Κόντρα στην αβεβαιότητα που προκαλεί η υγειονομική κρίση, ο όμιλος Καστελόριζο με επικεφαλής τον ιδρυτή και πρόεδρο του ομίλου κ. Αντώνη Σταύρου, προχώρησε σε μία νέα επένδυση στην Κηφισιά, συνολικού ύψους 300 χιλ. ευρώ, ανοίγοντας το εστιατόριο, Δον Μόσκιο, που απευθύνεται στους λάτρεις του κρέατος.
Μαζί με ένα νέο κατάστημα Κ.Grill, που δημιουργήθηκε πλησίον του Δον Μόσκιο για να εξυπηρετεί τα βόρεια προάστια, ο όμιλος Καστελόριζο αυξάνει πλέον το συνολικό αριθμό των καταστημάτων σε 15 και σε 400 τους εργαζόμενους.
Το 2020 αποτέλεσε δύσκολη χρονιά για τον κλάδο της εστίασης, λόγω των περιοριστικών μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Έτσι, πέρυσι, οι πωλήσεις του ομίλου μειώθηκαν στα 6,7 εκατ. ευρώ, όταν το 2019 είχαν διαμορφωθεί σε 11,7 εκατ. ευρώ. Την περαιτέρω πτώση των πωλήσεων συγκράτησαν οι υπηρεσίες delivery, όπως ανέφερε σε εκπροσώπους του Τύπου ο κ. Σταύρου. Αντίστοιχες ήταν και οι συνέπειες της πανδημίας στην κερδοφορία του ομίλου, που μειώθηκε κατακόρυφα από 1 εκατ. ευρώ το 2019 σε 100 χιλ. ευρώ το 2020.
Όσον αφορά το 2021, το ξεκίνημα ήταν δυναμικό, καθώς από την αρχή του έτους μέχρι και το Σεπτέμβριο, με δυόμισι περίπου μήνες τα εστιατόρια να παραμένουν υποχρεωτικά κλειστά, οι πωλήσεις που πέτυχε ο όμιλος Καστελόριζο ανήλθαν σε 6 εκατ. ευρώ. Για την επόμενη ημέρα στην εστίαση υπάρχουν επιφυλάξεις, καθώς ήδη από την περασμένη Δευτέρα που επιβλήθηκαν νέα μέτρα κατά του κορονοϊού με την απαγόρευση εισόδου σε ανεμβολίαστους και παράλληλα την αύξηση των ελέγχων, η πτώση της επισκεψιμότητας στα εστιατόρια άγγιξε το 30%.
Έχοντας ήδη καλύψει πολλές κατηγορίες στην εστίαση από ψάρι και κρέας μέχρι ιταλική κουζίνα και πολίτικα γλυκά, το επόμενο βήμα που σχεδιάζει να κάνει ο όμιλος αφορά τον τομέα του catering, όταν οι συνθήκες το επιτρέψουν. Την ίδια στιγμή ο όμιλος επιδιώκει την έξοδο από τη δραστηριότητα που αναπτύσσει στις ιχθυοκαλλιέργειες, αναζητώντας τον κατάλληλο επενδυτή.
Τέλος, όσον αφορά την τιμολογιακή πολιτική, από το 2009 που αποτέλεσε την τελευταία φορά που αναπροσάρμοσε τις τιμές, πρόσφατα ο όμιλος προχώρησε σε ανατιμήσεις της τάξης 10% στους τιμοκαταλόγους, κίνηση στην οποία υποχρεώθηκε να προχωρήσει, λόγω της εκρηκτικής αύξησης τιμών σε ενέργεια και πρώτες ύλες.