Ας μεταφερθούμε νοερά στην τραπεζαρία της βασίλισσας της Αγγλίας και της Ιρλανδίας Ελισάβετ Α’, ένα συνηθισμένο μεσημέρι γύρω στο 1580. Η βασίλισσα παίρνει ένα ελαφρό ανεπίσημο γεύμα παρέα με δυο στενές φίλες της, για να μπορέσει μετά να συνεχίσει τη δουλειά της. Πρώτα μπαίνουν οι υπηρέτες, που γονατίζουν τρεις φορές πριν στρώσουν το τραπεζομάντηλο και πριν τοποθετήσουν τα πιάτα, το ψωμί και το αλάτι. Μετά δυο κυρίες, μια παντρεμένη και μια ανύπαντρη, γονατίζουν και τρίβουν τα πιάτα με ψωμί και αλάτι πριν τα χρησιμοποιήσει η βασίλισσα.
Ακολουθούν οι ευγενείς της φρουράς που φέρνουν με τη σειρά είκοσι τέσσερα διαφορετικά φαγητά, όλα μέσα σε χρυσές πιατέλες.
Η λαίδη δοκιμάστρια παίρνει μια μπουκιά από κάθε πιάτο και ταΐζει μ’ αυτό έναν φρουρό, μήπως και τα φαγητά έχουν δηλητηριαστεί. Αν επιζήσουν οι φρουροί, η βασίλισσα διαλέγει ένα ή δύο φαγητά από τα είκοσι τέσσερα για να φάει και τα υπόλοιπα τα διώχνει. Πίσω στην κουζίνα τα κουβαλούν παρθένα κορίτσια. Κατά τη διάρκεια του μικρού αυτού γεύματος με τις φιλενάδες της, δώδεκα σάλπιγγες και δύο τύμπανα παίζουν συνοδευτικούς σκοπούς.
Περιττές και σαχλές πολυτέλειες, θα πείτε, πλην η Αγγλική αυλή ήταν διάσημη εκείνες τις εποχές για τη λιτότητα και την απλότητα του πρωτοκόλλου της. Συγκρινόμενα με τα αντίστοιχα γεύματα των Γάλλων Λουδοβίκων ή των Οθωμανών σουλτάνων, το περίπλοκο αυτό γεύμα της Ελισάβετ έμοιαζε με κολατσιό στο πόδι. Η σπατάλη, η πολυτέλεια και η πολυπλοκότητα του πρωτοκόλλου των άλλων βασιλικών οίκων ήταν πρωτοφανής. Βέβαια, εκείνους τους καιρούς, η έννοια της μοναρχίας ήταν εντελώς διαφορετική από σήμερα. Η βασίλισσα κυβερνούσε κυριολεκτικά. Με τα διατάγματα της ρύθμιζε τα πάντα, όχι μόνο στον δημόσιο αλλά και στον ιδιωτικό βίο.
Για παράδειγμα, βασιλικά διατάγματα όριζαν με ανατριχιαστική ακρίβεια τον τρόπο που έπρεπε να τρώνε οι ιερωμένοι, ανάλογα με τον βαθμό τους. Η Ελισάβετ είχε ορίσει ότι οι αρχιεπίσκοποι δικαιούνταν να έχουν σε κάθε γεύμα τους πάνω στο τραπέζι μέχρι έξι κύρια πιάτα με κρέας και έως τέσσερα για δεύτερα. Οι απλοί επίσκοποι πέντε και τρία, οι αρχιδιάκονοι και διάκονοι τέσσερα και δύο. Οι απλοί παπάδες περιορίζονταν σε τρία και δύο. Υπήρχαν άλλα διατάγματα για τις περιόδους των νηστειών, αν και ποτέ δεν έλειπε το κρέας. Η βασίλισσα ήταν πραγματίστρια. Ήξερε ότι η πλήρης απαγόρευση της κρεατοφαγίας θα οδηγούσε τους ρασοφόρους όλων των βαθμών σε παρανομία και δεν το ‘θελε.
Βασιλικά διατάγματα επίσης όριζαν τις τιμές των προϊόντων που πουλιούνταν σ’ όλη την επικράτεια. Από τα διατάγματα αυτά παίρνουμε σήμερα πολύτιμες πληροφορίες για τα ήθη και τις συνήθειες της εποχής. Το 1544, ένα διάταγμα όριζε τις τιμές των κρεατικών, καθορίζοντας έτσι και την έννοια της πολυτέλειας που συνόδευε κάθε έδεσμα. Σύμφωνα μ’ αυτό, το βοδινό, το πρόβειο και το χοιρινό ήταν τα ακριβότερα κρέατα. Ακολουθούσαν το κουνέλι, ο κύκνος, ο ερωδιός και ο πελεκάνος. Μια σκάλα χαμηλότερα ήταν ο γλάρος, το ορτύκι, το περιστέρι, ο σπουργίτης, το καπόνι, η κότα, η χήνα και ο κορυδαλλός. Όπως γίνεται ολοφάνερο, οι Άγγλοι την εποχή των Τυδώρ έτρωγαν ό,τι περπατούσε και πετούσε.
Η μπύρα και το κρασί επίσης ήταν βασικότατο είδος διατροφής. Ο απλός κόσμος, αλλά και τα στρατεύματα ή τα πληρώματα των πλοίων δε μπορούσαν να κάνουν δίχως αλκοόλ. Κυρίως το κρασί ήταν τόσο αναπόσπαστο κομμάτι της ευρωπαϊκής διατροφής, που τον καιρό του Αγγλοϊσπανικού πολέμου, τόσο ο Φίλιππος της Ισπανίας όσο και η Ελισάβετ της Αγγλίας επέτρεψαν να συνεχίζεται το εμπόριο κρασιού ανάμεσα στις δύο χώρες, τη στιγμή που οι στόλοι τους αλληλοσφάζονταν στις θάλασσες.
Διαβάστε εδώ κι άλλες ιστορίες με την υπογραφή του Δημήτρη Καμπουράκη, στη στήλη Μία σταγόνα ιστορία.