Ένα πρωί του 1703, μια ομάδα Ρώσων ανιχνευτών έφθασε στις βαλτώδεις εκβολές του Νέβα ποταμού στη Βαλτική. Εκεί, στη μαύρη ερημιά με τα πελώρια δάση που μόνο λύκοι και αρκούδες κατοικούσαν, ο αρχηγός τους Πιότρ Αλεξέγεβιτς Ρομανώφ, τσάρος πασών των Ρωσιών Πέτρος Α’, που έμεινε στην ιστορία ως ‘’Μέγας Πέτρος’’, ύψωσε το χέρι και είπε: «Εδώ θα γεννηθεί μια πόλη».
Δεν υπήρχε πιο ακατάλληλο και πιο αφιλόξενο μέρος απ’ αυτά τα βαλτοτόπια για να χτιστεί η πρωτεύουσα του μεγαλύτερου ευρωπαϊκού κράτους. Όμως ο θυελλώδης αυτοκράτορας ήθελε ακριβώς αυτό. Να χτίσει μια πόλη δική του, ευρωπαϊκή, μακριά από την παραδοσιακή θρησκόληπτη Ρωσία που μισούσε, σχεδιασμένη ως την τελευταία λεπτομέρεια απ’ τον ίδιον, μια πόλη που θα γινόταν η ατμομηχανή για τον εξευρωπαϊσμό όλης της χώρας.
Μόνο η αδάμαστη θέληση ενός άνδρα σαν τον Μεγάλο Πέτρο και μόνο ένα σύστημα που έδινε απεριόριστες εξουσίες σ’ έναν αρχηγό, μπορούσε να καταφέρει έναν τέτοιο άθλο. Μέσα σε δέκα χρόνια, μια υπέροχη πόλη με τα παλάτια, τα μέγαρα, τις λεωφόρους, τους κήπους, τα φρούρια, τα αγάλματα της, υψώθηκε από το πουθενά και έγινε η πρωτεύουσα και η καρδιά της Ρωσίας. Ονομάστηκε Αγία Πετρούπολη.
Διακόσιες πενήντα χιλιάδες δουλοπάροικοι και στρατιώτες δούλεψαν ακατάπαυστα για το χτίσιμο της. Έκοψαν τα δάση, εκχέρσωσαν πελώριες εκτάσεις, γεφύρωσαν νησιά, έσκαψαν κανάλια. Το σύνολο των πόρων και του εργατικού δυναμικού της αχανούς Ρωσίας τέθηκαν στη διάθεση του παράτολμου εγχειρήματος. Χτίστες, ξυλουργοί, τεχνίτες απαγορεύτηκε να δουλεύουν αλλού και κατευθύνθηκαν υποχρεωτικά προς εκείνες τις ερημιές. Άμαξες, πλοία και βάρκες διατάχθηκαν να πάνε στο εργοτάξιο φορτωμένες με οικοδομικά υλικά.
Μηχανικοί, αρχιτέκτονες, κηπουροί, διακοσμητές απ’ όλη την Ευρώπη πληρώθηκαν αδρά για να τρέξουν στον παγωμένο βορρά. Εκατομμύρια κορμοί δέντρων μεταφέρθηκαν μέσω του ποταμού Οι αρχιτέκτονες, με τον Πέτρο να αλλάζει συνεχώς τα σχέδια τους, αντέγραψαν τα κανάλια του Άμστερνταμ και της Βενετίας, τις Παρισινές Βερσαλλίες, το Βατικανό, το Λονδίνο. Όλοι οι αυλικοί του αυτοκράτορα δέχτηκαν ως δώρο μεγάλες εκτάσεις στις συνοικίες της πόλης, με διαταγή να χτίσουν τις επαύλεις τους σε σχέδια που τους έδινε ο Πέτρος, αντιγραφή επαύλεων που ο ίδιος είχε ανακαλύψει στις περιοδείες που είχε κάνει στην Ευρώπη.
Ο φιλόσοφος Αλεξάντερ Χέρτστεν έγραψε «αυτή η πόλη διαφέρει από τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, γιατί μοιάζει με όλες». Η Αγία Πετρούπολη αναδύθηκε τόσο γρήγορα κι ήταν τόσο μεγαλοπρεπής, που στον έκπληκτο και πρωτόγονο λαό της Ρωσίας έγινε θρύλος. Στα μάτια του απλού Ρώσου, ο αυτοκράτορας -σαν άλλος Θεός- την έφτιαξε μ’ ένα νεύμα.
Είναι ένα πελώριο ανοικτό μνημείο αρχιτεκτονικής, με αιχμή στο μπαρόκ και στον νεοκλασικισμό. Ο Νέβας που την διαπερνά, της έδωσε την ονομασία ‘’Βενετία του βορρά’’, καθώς υπάρχουν στην πόλη εκατοντάδες κανάλια και πάνω από 800 γέφυρες που τα συνδέουν. Ο γρανιτένιος βράχος που πάνω του στήθηκε το άγαλμα του Πέτρου στο κέντρο της πόλης μεταφερόταν επί 18 μήνες από 1.000 εργάτες για να μπει στη θέση του. Τα χειμερινά του ανάκτορα είχαν 1.050 αίθουσες.
Για τον καλλωπισμό των θερινών ανακτόρων μεταφέρθηκαν εξωτικά ψάρια από την Περσία και ωδικά πτηνά απ’ τις Ινδίες. Ψόφησαν όλα μόλις ήρθε ο πολικός ρώσικος χειμώνας. Η πόλη, αντίπαλος της σκοτεινής θρησκόληπτης και βαθιά ανατολίτικης Μόσχας, ήταν υποχρεωτικά ευρωπαϊκή. Οι αγροίκοι Ρώσοι Βογιάροι με τις προβιές που ως τότε ζούσαν σε ξύλινες κατοικίες, μεταβλήθηκαν υποχρεωτικά σε ευρωπαίους κόμηδες και δούκες.
Οι αυτοκρατορικές διαταγές όρισαν με λεπτομέρειες πως θα ντύνονταν, πως θα έτρωγαν, πως θα περπατούσαν. Η Αγία Πετρούπολη ήταν πιο πολύ ένα στρατόπεδο, παρά μια πόλη. Κι όμως αυτή πόλη, τρελό όνειρο ενός μυθικού αυτοκράτορα, έγινε το όχημα που οδήγησε στη διάρκεια μιας γενιάς, τη Ρωσία να γίνει μεγάλη ευρωπαϊκή δύναμη. Πάνω της και πάνω στους ώμους του Πέτρου, στηρίχθηκε ο βίαιος εξευρωπαϊσμός της πιο μεγάλης χώρας του πλανήτη.
Μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO σήμερα, η Αγία Πετρούπολη που για εξήντα χρόνια πορεύτηκε και ως Λένινγκραντ, συνεχίζει να γοητεύει τα εκατομμύρια των επισκεπτών της. Λίγοι απ’ αυτούς υποψιάζονται πως φτιάχτηκε.