Όπως αναφέρουν οι σχετικές πληροφορίες κάποιες μικρές τεχνικές λεπτομέρειες απομένουν προκειμένου να ανοίξει η ηλεκτρονική εφαρμογή στην ιστοσελίδα της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) μέσω της οποία 3,9 εκατομμύρια οφειλέτες έχουν την ευκαιρία να κλείσουν τους ανοιχτούς λογαριασμούς τους με την Εφορία και να μπουν στη ρύθμιση για τις 120 δόσεις.
Η εφαρμογή μέσω της οποίας θα υποβληθούν οι αιτήσεις για την ένταξη στην νέα ρύθμιση θα παραμείνει ανοιχτή έως τις 30 Ιουνίου. Η αίτηση επέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης του άρθρου 8 του ν. 1599/1986 ενώ εξαιρετικά και σε περίπτωση που υφίσταται τεχνική αδυναμία διαδικτυακής υποστήριξης η αίτηση υποβάλλεται στη Δ.Ο.Υ. ή Τελωνείο ή άλλη Υπηρεσία της ΑΑΔΕ, ο προϊστάμενος της οποίας είναι αρμόδιος για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής.
Οι τελικές λεπτομέρειες της ρύθμισης, λίγο πριν αυτή ενεργοποιηθεί καθορίζει απόφαση που υπογράφουν η υφυπουργός Οικονομικών Κατερίνα Παπανάτσιου και ο επικεφαλής της ΑΑΔΕ Γιώργος Πιτσιλής.
Σύμφωνα με την απόφαση
- Όταν η αίτηση δεν υποβάλλεται από τον πρωτοφειλέτη, η υποβολή της διενεργείται μόνο στην αρμόδια για την επιδίωξη της είσπραξης των οφειλών υπηρεσία.
- Στη ρύθμιση υπάγεται υποχρεωτικά το σύνολο των ληξιπρόθεσμων έως και την 31η Δεκεμβρίου 2018 οφειλών, οι οποίες, κατά την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής, έχουν βεβαιωθεί και έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία της Φορολογικής Διοίκησης (Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικών Κέντρων/Τελωνείων) και δεν έχουν τακτοποιηθεί κατά νόμιμο τρόπο με αναστολή πληρωμής ή ρύθμιση τμηματικής καταβολής οφειλών βάσει νόμου ή δικαστικής απόφασης ή προσωρινής διαταγής.
- Στην περίπτωση υπαγωγής στη ρύθμιση μετά από επιλογή του οφειλέτη, ληξιπρόθεσμων έως και τις 31.12.2018 οφειλών οι οποίες κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για υπαγωγή έχουν ήδη υπαχθεί σε άλλη ρύθμιση η οποία είναι σε ισχύ, επέρχεται απώλεια των προηγουμένων ρυθμίσεων τμηματικής καταβολής χρεών. Σε περίπτωση που στις ανωτέρω ρυθμίσεις περιλαμβάνονται οφειλές που δεν μπορούν να υπαχθούν στη νέα ρύθμιση, αυτές δύνανται να υπαχθούν εκ νέου στις ανωτέρω ρυθμίσεις ή σε άλλη ρύθμιση τμηματικής καταβολής, σύμφωνα με τους οικείους όρους και προϋποθέσεις.
- Οφειλές που είχαν υπαχθεί σε νομοθετική ρύθμιση κατά τις διατάξεις των άρθρων 1-17 του ν.4321/2015 (ΦΕΚ 32 Α΄) ή του άρθρου 51 του ν.4305/2014 (ΦΕΚ 237 Α΄), (ρύθμιση 100 δόσεων) εξαιρούνται και δεν υπάγονται στην παρούσα ρύθμιση, εφόσον οι ανωτέρω ρυθμίσεις απωλέσθηκαν, μετά τις 6 Μαΐου 2019.
- Εάν εντός 3 εργάσιμων ημερών από την υποβολή της αίτησης δεν καταβληθεί η πρώτη δόση της ρύθμισης, τότε ο οφειλέτης δύναται να υποβάλει εκ νέου αίτηση και να υπαχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης.
- Στην περίπτωση που ο οφειλέτης εκ παραδρομής δεν έχει καταβάλει το ποσό επιβάρυνσης εκπρόθεσμης καταβολής δόσης ή, εν γένει, ποσά μικρού ύψους ή στις περιπτώσεις που αποδεδειγμένα η μη καταβολή δόσης ή μέρους δόσης δεν οφείλεται σε υπαιτιότητά του, αλλά αποτελεί ευθύνη τρίτου, η ρύθμιση δεν χάνεται, εφόσον ο οφειλέτης καταβάλλει το ποσό κατόπιν της ενημέρωσής του από το αρμόδιο όργανο για την τήρηση των όρων της ρύθμισης και την απώλεια αυτής, εντός 45 εργασίμων ημερών.
