Ένας πλούσιος Σύριος που την ρωμαϊκή περίοδο έκτισε στον λόφο απέναντι από τον Παρθενώνα το ακαλαίσθητο και τεράστιο ταφικό του μνημείο. Απ’ αυτό σώζεται σήμερα μόνο μια μετώπη, παρά ταύτα ο Φιλόππαπος κατάφερε να μείνει στην ιστορία, αφού ο λόφος πήρε το όνομα του.
Τον λόφο του Φιλοπάππου τον ξέρετε ασφαλώς. Αυτό τον καιρό ασχολούμαστε συνέχεια μαζί του, με την εγκληματικότητα που τον δέρνει. Τον Φιλόππαπο όμως δε νομίζω να τον έχετε ακουστά. Απ’ αυτόν λοιπόν πήρε το όνομα του ο κατάφυτος λόφος που βρίσκεται απέναντι από την Ακρόπολη και που όταν ανέβεις στην κορυφή του νομίζεις ότι μπορείς ν’ απλώσεις το χέρι σου και ν’ αγγίξεις τον Παρθενώνα. Στην αρχαιότητα λεγόταν λόφος των Μουσών ή Μουσείο, διότι κατά τη μυθολογία εκεί πάνω συνέθετε και έψαλε τους ύμνους του συνοδεία της λύρας του ο μαθητής του Ορφέα, ο περίφημος Μουσαίος. Λεγόταν δε ότι εκεί πάνω βρισκόταν και ο τάφος του.
Από λόφο Μουσών μετονομάστηκε σε Φιλοπάππου κατά τη Ρωμαϊκή εποχή. Ο Φιλόπαππος δεν ήταν Αθηναίος, ούτε καν Έλληνας, αλλά Σύριος. Ολόκληρο το όνομα του ήταν Γάιος Ιούλιος Αντίοχος Φιλόπαππος και ήταν εγγονός του τελευταίου βασιλιά της Κομμαγηνής (της Συρίας δηλαδή) Αντίοχου Δ’. Αυτός έλεγε ότι ήταν διάδοχος του θρόνου, αλλά βέβαια βασίλειο δεν υπήρχε πια αφού το είχαν καταλάβει οι Ρωμαίοι και το είχαν κάνει μια απλή επαρχία τους.
Όταν πλάκωσαν οι Ρωμαίοι στην πατρίδα του, αυτός έφυγε και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, μετά το 72 μ.Χ. Δεν ήταν κανένα φτωχό προσφυγάκι ο Φιλόπαππος, αφού με τη συγκατάθεση των Ρωμαίων πήρε μαζί του ένα μέρος των κρατικών θησαυρών του βασιλείου που έχασε. Ένας ζάπλουτος εκρωμαϊσμένος Σύρος στην παρηκμασμένη Αθήνα εκείνου του καιρού, δεν περνούσε άσχημα ασφαλώς. Άρχισε να σκορπά λεφτά, έγινε δωροθέτης στα Διονύσια, ονομάστηκε Αθηναίος πολίτης και μετά ανακηρύχτηκε και ύπατος της πόλης. Οι Αθηναίοι τίμησαν την αγάπη του ξένου για την πόλη τους, αλλά κυρίως το χρυσάφι που μοίραζε αφειδώς. Δεν υπάρχουν πολλές μαρτυρίες γι αυτόν, ήταν πάντως λάτρης της αρχαιότητας και μάλλον ψωνισμένος και υπερφίαλος ως χαρακτήρας.
Ανάμεσα στο 114 και 116 μ.Χ. έκτισε στην κορυφή του λόφου των μουσών τον τάφο του. Δεν ήταν κανένας απλός τάφος αλλά ένα ολόκληρο ταφικό μνημείο τεραστίων διαστάσεων. Η πρόσοψη του -που έβλεπε φάτσα τον Παρθενώνα- είχε ύψος 12 μέτρα και όλο το μνημείο είχε τον όγκο μιας σημερινής τριώροφης ή και τετραώροφης πολυκατοικίας. Ήταν διακοσμημένο με ανάγλυφες παραστάσεις που έδειχναν τον ίδιο τον Φιλόπαππο πάνω σε άρματα, να παρακολουθεί διάφορες τελετές, να περικυκλώνεται από υπηρέτες και ραβδούχους και άλλα παρόμοια.
Κανένας δεν μας λέει πως επιτράπηκε να φτιαχτεί αυτό το ακαλαίσθητο ογκώδες έκτρωμα ακριβώς απέναντι στο πιο ραφινάτο μνημείο του παγκόσμιου πολιτισμού. Ούτε επιτρεπόταν να θάβονται άνθρωποι εντός των τειχών, ούτε επιτρεπόταν η ταφή πάνω σε υψώματα και μάλιστα ιερά, όμως αυτός τα κατάφερε. Όποιος έχει δύναμη και χρήμα δεν αντιμετωπίζει τέτοια προβλήματα. Απ’ αυτό το έκτρωμα που αποτελεί το χαρακτηριστικότερο δείγμα παρακμάζουσας αρχαίας τέχνης, δεν σώζεται σήμερα παρά μια μικρή μετώπη. Το υπόλοιπο το γκρέμισαν οι Τούρκοι για να φτιάξουν με τα υλικά του τον μιναρέ που είχαν στήσει πάνω στο βράχο της Ακρόπολης. Στο σημείο του ταφικού μνημείου είχε στήσει ο Μοροζίνι τις πυροβολαρχίες του, με τις οποίες κατέστρεψε τον Παρθενώνα το 1687.
Παρά ταύτα, ο Φιλόπαππος κατάφερε να μείνει στην ιστορία με το όνομα του να ακούγεται κι ας μην θυμάται πια κανένας ποιος ήταν. Πιο πέρα απ’ το μαυσωλείο βρισκόταν η περίφημη σπηλιά του Σωκράτη, όπου κατά τη λαϊκή παράδοση ήταν φυλακισμένος ο μεγάλος αρχαίος φιλόσοφος. Φυσικά αυτό δεν έχει καμιά ιστορική αλήθεια. Στα πρώτα χρόνια του νεοελληνικού κράτους η περιοχή δεν είχε καμία ομορφιά, αντιθέτως κυριολεκτικά έζεχνε αφού οι Αθηναίοι που έμεναν γύρω από την Ακρόπολη ανέβαιναν εκεί κι έκαναν τη σωματική τους ανάγκη. Ο Σουρής αποτύπωσε αυτή την κατάσταση με το περίφημο δίστιχο του: Φιλόπαππος και κάτωθεν / αι φυλακαί Σωκράτους / επίσημοι απόπατοι / του νεωτέρου κράτους.
Διαβάστε εδώ κι άλλες ιστορίες με την υπογραφή του Δημήτρη Καμπουράκη, στη στήλη Μία σταγόνα ιστορία.