Οι ορμητικοί αρχαιολόγοι θέλουν να σπάσουν τον τοίχο και να μπουν μέσα. Οι υπομονετικοί συντηρητές χρειάζονται βδομάδες μέχρι να επιτρέψουν το ασφαλές άνοιγμα ενός μνημείου. Η κατάρα των τάφων, οι παλιές πρακτικές και οι σύγχρονες αντιλήψεις.
Οι Έλληνες παρακολούθησαν πριν λίγα χρόνια με κομμένη την ανάσα, την σταδιακή αποκάλυψη του ταφικού μνημείου στην Αμφίκλεια. Ουκ ολίγες ήταν μάλιστα οι διαμαρτυρίες των αδαών ότι οι αρχαιολόγοι αργούσαν να μπουν μέσα, να δουν τι υπάρχει και αμέσως μετά να επιτρέψουν στους επισκέπτες που περίμεναν απ’ έξω να κάνουν το ίδιο.
Είναι προφανές ότι ο μέσος Έλληνας, άθελα του ζει δυο ή και περισσότερους αιώνες νωρίτερα, τότε που μόλις ανακάλυπταν έναν αρχαίο τάφο έσπαζαν την είσοδο με βαριοπούλες και ορμούσαν μέσα. Αναφερόμαστε στην αυγή της αρχαιολογίας, διότι ακόμη παλιότερα, απλώς σκόρπιζαν σκελετούς και διακοσμητικά αντικείμενα, σούφρωναν μόνο τα χρυσά και ασημένια αντικείμενα κι έτρεχαν στα παζάρια να τα πουλήσουν με το γραμμάριο. Δεν θα μπορούσαν άλλωστε να τα πουλήσουν ως αντικείμενα με αρχαιολογική αξία, καθότι τότε αυτή η έννοια ήταν εντελώς άγνωστη.
Αυτή ξαφνική είσοδος των σκαπανέων στους σφραγισμένους τάφους δημιούργησε και τους θρύλους για τις κατάρες των ταφικών μνημείων. Μέσα στα σπάνια στεγανά διαμερίσματα που είχαν μείνει ανέπαφα στην πορεία των αιώνων, από την αλλοίωση των οργανικών αντικειμένων που είχαν κλειστεί μέσα, αναπτύσσονταν μύκητες που μπορούσαν να προσβάλλουν τους πρώτους ανθρώπους που έρχονταν σε επαφή μαζί τους πριν ο χώρος αεριστεί. Οι κατάρες των Φαραώ είναι από τις δημοφιλέστερες διηγήσεις της αρχαιολογίας, που κατά ένα μέρος στηρίζονται σε επιστημονικά δεδομένα, αλλά συχνά φτάνουν στα όρια της τερατολογίας.
Για τον ίδιο ακριβώς λόγο, οι επιστήμονες σήμερα πιστεύουν ότι υπέροχα ταφικά μνημεία κατάφεραν να φυλάξουν τα μυστικά τους για αιώνες από τους κάθε λογής αρχαιοκάπηλους και κυνηγούς θησαυρών, αλλά καταστράφηκαν μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα την ώρα που άνοιξε ο τάφος. Η βίαιη εισδοχή οξυγόνου μέσα σε στεγανό χώρο, έκαιγε στην πραγματικότητα κάθε ευαίσθητο υλικό που υπήρχε στον τάφο. Αλλοίωνε τα υφάσματα, κονιορτοποιούσε τους παπύρους ή τα χαρτιά, διέλυε τα φυτικά προϊόντα (ξύλα, ψάθες, κλπ), οξείδωνε τα μέταλλα και γενικώς λειτουργούσε σα να είχαν πυροβολήσει μέσα στον τάφο μ’ ένα φλογοβόλο.
Γι αυτό άλλωστε, οι σημερινοί αρχαιολόγοι πορεύονται βήμα-βήμα με τους συντηρητές αρχαιοτήτων και κάμποσες ακόμα ειδικότητες (γεωλόγους, ανθρωπολόγους), ώστε να αποφευχθούν τέτοιου είδους δυσάρεστες παρενέργειες. Οι υπομονετικοί συντηρητές έρχονται σε πλήρη αντίθεση με τους ορμητικούς αρχαιολόγους, όταν αυτοί βρεθούν μπροστά στην σφραγισμένη πόρτα ενός μυστηριώδους μνημείου.
Προσπαθούν να οπλιστούν με υπομονή βλέποντας τους συντηρητές να διοχετεύουν με σωλήνες στο εσωτερικό των τάφων διάφορα αέρια τα οποία αργά-αργά θα αλλάξουν το χημικό στεγανοποιημένο περιβάλλον δίχως να καταστραφούν τα ευαίσθητα αντικείμενα που υπάρχουν μέσα. Είναι μια διαδικασία που κρατά βδομάδες, αλλά όποιος έχει διαβάσει τη βιογραφία του Μανώλη Ανδρόνικου για το πώς ένιωθε τη νύχτα πριν ανοιχτεί ο τάφος της Βεργίνας, θα μπορέσει να καταλάβει τα αισθήματα και την αδημονία του υπεύθυνου μιας ανασκαφής που βλέπει το επιστημονικό του όνειρο κλειστό μπροστά του, αλλά πρέπει να περιμένει.
Φυσικά, οι σημερινοί αρχαιολόγοι είναι ολοκληρωμένοι επιστήμονες και ξέρουν πως πρέπει να δουλεύουν. Δεν έχουν καμιά σχέση με τον Ερρίκο Σλήμαν που μάζεψε όσα δακτυλίδια και περιδέραια βρήκε σε όλη την ανασκαφή της Τροίας, τα ‘βαλε μέσα σ’ ένα κουτί και τα ονόμασε θησαυρό του Πριάμου. Μετά, τοποθέτησε δίπλα στο κουτί έναν σκελετό νεότερο κατά πολλούς αιώνες και διακήρυξε ότι βρήκε μια πλούσια αριστοκράτισσα της αρχαίας Τροίας που έτρεχε να σώσει τον θησαυρό του βασιλιά Πριάμου, αλλά δολοφονήθηκε με τον θησαυρό αγκαλιά. Μετά ο Σλήμαν έβαλε τον θησαυρό σε καλάθια με ζαρζαβατικά από πάνω και τον φυγάδευσε.
Ούτε έχουν σχέση με τον Άρθουρ Έβανς που ανακάλυψε την Κνωσό, ο οποίος όπου έβρισκε κάποιο θεμέλιο έχτιζε από πάνω του το κτίσμα που θεωρούσε ο ίδιος ότι υπήρχε πριν εικοσιπέντε αιώνες. Μετά το έβαφε κιόλας με όποιο χρώμα νόμιζε ότι του ταίριαζε, θεωρώντας ότι ακριβώς έτσι θα ήταν βαμμένο και στην Μινωική εποχή. Αν και ο Έβανς ήταν πολύ συνεπέστερος επιστημονικά από τον Σλήμαν που στην κανονική του ζωή ήταν έμπορος λουλακιού, και οι δύο θεμελίωσαν την αρχαιολογική επιστήμη αποκαλύπτοντας και καταστρέφοντας ισόποσα. Έτσι μόνο μπορούσε να γίνει τότε, σήμερα τα πράγματα έχουν ευτυχώς αλλάξει.
Διαβάστε εδώ κι άλλες ιστορίες με την υπογραφή του Δημήτρη Καμπουράκη, στη στήλη Μία σταγόνα ιστορία.