Το μαυσωλείο είναι ένα ταφικό μνημείο. Διαφέρει από τον συνηθισμένο τάφο, διότι μπορεί να είναι κενοτάφιο (δίχως τα οστά ή την τέφρα του νεκρού μέσα), ένας ή πολλοί τάφοι μαζί, αλλά κυρίως διότι αποτελείται από κάποιο περικαλλές κτίσμα αφιερωμένο στη μνήμη κάποιου διάσημου, πλούσιου ή σπουδαίου νεκρού. Στην Ελλάδα υπάρχουν κάποια μαυσωλεία στο Α’ νεκροταφείο όπως των εθνικών ευεργετών Αβέρωφ και Συγγρού καθώς και στο Τατόι όπου βρίσκονται οι τάφοι των Ελλήνων βασιλέων και βασιλισσών.
Το μεγαλύτερο και πιο διάσημο μαυσωλείο της υφηλίου είναι το Ταζ Μαχάλ στην Άγκρα της Ινδίας, που έχτισε ο σάχης Τζαχάν για την αγαπημένη του Μουμτάζ Μαχάλ. Μαυσωλείο είναι το Πάνθεον στο Παρίσι που στεγάζει τα οστά διακεκριμένων Γάλλων και ευεργετών της Γαλλίας. Κατά μία έννοια, μαυσωλείο και ο Άγιος Πέτρος στη Ρώμη, αφού κατά την καθολική παράδοση χτίστηκε πάνω από τον τάφο του ιδρυτή της ρωμαϊκής εκκλησίας Αγίου Πέτρου, ενώ στεγάζει και τα οστά δεκάδων Παπών που έχουν ταφεί στο εσωτερικό του. Επίσης υπάρχει ένα τερατώδες και πανάσχημο μαυσωλείο στην Πιον Γιαν της Βόρειας Κορέας που ονομάζεται Κουμσουσάν, δηλαδή Παλάτι του ήλιου, μέσα στο οποίο θάφτηκαν ο παππούς και ο πατέρας του σημερινού ηγέτη της χώρας Κιμ Γιογκγ Ουν.
Εντάξει το μαυσωλείο, αλλά τον Μαύσωλο τον ξέρετε; Διότι απ’ αυτόν ξεπήδησε η ονομασία. Ο Μαύσωλος ήταν ένας δαιμόνιος και ακραίος τυχοδιώχτης, που για 24 χρόνια (377-354 π.Χ) ήταν σατράπης της Καρίας. Η Καρία ήταν μια περιοχή στη Μικρά Ασία ακριβώς απέναντι στο νησί της Κω, της οποίας πρωτεύουσα ήταν η Αλικαρνασσός, η σημερινή τουρκική πόλη Μποντρούμ. Εκεί διέπρεψε ο Μαύσωλος, που ήταν σατράπης (διορισμένος διοικητής) των Περσών και αντίπαλος της Β’ Αθηναϊκής συμμαχίας, της οποίας κατάφερε να καταλάβει κάποια νησιά, όπως η Ρόδος, η Χίος και η Κω. Ο σατράπης αυτός έγινε ζάπλουτος έχοντας τρεις πηγές πλουτισμού: Επιδόθηκε στο εμπόριο σκλάβων ρημάζοντας τα ενδότερα της Μικράς Ασίας, κατάκλεβε το κεντρικό ταμείο της Περσικής αυτοκρατορίας που άρχιζε ήδη να παρακμάζει (είκοσι χρόνια αργότερα καταλύθηκε από τον Αλέξανδρο) και ασκούσε συστηματική πειρατεία στο Αιγαίο με τα πλοία του.
