Άνυτος, ο βυρσοδέψης που ήταν κατήγορος και ηθικός αυτουργός της δολοφονίας του Σωκράτη. Από φίλος του φιλόσοφου, κατέληξε να τον μισεί θανάσιμα, διότι ο γιος του αντί να πάρει το μαγαζί του μπαμπά το ‘χε ρίξει στην φιλοσοφία.
Ο Σωκράτης καταγράφηκε στην παγκόσμια ιστορία ως ένα από τα μεγαλύτερα ανθρώπινα πνεύματα που έζησαν ποτέ πάνω στον πλανήτη. Τον Άνυτο τον θυμάται κανείς; Όχι βέβαια, θα έπρεπε όμως καθώς αυτός ήταν ο βασικός του κατήγορος στη δίκη που καταδίκασε τον μεγάλο φιλόσοφο σε θάνατο με κώνειο. Υπήρχαν άλλοι δύο κατήγοροι, ο Μέλητος και ο Λύκων, όμως ο Άνυτος ήταν αυτός με την μεγαλύτερη επιρροή και τα πιο πολλά χρήματα. Είχε ήδη χρηματίσει στρατηγός και είχε αντιμετωπίσει μια δίκη για στρατιωτική αποτυχία στην οποία αθωώθηκε, κατά ορισμένους δωροδοκώντας τους δικαστές.
Αυτός λοιπόν ήταν που έπεισε την Εκκλησία του Δήμου, τον αθηναϊκό λαό δηλαδή να στείλει τον Σωκράτη στον θάνατο. Συμπεραίνουμε λοιπόν πως αυτός ο άνθρωπος θα διέθετε κάποιες ικανότητες, πως αλλιώς το έκανε; Κι όμως, όσοι μελετητές έβαλαν κάτω τον βίο του, δεν βρέθηκαν μπροστά σε κάποια ικανή ή αξιόλογη προσωπικότητα, αλλά μπροστά σε έναν αλλοπρόσαλλο άνθρωπο που άλλαζε τα στρατόπεδα σαν τους χιτώνες του και υποστήριζε κατά καιρούς τα πιο αντιφατικά πράγματα.
Ο Άνυτος ήταν φίλος του Σωκράτη. Και φαίνεται ότι τελικά αυτό που τον ώθησε στην αισχρή πράξη της θανάτωσης του λαμπρότερου πνεύματος του ανθρώπινου πολιτισμού, ήταν ο πιο χαζός και ποταπός ανθρώπινος λόγος: Ο Άνυτος ήταν βυρσοδέψης και είχε έναν γιό που τον προόριζε για την ίδια δουλειά. Ο πατέρας ήθελε να πάρει ο γιός του το μαγαζί του, έτσι απλά. Όμως ο μικρός δεν έδειχνε καμία διάθεση να ασχοληθεί με τα δέρματα, αφήστε που οι βυρσοδέψες θεωρούνταν ένα από τα πιο βρώμικα και σιχαμερά επαγγέλματα.
Ο νεαρός λοιπόν έκανε την επανάσταση του και αρνιόταν να συνεχίσει τη δουλειά του πατέρα του, αντιθέτως το ‘ριξε στη φιλοσοφία και στην διαλεκτική, με αποτέλεσμα να ξημεροβραδιάζεται στην αγορά ακούγοντας τον Σωκράτη. Ο Άνυτος θεώρησε τον πρώην φίλο του υπεύθυνο για την κατρακύλα του γιού του, τον μίσησε βαθιά και τον κατηγόρησε στο δικαστήριο ότι διαφθείρει τους νέους.
Εδώ οφείλουμε να πούμε ότι ένας από τους παράγοντες που έκαναν πειστικό τον Άνυτο στα αυτιά του κόσμου, ήταν ο Αριστοφάνης. Ο περίφημος κωμωδιογράφος κατακεραύνωνε συνεχώς στα θεατρικά του έργα τον Σωκράτη, τον κατηγορούσε, τον διακωμωδούσε και τον κατασυκοφαντούσε. Τα έργα του Αριστοφάνη που καταχειροκροτούμε στις μέρες μας στην Επίδαυρο και στα καλοκαιρινά θέατρα, είχαν συμβάλλει καθοριστικά εκείνη την εποχή στη δημιουργία ενός αντι-σωκρατικού μένους στον Αθηναϊκό όχλο, που εκφράστηκε και στο δικαστήριο. Βέβαια στις μέρες μας, θαυμάζουμε και δοξάζουμε παράλληλα και τον Σωκράτη και τον Αριστοφάνη, αλλά αυτό είναι μια άλλη υπόθεση που έχει σχέση με την κακομοιριασμένη γνώση που διαθέτουμε για την ιστορία μας.
Φυσικά ο Άνυτος στο δικαστήριο δεν μίλησε για τον γιό του, αλλά χρησιμοποίησε όλα τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούν οι συντηρητικοί κάθε εποχής. Αρνούμενοι να δουν ότι το καθεστώς που υπηρετούν σαπίζει και οι ιδέες τους ξεπερνιούνται, κατακεραυνώνουν αυτούς που παλεύουν ν’ αλλάξει κάτι. Αυτή τελικά είναι η πραγματική ιστορία των κοινωνιών. Διεφθαρμένοι βυρσοδέψες δολοφονούν μεγάλους φιλοσόφους κι ας τους χαρίζουν έτσι την αιώνια αναγνώριση.
Όσο για κάποιους ιστορικούς μύθους που κυκλοφόρησαν εκ’ των υστέρων και γράφονται σποραδικά ως σήμερα, δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα. Οι μύθοι αυτοί έλεγαν ότι λίγα χρόνια αργότερα, οι Αθηναίοι κατάλαβαν το λάθος τους και σκότωσαν -χωρίς δίκη μάλιστα- τον Άνυτο και τους άλλους δύο δευτερεύοντες κατηγόρους του Σωκράτη. Άλλος μύθος έλεγε ότι εξόρισαν τον Άνυτο, αυτός κατέφυγε στην Ηράκλεια του Πόντου, όπου κι από κει τον έδιωξαν αυθημερόν μόλις έμαθαν ποιος ήταν. Ουδέν ψευδέστερον.
Ο Άνυτος έζησε στην Αθήνα δίχως κανένα πρόβλημα, παίρνοντας μάλιστα τακτικά και διάφορα αξιώματα της πόλης. Έντεκα χρόνια μετά τον θάνατο του Σωκράτη, το 388 π.Χ., ο Άνυτος κατείχε το αξίωμα του σιτοφύλακα της πόλεως των Αθηνών. Πέθανε εν’ πλήρη υπολείψει, το μόνο που δεν ξέρουμε είναι αν τελικά πήρε και ο γιός του το μαγαζί με τα δέρματα.
Διαβάστε εδώ κι άλλες ιστορίες με την υπογραφή του Δημήτρη Καμπουράκη, στη στήλη Μία σταγόνα ιστορία.