Μπορεί η ρύθμιση των 120 δόσεων να διαφημίστηκε ως μία εξέλιξη που θα φέρει μεγάλες μειώσεις σε πρόστιμα και προσαυξήσεις, ωστόσο στην πράξη μάλλον δεν είναι έτσι τα πράγματα για τους πολλούς. Αυτό θα ισχύσει μόνο για εκείνους που θα έχουν την οικονομική δυνατότητα να πληρώσουν εφάπαξ ή σε πολύ λίγες δόσεις τις οφειλές τους προς την εφορία. Οι υπόλοιποι θα πρέπει να αρκεστούν με μικρό κούρεμα, ενώ αν η οφειλή ξεπερνά τις 3.000 ευρώ και το εισόδημα τις 10.000 ευρώ θα πρέπει να πληρώσουν και επιτόκιο 5% επί του συνόλου της οφειλής.
Στους χαμένους και όσοι οφείλουν μικρά ποσά, αφού δεν θα μπορούν να φτάσουν με πολλές δόσεις δεδομένου ότι το ελάχιστο ποσό ανέρχεται σε 30 ευρώ τον μήνα.
Θέμα έχει ανακύψει και με τις επιχειρήσεις, όχι απαραίτητα τις μεγάλες, αλλά και τις μικρές που θα κληθούν να αποπληρώσουν την όποια οφειλή σε 30 δόσεις.
Τι προβλέπει το νομοσχέδιο που κατατέθηκε χθες;
– Για να εξασφαλίσει κάποιος κούρεμα 90% των προσαυξήσεων, θα πρέπει το σύστημα να του βγάζει 120 δόσεις και ο οφειλέτης να επιλέξει να πληρώσει σε μόλις 12 δόσεις.
– Για να κουρευτούν οι προσαυξήσεις κατά 85% θα πρέπει το σύστημα να βγάζει 120 δόσεις και ο οφειλέτης να επιλέξει τις 24 δόσεις. Αν μάλιστα το σύστημα βγάζει 60 δόσεις, τότε οι οφειλές θα πρέπει να τακτοποιηθούν το πολύ σε 12 δόσεις (δηλαδή όσες προσφέρει και η πάγια ρύθμιση) για να διαγραφεί το 85% των προσαυξήσεων.
– Για κούρεμα 75% των προσαυξήσεων, πρέπει το σύστημα να βγάζει 120 δόσεις και ο οφειλέτης να πληρώσει τελικώς σε 36 δόσεις. Ο κανόνας λέει ότι μείωση των προσαυξήσεων κατά 75% δίδεται μόνο σε όποιον απαρνηθεί το 70% των δόσεων που του προσφέρει το σύστημα. Αν λοιπόν οφειλέτης δικαιούται 36 δόσεις, τι ακριβώς θα πρέπει να κάνει για να διαγραφούν τα 3/4 των προσαυξήσεων; Προφανώς να πληρώσει όλο το χρέος σε μόλις 9 δόσεις.
Αυτές οι τρείς είναι και οι πιο… γενναιόδωρες συνταγές μείωσης των προσαυξήσεων. Αν κάποιος απαρνηθεί τις μισές δόσεις θα γλιτώσει μόλις το 45% των προσαυξήσεων ενώ αν απαρνηθεί το 60% των δόσεων θα του κουρέψουν το 55% των προσαυξήσεων. Αν πάλι χάσει το 40% των δόσεων οι προσαυξήσεις θα μειωθούν κατά μόλις 25% ενώ για ποσοστό απομείωσης δόσεων 20%, χορηγείται απαλλαγή των προσαυξήσεων μόλις 15%.
Το ακόλουθο παράδειγμα είναι αποκαλυπτικό: Οφειλέτης με εισόδημα 30.000 ευρώ τον χρόνο, χρωστάει 20.000 ευρώ στην εφορία. Από αυτά τα 10.000 είναι φόροι και τα 10.000 προσαυξήσεις. Για εισόδημα 30.000 ευρώ η εφορία τον καλεί να πληρώνει 158,33 ευρώ τον μήνα για 120 μήνες προκειμένου να ρυθμίσει το χρέος του (η δόση προσαυξάνεται λόγω του επιτοκίου ενώ το χρέος περιορίζεται κατά 1.000 ευρώ λόγω της ένταξης στη ρύθμιση και της διαγραφής του 10% των προσαυξήσεων).
Για να περιορίσει τις προσαυξήσεις από τα 9.000 ευρώ στα 1.000 ευρώ, ο οφειλέτης πρέπει να δεχτεί να πληρώσει ένα συνολικό χρέος 11.000 ευρώ σε μόλις 12 δόσεις. Θα πρέπει δηλαδή να καταβάλλει τουλάχιστον 930 ευρώ τον μήνα.
Για τις επιχειρήσεις η ρύθμιση προβλέψει εξόφληση οφειλών σε 18 δόσεις και για να γίνει κούρεμα στις προσαυξήσεις θα πρέπει:
1. Το κούρεμα του 80% επιτυγχάνεται αν η οφειλή αποπληρωθεί σε 2 ως 6 μηνιαίες δόσεις.
2. Για διαγραφή του 50% των προσαυξήσεων, πρέπει όλο το χρέος να καταβληθεί σε 7 έως 12 δόσεις.
3. Αν κάποιο νομικό πρόσωπο ρυθμίσει σε 13 έως 16 δόσεις, γλιτώνει μόνο το 30% των προσαυξήσεων.
Στα νομικά πρόσωπα, οι 30 δόσεις δίδονται μόνο αν οι οφειλές αφορούν σε φόρους που βεβαιώνονται από έκτακτο χαρακτήρα ή πρέπει να πληρωθούν εφάπαξ.
Όσον αφορά σε αυτή την κατηγορία οφειλών, η διαγραφή των προσαυξήσεων γίνεται ως εξής:
1. Χορηγείται απαλλαγή 85% αν η οφειλή πληρωθεί σε 2 έως 6 δόσεις
2. Χορηγείται απαλλαγή 70% αν χρησιμοποιηθούν 7 έως 12 δόσεις
3. Χορηγείται απαλλαγή 50% για 13 έως 18 δόσεις
4. Δίδεται απαλλαγή 30% για καταβολή του ποσού σε 19 έως 24 δόσεις.
Η απώλεια της ρύθμισης είναι πολύ εύκολη. Όπως προβλέπει το νομοσχέδιο απώλεια επέρχεται αν:
1. Δεν καταβληθούν δύο μηνιαίες δόσεις συνεχόμενες ή αν καθυστερήσει η καταβολή των δύο τελευταίων δόσεων της ρύθμισης
2. Δεν υποβληθούν οι φορολογικές δηλώσεις μέσα σε τρεις μήνες το αργότερο από την παρέλευση της προθεσμίας υποβολής
3. Αν δεν εξοφληθούν ή τακτοποιηθούν μέσα σε ένα δίμηνο από την λήξη της προθεσμίας καταβολής όλες οι τρέχουσες φορολογικές υποχρεώσεις.