Σύμφωνα με τη ρύθμιση
- Σε φορολογούμενους με συνολικό εισόδημα φορολογικού (ατομικό δηλωθέν, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο) μέχρι 10.000 ευρώ χορηγείται δυνατότητα εξόφλησης των οφειλών τους σε έως και 120 μηνιαίες δόσεις, υπό τον περιορισμό ότι το ποσό κάθε μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο από 30 ευρώ.
- Για τους οφειλέτες με εισόδημα άνω των 10.000 ευρώ, ο αριθμός των δόσεων καθορίζεται με βάση τα ακόλουθα βήματα:
- Με βάση το συνολικό εισόδημα προσδιορίζεται το «ετήσιο ποσό καταβολών» κάθε οφειλέτη με τη χρήση προοδευτικής κλίμακας συντελεστών κλιμακούμενων από 4% έως 25%.
Κάθε ένα από τα ποσοστά συντελεστών μειώνεται ανάλογα με τον αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων του οφειλέτη, ως εξής:
– κατά μία μονάδα για ένα τέκνο,
– κατά δύο μονάδες για δύο τέκνα,
– κατά τρεις μονάδες για τρία τέκνα και άνω.
- Το «ετήσιο ποσό καταβολών» διαιρείται, στη συνέχεια, με τον αριθμό 12 και έτσι ανάγεται σε «μηνιαίο ποσό καταβολής».
- Το ποσό της ρυθμιζόμενης οφειλής διαιρείται με το «μηνιαίο ποσό καταβολής». Το πλήθος των δόσεων της ρύθμισης προκύπτει από το ακέραιο μέρος του πηλίκου της διαίρεσης αυτής.
Κόφτες
Σε κάθε περίπτωση ισχύουν οι ακόλουθοι τρεις περιορισμοί, βάσει των οποίων το ποσό κάθε μηνιαίας δόσης μπορεί να διαφοροποιηθεί μετά τους παραπάνω υπολογισμούς:
- Το ελάχιστο ποσό κάθε μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι χαμηλότερο των 30 ευρώ
- Ο αριθμός των μηνιαίων δόσεων δεν μπορεί να είναι χαμηλότερος των 18
- Ο αριθμός των μηνιαίων δόσεων δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερος των 120.
Σε περίπτωση που ο περιορισμός της ελάχιστης δόσης των 30 ευρώ έχει ως συνέπεια να προκύπτει αριθμός δόσεων μικρότερος των 18, ο αριθμός των δόσεων ορίζεται – περιορίζεται σε επίπεδο χαμηλότερο των 18. Κάτι τέτοιο συμβαίνει με ποσά οφειλών χαμηλότερα των 540 ευρώ.
Προϋποθέσεις υπαγωγής
Για την υπαγωγή στη ρύθμιση είναι απαραίτητη η υποβολή των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος της τελευταίας πενταετίας με τελευταίο έτος το φορολογικό έτος 2017.
Εκπτώσεις
Εάν ο οφειλέτης επιλέξει πριν από την υπαγωγή της οφειλής του στη ρύθμιση να καταβάλει την οφειλή του σε πλήθος δόσεων μικρότερο κατά 20%-90% από αυτό που προκύπτει με βάση τους παραπάνω υπολογισμούς, δικαιούται έκπτωσης 15%-90% επί των προσαυξήσεων και των τόκων εκπρόθεσμης καταβολής. Σε περίπτωση που ο οφειλέτης επιλέξει να εξοφλήσει εφάπαξ την οφειλή του, θα διαγράφεται το σύνολο των τόκων και των προσαυξήσεων.
Επιβαρύνσεις
Βασικές οφειλές που υπάγονται στη ρύθμιση επιβαρύνονται με τόκο που ανέρχεται σε 5% ετησίως. Κατ’ εξαίρεση, βασικές συνολικές οφειλές μέχρι 3.000 ευρώ ανά ΔΟΥ, Ελεγκτικό Κέντρο ή Τελωνείο, που υπάγονται στη ρύθμιση δεν επιβαρύνονται πλέον με προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής, εφόσον ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο και το συνολικό εισόδημά του δεν υπερβαίνει τις 10.000 ευρώ.
Η καθυστέρηση καταβολής μιας δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση αυτής με μηνιαία προσαύξηση 2%.