Για δύο περίπου αιώνες, η Μεγάλη Βρετανία θεωρούνταν ως η πρωτεύουσα των αυτοκτονιών. Αναλύσεις, ρεπορτάζ, ψυχολογικές και θρησκευτικές ερμηνείες, προσπαθούσαν να εξηγήσουν γιατί οι Άγγλοι με το παραμικρό τίναζαν τα μυαλά τους στον αέρα. Μέχρι και τουριστικοί οδηγοί αυτοκτονίας είχαν κυκλοφορήσει σ’ όλη την Ευρώπη.
Το 18ο αιώνα, όχι μόνο στην λαϊκή φιλολογία αλλά και στην κοινωνιολογική βιβλιογραφία ή στα δημοσιογραφικά κείμενα, υπήρχε ένας κοινά αποδεκτός όρος που ονομαζόταν «η Αγγλική ασθένεια». Η περίφημη αυτή «Αγγλική ασθένεια» που συνέχισε να ονομάζεται έτσι μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα, δεν ήταν τίποτα άλλο από την υποτιθέμενη συνήθεια των Βρετανών να αυτοκτονούν.
Οι σύγχρονοι μελετητές, αφού έβαλαν κάτω τα αρχεία της εποχής έχουν καταλήξει ότι ο όρος αυτός ήταν μάλλον καταχρηστικός, αφού οι αυτοκτονίες στα Βρετανικά νησιά δεν ήταν ιδιαίτερα μεγαλύτερος από τις περιοχές της ηπειρωτικής Ευρώπης και εν’ πάση περιπτώσει απείχαν πολύ από το να αποτελούν επιδημία ή μάστιγα. Όμως ο όρος επικράτησε παγκοσμίως για παραπάνω από δύο αιώνες.
Το πιθανότερο είναι ότι η γρήγορη εκβιομηχάνιση της Βρετανίας τον 17ο και 18ο αιώνα, η βίαιη εκρίζωση των αγροτών από τη γη τους και η εγκατάσταση τους σε άθλιες βιομηχανικές πόλεις όπου ζούσαν μέσα σε συνθήκες ακραίας φτώχειας, αύξησε απότομα το ποσοστό των ανθρώπων που γίνονταν αυτόχειρες. Παράλληλα, η εξαχρείωση της αριστοκρατικής τάξης μέσα στις συνθήκες της παγκόσμιας κυριαρχίας της Βρετανίας, οδηγούσε επίσης σε αύξηση αυτοκτονιών ανάμεσα στους πλούσιους και τους ευγενείς, για άλλους λόγους. Είκοσι ένα μέλη του Βρετανικού Κοινοβουλίου και τριάντα πέντε λόρδοι αυτοκτόνησαν μεταξύ του 1750 και του 1800, όλοι εξ’ αιτίας πτωχεύσεων, τυχερών παιχνιδιών, στρατιωτικών και πολιτικών αποτυχιών.
Η συνήθεια του Αγγλικού τύπου να δημοσιεύει τις εβδομαδιαίες «αγγελίες θνησιμότητας» μαζί με σχολιασμό των τρόπων θανάτου, δημιούργησε όχι μόνο στην Αγγλία αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη την εντύπωση ότι η αυτοκτονία ήταν μια πολύ διαδεδομένη και τετριμμένη μέθοδος αναχώρησης των βρετανών από τον μάταιο τούτο κόσμο. Πολύ γρήγορα, ολόκληρη η ηπειρωτική Ευρώπη θεώρησε την «Αγγλική ασθένεια» κάτι δεδομένο και άρχισαν να την αναλύουν.
Ο Γάλλος φιλόσοφος Μοντεσκιέ έγραψε ότι το αγγλικό κλίμα προκαλούσε «μια ελαττωματική διύλιση της νευρικής ουσίας», ενώ τον καιρό των πολέμων του Ναπολέοντα με τους Βρετανούς, οι Γάλλοι καλλιέργησαν συστηματικά την ιδέα ότι οι Άγγλοι αντίπαλοι τους ήταν ένας λαός τόσο νοσηρός που με το παραμικρό τίναζε τα μυαλά του στον αέρα. Αντιθέτως, ένας ιερωμένος, ο αβά Πρεβό, απέδιδε την «Αγγλική ασθένεια» στη νοσηρή κατ’ αυτόν συνήθεια των Άγγλων να ζεσταίνονται με κάρβουνο, του οποίου οι αναθυμιάσεις πειράζουν το μυαλό.
Φυσικά, υπήρχε και η πανίσχυρη εκκλησία της εποχής, που αποφαινόταν ότι οι αυτοκτονίες οφείλονταν στην κατακρήμνιση των ηθικών αξιών που έφερνε η αύξηση των κάθε λογής φιλοσοφικών αναζητήσεων. Υπήρξαν βέβαια περιπτώσεις τέτοιων θανάτων, που έκαναν μεγάλη εντύπωση στην ευρωπαϊκή κοινωνία. Το 1700, ο μεγαλύτερος εκδότης της Βρετανίας, ο Τόμας Κρήτς, κρεμάστηκε αφού μετέφρασε όλα τα έργα του Λουκρήτιου. Το 1732, ένας από τους μεγαλύτερους βιβλιοδέτες της χώρας, ο πάμπλουτος Ρίτσαρντ Σμίθ, κρεμάστηκε μαζί με τη γυναίκα του αφού πρώτα σκότωσαν μαζί την κόρη τους. Στο σημείωμα που άφησαν, εξηγούσαν ότι οι λόγοι της πράξης τους ήταν καθαρά φιλοσοφικοί.
Με τούτα και με κείνα, η Βρετανία θεωρούνταν για δύο αιώνες η πρωτεύουσα της αυτοκτονίας. Ήταν μάλιστα τόσο διαδεδομένη αυτή η εντύπωση, που απογοητευμένοι άνθρωποι από όλη την Ευρώπη που αποφάσιζαν να αυτοκτονήσουν, ταξίδευαν στα Βρετανικά νησιά για να το κάνουν. Το θεωρούσαν πιο σικ και πίστευαν ότι η πράξη τους αποκτά ακόμα μεγαλύτερη ένταση και σημασία, αν συμβεί στην Αγγλία παρά σε οποιοδήποτε άλλο μέρος της Ευρώπης. Διάφοροι τετραπέρατοι Άγγλοι μάλιστα, θέλοντας να εκμεταλλευτούν αυτό το ιδιόρρυθμο τουριστικό ρεύμα, έβγαλαν οδηγούς αυτοκτονίας σε πολλές ευρωπαϊκές γλώσσες. Σ’ αυτούς πρότειναν τρόπους αλλά και τελετουργικές διαδικασίες για να αυτοκτονήσει κανείς με όσο γίνεται μεγαλύτερη δραματικότητα και μεγαλοπρέπεια, πάντα κάτω από την Βρετανική ομίχλη.
Διαβάστε εδώ κι άλλες ιστορίες με την υπογραφή του Δημήτρη Καμπουράκη, στη στήλη Μία σταγόνα ιστορία.