σχεδιάζονται τα πρώτα θαλάσσια αιολικά πάρκα, το ΥΠΕΝ αναγκάστηκε να προχωρήσει σε διαφορετική χωροθέτηση στην περίπτωση του κόλπου της Ελούντας στην Κρήτη προκειμένου να «κρύψει» όσο το δυνατόν περισσότερο τις ανεμογεννήτριες για να μην φαίνονται από τα τουριστικά καταλύματα της περιοχής.

Τελευταία, οι αντιδράσεις επεκτάθηκαν και στην περίπτωση των φωτοβολταϊκών. Δεδομένης της μεγάλης έκτασης που καταλαμβάνουν τα μεγάλα έργα αυτού του είδους, πολλές κοινότητες δεν θέλουν να δουν ένα ολόκληρο τμήμα της γης τους να μετατρέπεται σε μια «θάλασσα από μέταλλο και γυαλί».

Ακόμα πιο έντονη είναι η δυσφορία σχετικά με τα πλωτά φωτοβολταϊκά που σχεδιάζεται να εγκατασταθούν σε λίμνες ή θάλασσες κοντά στις ακτές. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της λίμνης Πολύφυτου, όπου τόσο ο δήμαρχος Κοζάνης, όσο και η Περιφέρεια αντιτίθενται στην εγκατάσταση αφού θεωρούν ότι θα «καταπιεί» τη λίμνη.

Θα πρέπει να τονίσουμε, πάντως, ότι οι επενδύσεις ΑΠΕ χαρακτηρίζονται από την ενωσιακή και εθνική νομοθεσία ως υπέρτερου εθνικού συμφέροντος. Αυτό σημαίνει στην πράξη ότι οι αντιδράσεις και οι προσφυγές συνήθως μόνο να καθυστερήσουν μπορούν τα έργα, αυξάνοντας βέβαια το κόστος για τους επενδυτές.

Πρόκειται για ένα δύσκολο θέμα και οι ειδικοί θεωρούν ότι έχει άμεση σχέση με την έννοια της ενεργειακής δημοκρατίας. Η διεθνής εμπειρία έχει δείξει ότι σε περιπτώσεις που μια κοινότητα μπορεί να συμμετέχει στην εκάστοτε επένδυση και να μην αναμένει απλά κάποια ανταποδοτικά οφέλη, τότε γίνεται πολύ πιο εύκολη η αποδοχή του έργου.

Επίσης, θα πρέπει να κάνουμε ένα σαφή διαχωρισμό ανάμεσα σε όσους αντιδρούν για ρεαλιστικούς λόγους και όσους το βλέπουν ως μέσο για να στηρίξουν κάποια ιδεολογική ατζέντα ή έχουν κίνητρα που δεν συνδέονται πραγματικά με το συμφέρον της κάθε κοινότητας.

Σε κάθε περίπτωση, οι εταιρείες των ΑΠΕ γνωρίζουν καλά ότι στην εποχή μας πρέπει να επικοινωνούν με την τοπική κοινωνία από νωρίς στο σχεδιασμό του έργου ώστε να αποφύγουν αρνητικές εκπλήξεις όταν θα φτάσει στο στάδιο της υλοποίησης.

Στελέχη του κλάδου έχουν τονίσει ότι σκοπός τους δεν είναι το να κάνουν έργα εκεί που είναι ανεπιθύμητα. Θέλουν απλά να ξέρουν ότι άπαξ και γίνει δεκτό ένα έργο δεν θα υπάρχουν μετά πισωγυρίσματα και ανατροπές που πλήττουν τα οικονομικά τους.

Τέλος, υπάρχει και το ζήτημα των φιλόδοξων ενεργειακών και κλιματικών στόχων που έχει θέσει η χώρα μας. Σήμερα έχουμε φτάσει κοντά στο 50% ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή, δηλαδή είμαστε στα μισά του δρόμου για να πρασινίσει εντελώς. Προκειμένου να γίνουν τα επόμενα βήματα θα χρειαστεί απαραίτητα εγκατάσταση σε ακόμα περισσότερες περιοχές.

Όπως το έθεσε ο υπουργός ΠΕΝ, Θ. Σκυλακάκης, «όλοι θέλουμε φθηνό και πράσινο ρεύμα, αρκεί να παράγεται μακριά μας».

Επιχειρήσεις Τελευταίες ειδήσεις