Στο πρώτο νεκροταφείο των Αθηνών, πίσω από το οστεοφυλάκιο, υπάρχει ο τάφος του συγγραφέα Μ. Καραγάτση, πιθανότατα του μέγιστου από την περίφημη λογοτεχνική γενιά του ’30. Αν και πέθανε τον Σεπτέμβρη του 1960, το έργο του συνεχίζει να διαβάζεται, να αναλύεται από ειδικούς της λογοτεχνίας, να μεταφέρεται στην τηλεόραση και τον κινηματογράφο.
Ο «προχειρογράφος» Καραγάτσης, όπως τον ονόμαζαν κάποιοι σύγχρονοι του που δεν τον χώνευαν, άφησε ένα εντυπωσιακά μεγάλο λογοτεχνικό και ιστορικό έργο, αλλά κυρίως άφησε πίσω του μια αχλή ενδοαστικής αμφισβήτησης που η κοινωνική του τάξη δεν του συγχώρεσε ποτέ. Ο συγγραφέας του ‘’Γιούγκερμαν’’, του ‘’Συνταγματάρχη Λιάπκιν’’, του ‘’Κίτρινου φακέλου’’, του ‘’10’’ και δεκάδων άλλων κορυφαίων έργων που έχουν πουλήσει πάνω από μισό εκατομμύριο αντίτυπα, αποτελούσε πάντα ένα μυστήριο για το αναγνωστικό του κοινό.
Μεγαλοαστός από κούνια, πρωτοπόρος μιας ρεαλιστικής λογοτεχνίας που ξάφνιασε και σόκαρε την πουριτανική ελληνική κοινωνία, απογυμνωτής των κοινωνικών του εταίρων, θαυμαστής αλλά όχι συνοδοιπόρος των κατωτέρων τάξεων και του περιθωρίου, αιρετικός της ιστορικής ανάγνωσης και γραφής, με απίστευτες για την εποχή του ψυχαναλυτικές εμβαθύνσεις στους χαρακτήρες του, ο Καραγάτσης έζησε μέσα σε μια σειρά αντιφάσεων και λογοτεχνικών εκκρεμοτήτων που τον έκαναν τελικά αθάνατο στα ελληνικά γράμματα.
Όλοι αναρωτιούνταν (και συνεχίζουν ως σήμερα να το κάνουν) για το ψευδώνυμο του, αλλά και για το αινιγματικό Μ. που έβαζε ως μικρό του όνομα. Το κανονικό του όνομα ήταν Δημήτρης Ροδόπουλος και καταγόταν από παλιά γενιά μεγαλογαιοκτημόνων (κοτζαμπάσηδων δηλαδή) της Πάτρας. Ο παππούς του Μήτσος Ροδόπουλος, ήταν ένας από τους προκρίτους που κράτησαν οι Τούρκοι ως όμηρο στην Τριπολιτσά, για να σταματήσουν την επανάσταση του ’21. Ο Μήτσος αλλαξοπίστησε και σώθηκε. Αυτό το ίχνος της οικογενειακής του ιστορίας το βρίσκουμε στην τριλογία του ‘’Ο κοτζάμπασης του Καστρόπυργου’’, ‘’Αίμα χαμένο και κερδισμένο’’, ‘’Τα στερνά του Μίχαλου’’. Η τριλογία αυτή, ήταν ένα ιστορικό μνημόσυνο για τον παππού του, αλλά και μια έντεχνη προσπάθεια του εγγονού να αποκαταστήσει την μνήμη του προγόνου του.
Ο πατέρας του Γεώργιος Ροδόπουλος, μετοίκισε στη Λάρισα, χρημάτισε διευθυντής της εθνικής Τράπεζας, διοικητής της Τράπεζας Κρήτης και εξελέγη πέντε φορές βουλευτής από το 1899 ως το 1928. Ο αδερφός του Κωνσταντίνος Ροδόπουλος ήταν επίσης συντηρητικός βουλευτής, μεταπολεμικά χρημάτισε πολλές φορές υπουργός, ενώ ήταν για έναν χρόνο Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων. Είχε μάλιστα παντρευτεί την Δέσποινα Καραθεοδωρή, κόρη του μεγάλου Έλληνα μαθηματικού Κωνσταντίνου Καραθεοδωρή.
Ο Δημήτρης αντίθετα, αν και μεγάλωσε μέσα σε πολιτική οικογένεια, αρνιόταν την πολιτική κι ήθελε να γίνει συγγραφέας. Ο πατέρας του που δεν καταλάβαινε από συγγραφιλίκια, του εξηγήθηκε ορθά κοφτά: «Το όνομα που σου έδωκα είναι ακηλίδωτο και σου απαγορεύω να το κηλιδώσεις». Ο νεαρός συγγραφέας υιοθέτησε τότε το «Καραγάτσης». Στη Λάρισα, καραγάτσι λένε τη φτελιά, ένα δένδρο πάνω στο οποίο ο μικρός σκαρφάλωνε συχνά για να βλέπει πέρα μακριά. Το Μ. δεν ήταν Μήτσος αλλά Μίτια. Έτσι τον φώναζαν χαϊδευτικά οι φίλοι του, καθώς το Μίτια είναι το υποκοριστικό του Dimitri στα Ρώσικα. Ο ίδιος ο Καραγάτσης το είχε υιοθετήσει από τους Αδερφούς Καραμαζώφ του Ντοστογιέφσκι.
Όταν όμως ο νεαρός Μ. Καραγάτσης έγραψε τον Συνταγματάρχη Λιάπκιν κι έγινε διάσημος μέσα σε μια νύχτα, ο πατέρας του τον ξανακάλεσε στο γραφείο του και αντί να αναγνωρίσει το λάθος του, πέρασε στην επίθεση όπως κάθε πολιτικός: «Κηλιδωμένο όνομα σου ‘δωκα και πήρες ψευδώνυμο;» ρώτησε, αφήνοντας άφωνο τον μικρό. Φύσει επιθετικός ο Δημήτρης, όχι μόνο δεν το άλλαξε αλλά αντιθέτως πήγε στη Νομαρχία και το νομιμοποίησε κάνοντας το επίσημο ονοματεπώνυμο του.
Ο Καραγάτσης είχε μεγαλύτερη σχέση με τη μάνα του, παρά με τον πατέρα του. Παρά ταύτα, δεν ξέφυγε εντελώς από την οικογενειακή πολιτική παράδοση. Μετά από πιέσεις πήρε μέρος στις εκλογές του 1956 και 1958 ως υποψήφιος βουλευτής με το κόμμα προοδευτικών του Σπύρου Μαρκεζίνη. Καταβαραθρώθηκε λαμβάνοντας 135 και 798 ψήφους αντίστοιχα. Δεν ασχολήθηκε ξανά με την πολιτική, για την οποία έλεγε ότι δεν του ταίριαζε.
Διαβάστε εδώ κι άλλες ιστορίες με την υπογραφή του Δημήτρη Καμπουράκη, στη στήλη Μία σταγόνα ιστορία.