Η σχεδιαζόμενη τραπεζική ένωση αποτελεί πρωταρχικό στόχο της ΕΕ και θα συζητηθεί και στην επικείμενη Σύνοδο Κορυφής. Ακόμα όμως κι αν συμφωνήσουν οι χώρες-μέλη πολλοί ειδικοί την απορρίπτουν.
Η μέχρι τώρα ιστορία της ευρωπαϊκής τραπεζικής ένωσης μπορεί να ειπωθεί σε μερικές μόνο λέξεις. Αποτελείται από τρεις πυλώνες. Ο πρώτος αφορά τον κοινό μηχανισμό εποπτείας των τραπεζών, τον οποίο θα θέσει σε λειτουργία η ΕΚΤ τον προσεχή Νοέμβριο. Δύο χρόνια αργότερα θα ακολουθήσει ο δεύτερος πυλώνας που σχετίζεται με την εκκαθάριση των τραπεζών. Μέχρι το 2025 αναμένεται να έχει συσταθεί και το σχετικό ταμείο. Και οι δύο πυλώνες αποτελούν ακόμα ζήτημα διαπραγμάτευσης μεταξύ των χωρών-μελών και κατά συνέπεια δεν αποκλείονται καθυστερήσεις μηνών ή ακόμα και ετών. Ο τρίτος πυλώνας αφορά την εγγύηση καταθέσεων. Έχει «παγώσει» προς το παρόν γιατί οι διαφορετικές απόψεις των ευρωπαϊκών χωρών μοιάζουν αγεφύρωτες.
Δύο είναι τα βασικά σημεία της αντιπαράθεσης γύρω από την τραπεζική ενοποίηση. Το πρώτο αφορά την τραπεζική εποπτεία και τις διαφωνίες μεταξύ χωρών-μελών και ευρωπαϊκών θεσμών. Οι Βρυξέλλες επιδιώκουν να αναλάβει την εποπτεία αποκλειστικά η ΕΚΤ, ενώ οι χώρες-μέλη ζητούν πρώτον η ΕΚΤ να περιοριστεί μόνο στις μεγάλες τράπεζες και δεύτερον να διατηρήσουν ρόλο και λόγο στην εποπτεία.
Η μέχρι σήμερα ιστορία όμως δείχνει ότι ορισμένες εθνικές εποπτικές αρχές έκαναν ότι μπορούσαν για να αποκρύψουν την κακή κατάσταση μερικών τραπεζών, υποστηρίζει ο Μάρτιν Χέλβιγκ, διευθυντής του Ινστιτούτου Μαξ Πλακ για την Έρευνα Κοινωνικών Αγαθών: «Ιδίως οι προβληματικές τράπεζες είναι ευάλωτες. Οι κυβερνήσεις των χωρών-μελών συνειδητοποίησαν ότι ακόμα και οι αδύναμες τράπεζες αποκτούν πρόσβαση σε φρέσκο χρήμα. Την ίδια στιγμή οι τράπεζες αυτές δανείζονται από την ΕΚΤ και στη συνέχεια δανείζουν το κράτος».
Το δεύτερο σημείο της αντιπαράθεσης στο ζήτημα της τραπεζικής ένωσης αφορά δανειολήπτριες και πιστώτριες χώρες.
«Οι χώρες-μέλη του ευρωπαϊκού βορρά αρνούνται την επιθυμία των χωρών της κρίσης που θέλουν άμεσα την τραπεζική ενοποίηση γιατί αυτό σημαίνει ανάληψη κοινής ευθύνης για τα χρέη», λέει ο γερμανός οικονομολόγος Γιόαχιμ Σταρμπάτι. Παρά τις ενστάσεις της, η Γερμανία συμφώνησε τον Ιούνιο του 2012 στο πρότζεκτ τραπεζική ένωση ζητώντας όμως αργά και σταθερά βήματα και όχι βεβιασμένες αποφάσεις επειδή ανησυχεί ότι οι ευρωπαίοι φορολογούμενοι θα κληθούν να πληρώσουν εν τέλει «τα σπασμένα» των προβληματικών τραπεζών.
Από την πλευρά τους οι χώρες της κρίσης δεν δείχνουν να έχουν πρόβλημα με το ενδεχόμενο αυτό. Και εδώ ο διάλογος συνεχίζεται. Γεγονός πάντως είναι ότι η πρόταση του γερμανού υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε να αναλαμβάνουν μέτοχοι και καταθέτες και τελευταίοι οι φορολογούμενοι το κόστος της στήριξης μιας τράπεζας απειλείται με ανατροπή. Η πρόταση αυτή όμως δεν εξασφαλίζει τους ευρωπαίους φορολογούμενους, διότι το ποσό του ειδικού ταμείου θεωρείται υπερβολικά περιορισμένο. Μέχρι το 2025 αναμένεται να έχουν συγκεντρωθεί 55 δισεκατομμύρια ευρώ.
Η τραπεζική ενοποίηση έχει ως σκοπό να σπάσει τον φαύλο κύκλο της κρίσης σε τράπεζες και οικονομία. Ο οικονομολόγος Γιόαχιμ Σταρμπάτι είναι ωστόσο πεπεισμένος ότι δεν θα τα καταφέρει: «Αυτό που προωθείται είναι η κοινή ανάληψη κινδύνων. Δημόσιο χρέος και τραπεζικά χρέη αναμειγνύονται. Έχουμε συνεπώς μια από κοινού ανάληψη ευθύνης και έτσι δεν είμαστε πια σε θέση να συνδέσουμε συγκεκριμένους κινδύνους με συγκεκριμένες αποφάσεις». Με άλλα λόγια οι τράπεζες που είναι πολύ μεγάλες για να αποτύχουν δεν θα διασωθούν μόνο με χρήματα του κράτους, αλλά και του ευρωπαίου φορολογούμενου. Oι τράπεζες έχουν λοιπόν ένα ακόμα κίνητρο να αναλάβουν ακόμα μεγαλύτερα ρίσκα.
Διαβάστε επίσης:
”Δεν θα εγκριθούν χιλιάδες αιτήσεις για πρόωρη συνταξιοδότηση”
Το παρασκήνιο από τις άγριες κόντρες για τη διάσωση τραπεζών
Πηγή Deutsche Welle