Στις 6 και στις 9 Αυγούστου του 1945, οι Αμερικανοί έριξαν δύο ατομικές βόμβες στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι της Ιαπωνίας. Εμβρόντητη, αλλά κυρίως έντρομη, η υφήλιος παρακολούθησε αυτό το φρικτό μακελειό που προδιέγραφε ένα διόλου ευοίωνο μέλλον για την ανθρωπότητα. Έκτοτε και μέχρι σήμερα, εκατομμύρια σελίδες έχουν γραφτεί για το αν έπρεπε να ριχτούν οι δύο αυτές βόμβες και για τους λόγους που οδήγησαν τον Πρόεδρο Τρούμαν να πάρει αυτή την ακραία απόφαση.
Στην πραγματικότητα, η απόφαση είχε ληφθεί τέσσερις μήνες νωρίτερα, όταν οι Αμερικανικές δυνάμεις έκαναν απόβαση στο μικρό νησί Οκινάουα ή Οκινάβα του συμπλέγματος των Ιαπωνικών νησιών, που ήταν 500 χιλιόμετρα νότια απ’ το Τόκυο. Στην Οκινάουα που υπεράσπιζαν 62.000 Ιάπωνες στρατιώτες, αποβιβάστηκαν μισό εκατομμύριο Αμερικανοί. Μετά από σφοδρές μάχες δύο μηνών το νησί κατελήφθη, αλλά οι Αμερικανοί μέτρησαν 50.000 νεκρούς και τραυματίες. Οι Ιάπωνες πολεμούσαν με ασύλληπτο πείσμα, δεν παραδίδονταν ποτέ και σκότωναν αντιπάλους ακόμα και τραυματισμένοι ή κομματιασμένοι, μέχρι να ξεψυχήσουν. Από τους 62.000 υπερασπιστές, μόλις 400 έμειναν ζωντανοί κι αυτοί βαριά τραυματίες.
Η αμερικανική κοινή γνώμη, αλλά κυρίως τα στρατιωτικά επιτελεία πάγωσαν. Αν για ένα μικρό νησί είχαν τόσο μεγάλες απώλειες, τι θα γινόταν όταν θα αποβιβάζονταν στην ίδια την Ιαπωνία; Αν για να καταβληθούν 62.000 υπερασπιστές έπρεπε να σκοτωθούν 50.000 Αμερικανοί, ποια θα ήταν η αναλογία για τα 3.000.000 Ιαπώνων που θα πολεμούσαν μέσα στην πατρίδα τους; Μια πρόχειρη έκθεση που παρουσιάστηκε στον Τρούμαν αναφερόταν σε μισό εκατομμύριο Αμερικανούς νεκρούς κατ’ ελάχιστον, ενώ προφορικές εκτιμήσεις μιλούσαν έως και για τριπλάσιο αριθμό.
Φυσικά, για ανακωχή δεν γινόταν λόγος, η παράδοση άνευ όρων ήταν το μόνο που θα γινόταν δεκτό από την Αμερικανική κοινή γνώμη μετά το ύπουλο χτύπημα στο Πέρλ Χάρμπορ. Τότε ήταν που η χρήση της ατομικής βόμβας εμφανίστηκε από τους στρατιωτικούς ως μονόδρομος. Έβαλαν κάτω την πιο απάνθρωπη αριθμητική και στο φρικτό μέτρημα των μελλοντικών νεκρών κέρδισε η βόμβα.
Παράλληλα, στην Ευρώπη όπου ο πόλεμος είχε τελειώσει, είχε αρχίσει η αντιπαράθεση με τους Σοβιετικούς που κομμουνιστοποιούσαν τα εδάφη που κατέλαβαν. Ο Τρούμαν ήθελε να τελειώσει ο πόλεμος του Ειρηνικού άρον-άρον, για να αντιπαρατεθεί στον Στάλιν. Κάποιοι ενδοιασμοί που διατυπώθηκαν σε εκθέσεις για την εκατόμβη των άμαχων θυμάτων, παραμερίστηκαν αμέσως με την κατάλληλη χρήση άλλων φρικτών αριθμών: Τον Φλεβάρη του 1945, στον βομβαρδισμό του Τόκυο από την Αμερικανική αεροπορία με συμβατικές βόμβες, σκοτώθηκαν 145.000 άτομα.
Συνολικά, οι συμβατικοί βομβαρδισμοί από αέρος είχαν ήδη σκοτώσει 260.000 άμαχους Ιάπωνες και τραυματίσει 400.000. Οι Αμερικανοί προτιμούσαν να χτυπούν πυκνοκατοικημένες περιοχές και όχι στρατιωτικές εγκαταστάσεις, προσπαθώντας να υποσκάψουν το ηθικό του Ιαπωνικού λαού που συνέχιζε να είναι υψηλό και φιλοπόλεμο. Στην βομβαρδισμό της Δρέσδης στην Γερμανία λίγους μήνες νωρίτερα, είχαν σκοτωθεί 200.000 άμαχοι. Η ατομική βόμβα θα τους πείραζε;
Δε μπορούσαν να υπολογίσουν εκ’ των προτέρων τα θύματα, αλλά οι εκτιμήσεις τους έπεσαν μέσα. Στη Χιροσίμα η βόμβα σκότωσε 80.000 ανθρώπους και στο Ναγκασάκι 60.000. Λογικά νούμερα κατά τους τεχνοκράτες του πολέμου, ενώ την ίδια στιγμή ο πολιτικός αντίκτυπος θα ήταν τεράστιος. Η Αμερική, μ’ αυτό το όπλο στα χέρια ήταν ο αδιαφιλονίκητος κυρίαρχος της υφηλίου. Απ’ όπου κι αν το κοίταζε ο Πρόεδρος Τρούμαν, μόνο πλεονεκτήματα έβλεπε στη χρήση της ατομικής βόμβας.
Είδατε τελικά πως τα καταφέρνουμε εμείς οι άνθρωποι; Φέρνουμε έτσι τα πράγματα γύρω μας και κατασκευάζουμε έτσι τους διαδρόμους του μυαλού μας, που φτάνουμε να θεωρούμε τη χρήση του πιο φονικού όπλου στην ανθρώπινη ιστορία περίπου ως ανθρωπιστική και ευλογημένη επιλογή.
Διαβάστε εδώ κι άλλες ιστορίες με την υπογραφή του Δημήτρη Καμπουράκη, στη στήλη Μία σταγόνα ιστορία.