Όταν οι Έλληνες καραβοκύρηδες έβγαζαν από το σεντούκι την πειρατική σημαία και κούρσευαν αδιακρίτως κάθε σκαρί που κυκλοφορούσε στο Αιγαίο. Οι διαμαρτυρίες των τριών ναυάρχων των μεγάλων δυνάμεων, που ενώ είχαν στριμώξει τον Ιμπραήμ στο Ναυαρίνο, τα εμπορικά τους κουρσεύονταν από τους δικούς μας.
Η ελληνική ναυτοσύνη αποτελούσε το συγκριτικό πλεονέκτημα του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα του 1821, καθώς οι Τούρκοι ποτέ δεν τα πήγαιναν καλά με την θάλασσα. Τα ελληνικά νησιά και οι παράλιες πόλεις διέθεταν εκατοντάδες πλοία που κυριαρχούσαν στο εμπόριο της μεσογείου και εξαιρετικά αξιόμαχα πληρώματα που πολέμησαν με αυταπάρνηση στην αγώνα. Η ιστορία όμως δεν είναι ποτέ μονοσήμαντη και υπάρχουν πολλά πράγματα που ποτέ δεν διδαχτήκαμε στο σχολείο. Ας δούμε σήμερα ένα απ’ αυτά.
Ως γνωστόν, η ελληνική ανεξαρτησία επιβλήθηκε στις 20 Οκτωβρίου του 1827, όταν οι ενωμένοι στόλοι των Άγγλων, των Γάλλων και των Ρώσων καταβύθισαν τον Τουρκοαιγυπτιακό στόλο στον κόλπο του Ναυαρίνο. Ο Ιμπραήμ είχε ουσιαστικά καταστείλει την ελληνική επανάσταση και λίγα μόνο αστικά κέντρα της Πελοποννήσου μαζί με τα νησιά του Αιγαίου παρέμεναν υπό τον έλεγχο των Ελλήνων. Ο ελληνικός πληθυσμός είχε αποδεκατιστεί και όσοι είχαν απομείνει ζωντανοί είχαν αποκάμει από την μακροχρόνια προσπάθεια. Οι Ευρωπαίοι έδωσαν τη λύση στη θάλασσα και λίγο αργότερα Γάλλοι στρατιώτες έδιωξαν και τις χερσαίες δυνάμεις του Ιμπραήμ από την Πελοπόννησο.
Επίσημα έγγραφα διαμαρτυρίας όμως που έστειλαν προς την Ελληνική κυβέρνηση εκείνη την κρίσιμη περίοδο οι τρεις ναύαρχοι (Κόδριγκτον, Δεριγνί, Χέυδεν), δείχνουν και μία άλλη όψη της πραγματικότητας. Όσο οι στόλοι των Μεγάλων Δυνάμεων είχαν εγκλωβίσει τον Ιμπραήμ στο Ναυαρίνο, τα ελληνικά καράβια που αποτελούσαν τον στόλο των επαναστατών, αντί να πάνε να βοηθήσουν τους Ευρωπαίους, βρήκαν ευκαιρία και το ‘ριξαν στο πλιάτσικο.
Με τους Αιγύπτιους εγκλωβισμένους και τους Ευρωπαίους απ’ έξω να τους περιμένουν, όλο το Αιγαίο και το Ιόνιο αφέθηκαν ελεύθερα και δίχως αστυνόμευση. Οι Έλληνες καραβοκύρηδες λοιπόν, που πάντα είχαν μια μαύρη πειρατική σημαία στο σεντούκι και την ανέβαζαν όποτε εύρισκαν ευκαιρία, άρχισαν να ρημάζουν όλα τα εμπορικά καράβια που κυκλοφορούσαν στα ελληνικά νερά. Δεν ήταν μόνο τούρκικα, αλλά και εγγλέζικά, γαλλικά ή οποίας άλλης εθνικότητας. Οι τρεις ναύαρχοι που ήταν εκεί όχι μόνο για πολεμικούς σκοπούς αλλά και για να υπερασπίζονται το ελεύθερο εμπόριο που έκαναν τα πλοία των χωρών τους, δεν μπορούσαν να ανεχτούν αυτή την κατάσταση. Ενώ οι ίδιοι πολεμούσαν για ν’ απελευθερώσουν την Ελλάδα, τα ελληνικά καράβια να τους κουρσεύουν.
