Η μεταφορά του παιχνιδιού από την Ιταλία με πρωτοβουλία του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Η υστερία των Ελλήνων για το παιχνίδι, οι δεκατριάρηδες, δωδεκάρηδες και εντεκάρηδες, η μάχες για την εξασφάλιση μιας άδειας πρακτορείου, οι ορδές των παιχτών έξω από τα πρακτορεία κάθε Κυριακή απόγευμα και οι πρώτες ελληνικές ταινίες με πρωταγωνιστή το ΠΡΟΠΟ.
Την 1η Μαρτίου 1959, οι Έλληνες έπαιξαν για πρώτη φορά ένα παιχνίδι που αντέγραψε από την Ιταλία ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής. Το λέγανε ΠΡΟΠΟ (από το ΠΡΟγνωστικά ΠΟδοσφαίρου) και το διοργάνωνε ο νεοσυσταθείς κρατικός ΟΠΑΠ, Οργανισμός Προγνώσεως Αγώνων Ποδοσφαίρου. Ο Καραμανλής ήξερε ότι το νέο παιχνίδι είχε εξασφαλισμένη επιτυχία, αφού συνδύαζε τον φανατισμό των Ελλήνων για το ποδόσφαιρο και την αγάπη τους για τον τζόγο.
Ως τότε, οι τζογαδόροι μπορούσαν να ικανοποιηθούν μόνο με τα λαχεία ή με τα χαρτιά και τα ζάρια που έπαιζαν σε καφενεία και παράνομους χώρους. Μπορεί σύσσωμη η αντιπολίτευση να κατήγγειλε τότε τον Καραμανλή ως ‘’πρωθυπουργό του τζόγου’’, όμως οι Έλληνες έτρεξαν από την πρώτη Κυριακή να μάθουν πως παίζεται και να δοκιμάσουν την τύχη και τις ποδοσφαιρικές τους γνώσεις στο ΠΡΟΠΟ.
Στα λιγοστά καφενεία που πήραν άδεια απ’ τον ΟΠΑΠ παίχτηκαν την πρώτη Κυριακή 213.670 στήλες και οι συνολικές εισπράξεις ήταν 1.004.778 δραχμές. Βρέθηκε ένας μοναδικός μεγάλος νικητής, ο Αθηναίος δικηγόρος Νίκος Πάσσαρης που κέρδισε 228.360 δραχμές, ποσό τεράστιο για την εποχή. Ο δωδεκάρης Πάσσαρης έγινε το πρόσωπο της εβδομάδας και πρωτοσέλιδο σε όλες τις εφημερίδες, αλλά οι μεγάλοι άτυχοι ήταν δυο παίχτες του Παναθηναϊκού, ο Βαγγέλης Πανάκης και ο Λάκης Πετρόπουλος. Επειδή το δελτίο είχε αγώνα Ολυμπιακού-Παναθηναϊκού, αυτοί έπαιξαν ότι θα κερδίσει η ομάδα στην οποία έπαιζαν. Για κακή τους τύχη νίκησε ο Ολυμπιακός 2-0 κι αυτοί βγήκαν εντεκάρηδες, με κέρδη μόλις 4.500 δραχμές.
Αναφερόμαστε σε δωδεκάρηδες και εντεκάρηδες, διότι το ΠΡΟΠΟ ξεκίνησε με δώδεκα αγώνες, με κέρδη μόνο για τις 12 και 11 επιτυχίες. Ο 13ος αγώνας και οι περίφημοι δεκατριάρηδες προστέθηκαν το 1965, για να αυξηθούν οι νικητές, αφού πλέον κέρδη είχαν οι εντεκάρηδες, οι δωδεκάρηδες και οι δεκατριάρηδες. Εξ’ αιτίας του ΠΡΟΠΟ δημιουργήθηκαν το 1965-66 τα πρωταθλήματα της Α’ και της Β’ εθνικής κατηγορίας ποδοσφαίρου. Τα δελτία συμπληρώνονταν χειρόγραφα, στέλνονταν όλα στην Αθήνα και η διαλογή τους γινόταν με τον ίδιο τρόπο. Κάθε Δευτέρα πρωί, εκατοντάδες εποχιακά εργαζόμενοι, φοιτητές κυρίως, έμπαιναν στα γραφεία του ΟΠΑΠ και έλεγχαν μία προς μία τα εκατομμύρια στήλες που είχαν παιχτεί σ’ όλη τη χώρα.
