Νέες προτεραιότητες έχουν προκύψει στον τομέα των υποδομών. Και αυτό για δύο λόγους. Από τη μια μεριά λόγω της ανάγκης αποκατάστασης ζημιών σε κτίρια, οδικό και σιδηροδρομικό δίκτυο από τις περσινές καταστροφικές κακοκαιρίες (Daniel, Elias) κυρίως στη Θεσσαλία, αλλά και σε άλλες περιοχές της Κεντρικής Ελλάδας.
Από την άλλη μεριά, λόγω της διαπίστωσης από το υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών ότι πολλές υποδομές είναι γερασμένες και χρειάζονται συντήρηση, φαίνεται να οδηγεί και σε αλλαγή φιλοσοφίας σε σχέση με την επόμενη μέρα των έργων.
Σε συνδυασμό με την έλλειψη απαραίτητων δημόσιων χρηματοδοτικών πόρων, στο υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών προσανατολίζονται σε έναν νέο μοντέλο.
Πλέον, στο επίκεντρο είναι οι υποδομές να προχωρούν μέσω σύμβασης Παραχώρησης ή Σύμπραξης Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ), δηλαδή με ιδιωτική συμμετοχή, όπου θα έχουμε κατά βάση επιβάρυνση των χρηστών.
Στο υπουργείο θεωρούν ότι χρειάζεται, επίσης, αλλαγή στο μοντέλο χρήσης των πόρων του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) προς το μέτωπο της συντήρησης υποδομών, λόγω της γήρανσής τους αλλά και των φθορών από ακραία καιρικά φαινόμενα.
Επί της ουσίας, πρόκειται αφενός για ανακατανομή του ΠΔΕ λόγω της ανάγκης για συντήρησης των υποδομών της χώρας, που φαίνεται να είχε ξεχαστεί εδώ και δεκαετίες, αφετέρου για μοντέλο χρέωσης των χρηστών (π.χ. των ΣΔΙΤ) για να γίνεται πιο δίκαιη κατανομή βάρους προς όσους χρησιμοποιούν τις υποδομές και όχι προς ολόκληρη την κοινωνία.
Ειδικότερα, έχοντας βάλει ψηλά στην ατζέντα τη συντήρηση και ενίσχυση της ανθεκτικότητας υφιστάμενων υποδομών, στο υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών εξετάζουν σενάρια για απελευθέρωση πόρων του ΠΔΕ, με τα μέχρι πρότινος κλασσικά και παραδοσιακά δημόσια έργα να έρχονται σε δεύτερη μοίρα, εκτός από αυτά που θεωρούνται απαραίτητα.
Αποτελεί διαπίστωση στο υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών ότι αρκετές υποδομές της χώρας έχουν «γεράσει» και χρήζουν συντήρησης.
Μάλιστα, οι θεομηνίες στη Θεσσαλία και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας επιβεβαίωσαν ότι χρειαζόμαστε πιο ανθεκτικές υποδομές. Μιλώντας προ ημερών στο φόρουμ των Δελφών, ο υφυπουργός Υποδομών, Νίκος Ταχιάος, επανέλαβε ότι η συντήρηση των υποδομών αποτελεί κορυφαία προτεραιότητα.
«Πρέπει να διαθέσουμε χρήματα από το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων για τη συντήρηση των έργων, που είναι πάρα πολύ σοβαρή υπόθεση», έχοντας, επίσης, κατά νου ότι βασικό θέμα είναι η εξασφάλιση χρηματοδότηση σε συνδυασμό με τη διασφάλιση της δημοσιονομικής σταθερότητας της χώρας.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι εκατοντάδες γέφυρες και σήραγγες της χώρας, ή και άλλες υποδομές, που κατασκευάστηκαν τις δεκαετίες 1950 με 1980, δεν έχουν υποβληθεί ποτέ σε βαριά συντήρηση, με αποτέλεσμα να είναι καταπονημένες από τη χρήση, τα καιρικά φαινόμενα, τους σεισμούς, ενώ προφανώς έχουν κατασκευαστεί με άλλες, παλιότερες, τεχνικές προδιαγραφές.
Το ΠΔΕ είναι ένα εργαλείο, πλην όμως, δεν μπορεί να δεσμευτεί για όλα τα έργα, ιδίως για τις ΣΔΙΤ.
Και εδώ ερχόμαστε στο άλλο θέμα που φαίνεται να εξετάζουν στο υπουργείο. Δεδομένου ότι οι δημόσιοι πόροι για έργα υποδομών δεν είναι ανεξάντλητοι, στην εξίσωση μπαίνουν εκτός από τα ιδιωτικά κεφάλαια και η επιβάρυνση των χρηστών, όπως συμβαίνει με τα διόδια στους αυτοκινητόδρομους.
Πρόσφατα κ. Ν. Ταχιάος, για ακόμα μία φορά αναφέρθηκε στις ΣΔΙΤ θεωρώντας, λίγο ως πολύ, ότι το υφιστάμενο μοντέλο λειτουργίας τους είναι πεπερασμένο.
Επί της ουσίας, επανέλαβε, πως «θα πρέπει ως κοινωνία να καταλάβουμε ότι οι ΣΔΙΤ περιλαμβάνουν και την επιβάρυνση του χρήστη», ώστε να μην πληρώνει το κόστος ο φορολογούμενος μέσω του προϋπολογισμού.
Ο υφυπουργός Υποδομών, Νίκος Ταχιάος, έχει επαναλάβει πολλές φορές τους τελευταίους μήνες ότι το μοντέλο ΣΔΙΤ είναι ξεπερασμένο, εστιάζοντας στο δημοσιονομικό κόστος, που επιβαρύνει τα κρατικά ταμεία.
Προφανώς, λοιπόν, αναζητείται ένα νέο μοντέλο χρηματοδότησης για τα μεγάλα έργα, με τις ΣΔΙΤ να πρέπει να επιβαρύνουν τους χρήστες, και όχι όλη την κοινωνία, ιδίως όπου έχουμε μη ανταποδοτικές συμβάσεις και κοινωνικού τύπου ΣΔΙΤ.