Υπάρχουν τρεις επιστολές προς την ελληνική κυβέρνηση, μία του Βρετανού Κόδριγκτον στις 30 Σεπτεμβρίου του 1927, μία του Γάλλου Δεριγνί στις 7 Οκτωβρίου και μία των τριών μαζί ναυάρχων στις 24 Οκτωβρίου, τέσσερις μέρες μετά τη ναυμαχία. Λένε πανομοιότυπα πράγματα: Ότι δεν είδαν ελληνικό καράβι να τους βοηθήσει, ότι οι Άγγλοι και οι Γάλλοι έμποροι έχουν αποδεκατιστεί στο Αιγαίο από πειρατές και ότι η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να διατάξει κυρίως τα υδραίικα και τα σπετσιώτικα καράβια να σταματήσουν το πλιάτσικο. Κατηγορούν μάλιστα την κυβέρνηση ότι είναι πολύ επιεικής μαζί τους, διότι τα κυριευμένα καράβια οδηγούνταν σε ελληνικά λιμάνια.
Όπως φαίνεται, η ελληνική κυβέρνηση μοίραζε τότε σε καραβοκύρηδες άδειες να χτυπούν τουρκικά καράβια που κουβαλούσαν πυρομαχικά ή τρόφιμα για τους Τούρκους του ελλαδικού χώρου, οπότε οι δικοί μας εύρισκαν ευκαιρία και θεωρούσαν όλους τους εμπόρους του Αιγαίου ως τροφοδότες δήθεν των Τούρκων. Αν μάλιστα ήταν καράβια άλλης εθνικότητας κατέστρεφαν τα ναυτιλιακά έγγραφα που τους έδειχναν κι έπειτα τα οδηγούσαν σε ελληνικά λιμάνια, έπαιρναν τα φορτία, έβγαζαν τα σκαριά σε πλειστηριασμό και φυλάκιζαν όσους ναυτικούς είχαν απομείνει ζωντανοί ως αιχμαλώτους πολέμου.
Οι τρεις ναύαρχοι ήταν έξαλλοι απ’ όλα τούτα και προσπαθούσαν να στρέψουν την ελληνική κυβέρνηση εναντίον αυτών των πειρατών, πράγμα δύσκολο καθώς ήταν δικοί της ναυτικοί. Μπερδεμένα πράγματα. Στα πλαίσια πάντως της καταπολέμησης των πειρατών που συνέχισαν και μετά την ίδια δουλειά, έναν χρόνο αργότερα έγινε επίθεση στη Γραμβούσα της Κρήτης από το Βρετανικό «Κάπριαν» όπου καταβύθισε δεκατέσσερα ελληνικά πειρατικά που κρύβονταν εκεί. Βέβαια ο πλοίαρχος του «Κάπριαν» ήταν ατζαμής και κάνοντας ένα απότομο ελιγμό έξω από τη Γραμβούσα αυτοβυθίστηκε, με αποτέλεσμα οι δύτες να έχουν σήμερα ένα υπέροχο ναυάγιο στον βυθό λίγο έξω από το πασίγνωστο λιμάνι των πειρατών, λίγη απόσταση και από την διάσημη πια παραλία και λιμνοθάλασσα του Μπάλου.
Διαβάστε εδώ κι άλλες ιστορίες με την υπογραφή του Δημήτρη Καμπουράκη, στη στήλη Μία σταγόνα ιστορία.