Σημαντικό έσοδο επίσης για το κράτος ήταν οι διαφημίσεις που υπήρχαν πάνω στα τυπωμένα δελτία, οι οποίες λόγω της δημοφιλίας του παιχνιδιού ήταν πανάκριβες και οι βιομηχανίες ανταγωνίζονταν για να τις πληρώσουν. Επίσης, λόγω της κερδοφορίας που παρουσίασαν αμέσως τα καταστήματα που εξασφάλιζαν άδεια, η χορήγηση άδειας πρακτορείου ΠΡΟΠΟ έγινε ένα από τα μεγαλύτερα και πιο προσοδοφόρα κυβερνητικά ρουσφέτια της εποχής. Όλοι έπιαναν τους βουλευτές και τους υπουργούς για να τους βγάλουν μια άδεια ΠΡΟΠΟ. Εξ’ αιτίας αυτού, η θέση του γενικού γραμματέα αθλητισμού (δεν υπήρχε υπουργός αθλητισμού τότε) από παρακατιανή έγινε περιζήτητη.
Επειδή εκείνη την εποχή τα μέσα πληροφόρησης ήταν λιγοστά, κάθε Κυριακή απόγευμα γινόταν χαλασμός έξω από τα πρακτορεία του ΠΡΟΠΟ. Όσοι απ’ τους φανατικούς παίχτες δεν είχαν υπομονή να περιμένουν, πήγαιναν εκεί και με τα συμπληρωμένα δελτία τους στα χέρια, άκουγαν τις μεταδόσεις των ποδοσφαιρικών αγώνων που έκανε το κρατικό ραδιόφωνο. Για τους υπόλοιπους αγώνες που ήταν στο ΠΡΟΠΟ (διότι το ραδιόφωνο μετέδιδε μόνο δύο ή τρεις αγώνες απ’ ευθείας), οι πιο έξυπνοι Προποτζήδες είχαν βρει λύση.
Φρόντιζαν να βρουν συναδέλφους τους στις επαρχιακές πόλεις όπου γίνονταν αγώνες και μάθαιναν αμέσως τα αποτελέσματα για να ενημερώνουν την πελατεία τους από νωρίς. Συνήθως, αργά τα βράδια της Κυριακής, τα πεζοδρόμια έξω απ’ τα πρακτορεία ήταν στρωμένα με σχισμένα δελτία ΠΡΟΠΟ, τα οποία οι απογοητευμένοι τζογαδόροι πετούσαν εκνευρισμένοι στον αέρα, βρίζοντας διαιτητές, παίχτες και προπονητές για τα αποτελέσματα που δεν είχαν προβλέψει.
Ο ελληνικός κινηματογράφος, που τότε λειτουργούσε σχεδόν σαν τηλεόραση, έπιασε αμέσως την υστερία που κατέλαβε τους Έλληνες με το καινούριο παιχνίδι, γι αυτό την πρώτη κιόλας χρονιά (1959) έβγαλε στις αίθουσες την κωμωδία του Γιάννη Δαλιανίδη «λαός και Κολωνάκι». Σ’ αυτήν, ένας μπατίρης γαλατάς, ο Κώστας Χατζηχρήστος, κερδίζει ένα τεράστιο ποσό στο ΠΡΟΠΟ και αμέσως ορμούν όλοι να του φάνε τα λεφτά, με πρώτη μια απατεώνισσα καταχρεωμένη γόησσα της αριστοκρατίας, η Ρίκα Διαλυνά.
Διαβάστε εδώ κι άλλες ιστορίες με την υπογραφή του Δημήτρη Καμπουράκη, στη στήλη Μία σταγόνα ιστορία.