Μεγάλο μούτρο ο Μαύσωλος, αλλά όταν πέθανε έμεινε στην ιστορία διότι η Ατρεμισία που άφησε διάδοχο του, έχτισε ένα μεγαλόπρεπο ταφικό μνημείο όπου τον έθαψε. Ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος (στην ιστορία που έγραψε δυόμισι αιώνες αργότερα) αναφέρεται στο ταφικό μνημείο με συγκίνηση, καθώς το θεωρεί δημιούργημα ενός μεγάλου έρωτα. Πράγματι η Αρτεμισία ήταν η αγαπημένη σύζυγος (και μετέπειτα χήρα) του Μαύσωλου, άρα εδώ έχουμε ομοιότητες με το Ταζ Μαχάλ. Ήταν όμως παράλληλα και αδερφή του, αλλά αυτό ας το αφήσουμε ιστορικά ασχολίαστο. Σατράπης ήταν, ό,τι ήθελε έκανε. Κάποιοι σύγχρονοι ιστορικοί βέβαια, αμφισβητούν αυτή την ρομαντική εκδοχή. Λένε ότι η Αρτεμισία πέθανε μόλις δυο χρόνια μετά τον θάνατο του άντρα της και αδερφού της, ενώ ένα τόσο πελώριο και περικαλλές μνημείο θα χρειάστηκε πολύ περισσότερο χρόνο για να φτιαχτεί. Άρα, είτε συνέχισε να χτίζεται και μετά τον θάνατο της Αρτεμισίας (πράγμα δύσκολο, καθότι πανάκριβο) είτε το ‘χε ξεκινήσει ο ίδιος ο Μαύσωλος πριν πεθάνει, οπότε ξεχνάμε την θεωρία του μεγάλου έρωτα και καταλήγουμε στην πελώρια ματαιοδοξία του σατράπη.
Η Αρτεμισία (αν προτιμήσουμε αυτή την εκδοχή) ξόδεψε ένα απίθανο ποσό για την εποχή. Φώναξε τους αρχιτέκτονες Σάτυρο και Πύθη, τους καλλιτέχνες Σκόπα, Βρύαξη και Λεωχάρη, που μαζί με πλήθος τεχνιτών έφτιαξαν ένα καλλιτεχνικό θαύμα. Ήταν ολόκληρο από λευκό μάρμαρο, είχε ύψος 46 μέτρα, περίμετρο 144 μέτρα, 36 κίονες στο εσωτερικό του, στέγη σε σχήμα βαθμιδωτής πυραμίδας και μέσα δυο πελώρια αγάλματα του Μαύσωλου και της ίδιας της Αρτεμισίας, δίπλα σε συμπλέγματα από δεκάδες ακόμα αγάλματα. Ήταν τόσο όμορφο και εντυπωσιακό το μνημείο που αμέσως οι αρχαίοι μας το κατέταξαν στα επτά θαύματα του κόσμου και όλα τα παρόμοια ταφικά μνημεία ονομάστηκαν μαυσωλεία. Ήταν τόσο μεγάλο και λαμπρό, που ο βιτριολικός κυνικός φιλόσοφος Διογένης, είπε ειρωνικά γι αυτό: “Πολύ φορτίο για το στήθος του Μαύσωλου”.
Το μνημείο έμεινε όρθιο για πάνω από 13 αιώνες, αν και είχε υποστεί ζημιές από τους σεισμούς και την εγκατάλειψη. Η πλήρης κατεδάφιση του έγινε γύρω στο 1520 μ.Χ. από τους Ιωαννίτες ιππότες που είχαν εγκατασταθεί στην Ρόδο. Θέλησαν να φτιάξουν ένα φρούριο στην ακτή της Αλικαρνασσού για να επιτηρούν την ακτή, οπότε κατέστρεψαν το μαυσωλείο για να πάρουν οικοδομικά υλικά. Τα πάνω από 100 μαρμάρινα αγάλματα του μνημείου, τα έλιωσαν για να τα κάνουν ασβέστη. Ελάχιστα κομμάτια αγαλμάτων σώθηκαν και βρίσκονται σήμερα σε μουσεία της Ευρώπης.
Διαβάστε εδώ κι άλλες ιστορίες με την υπογραφή του Δημήτρη Καμπουράκη, στη στήλη Μία σταγόνα ιστορία.