Αν επίσης παρατηρούνται αποκλίσεις άνω του 10% από τους τριμηνιαίους στόχους που προβλέπονται για τα υπουργεία και τους φορείς της γενικής κυβέρνηση τότε θα περικόπτονται αυτόματα λειτουργικές δαπάνες και επιχορηγήσεις ανάλογα με το ποσοστό των αποκλίσεων.
Αυτά ορίζονται στην Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου που κατατέθηκε στη Βουλή με την οποία θεσπίζονται αυστηροί δημοσιονομικοί κανόνες για την τήρηση των προβλέψεων και των στόχων του προϋπολογισμού.
Η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου προβλέπει μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:
– Μεταξύ του Υπουργείου Οικονομικών και των υπολοίπων Υπουργείων συνάπτονται ξεχωριστά μέχρι 31 Ιανουαρίου κάθε έτους μνημόνια συνεργασίας με στόχο την ομαλή εκτέλεση του προϋπολογισμού και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση.
Στα μνημόνια περιλαμβάνονται τουλάχιστον:
1) Οι τριμηνιαίοι στόχοι εκτέλεσης του προϋπολογισμού κάθε φορέα.
2) Προκαθορισμένες διορθωτικές παρεμβάσεις σε περίπτωση εμφάνισης αποκλίσεων από τους στόχους.
3) Οι επιπτώσεις στην περίπτωση μη υλοποίησης των διορθωτικών παρεμβάσεων.
4) Ο χρόνος και το είδος των δημοσιονομικών αναφορών που υποβάλλει ο κάθε φορέας.
5) Δεσμεύσεις ότι υφίστανται και λειτουργούν εσωτερικά συστήματα, διαδικασίες και μηχανισμοί που να διασφαλίζουν τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση ή μέτρα που λαμβάνονται για τη βελτίωσή τους.
6) Ο ρυθμός αποδέσμευσης των εγκεκριμένων πιστώσεων του προϋπολογισμού.
7) Οι προθεσμίες εντός των οποίων θα πρέπει να ανταποκριθεί το Υπουργείο Οικονομικών σε ερωτήματα, διευκρινίσεις ή επιλύσεις διαφορών μεταξύ των Υπουργείων και των Υπηρεσιών Δημοσιονομικού Ελέγχου (ΥΔΕ).
– Αντίστοιχα μνημόνια συνεργασίας μπορούν να συνάπτονται μεταξύ του κάθε Υπουργείου και των υπευθύνων των εποπτευόμενων φορέων, το περιεχόμενο των οποίων επιλέγεται από τον αρμόδιο υπουργό.
– Όλοι οι φορείς της Γενικής Κυβέρνησης υποχρεούνται να έχουν εγκρίνει τον προϋπολογισμό κάθε έτους μέχρι την 31η Ιανουαρίου του έτους.
Σε περίπτωση μη έγκρισης, εκτός εάν οφείλεται σε αντικειμενικούς λόγους, καμία δαπάνη πλην των πληρωμών συντάξεων και αποδοχών προσωπικού δεν θεωρείται νόμιμη.
– Μέχρι 15 Ιανουαρίου κάθε έτους όλα τα Υπουργεία υποβάλλουν στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους μηνιαίο πρόγραμμα εκτέλεσης του προϋπολογισμού τους, στη βάση των οποίων καθορίζονται τριμηνιαίοι στόχοι, οι οποίοι μετά τη συμφωνία τους με το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους συμπεριλαμβάνονται στο μνημόνιο συνεργασίας.
Πρόγραμμα εκτέλεσης του προϋπολογισμού τους υποβάλλουν μέχρι 15 Φεβρουαρίου κάθε έτους στον γενικό διευθυντή Οικονομικών Υποθέσεων του εποπτεύοντος Υπουργείου και οι φορείς της Γενικής Κυβέρνησης που ο προϋπολογισμός τους υπερβαίνει το ποσό που καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.
– Σε περίπτωση που από τα μηνιαία στοιχεία εκτέλεσης των προϋπολογισμών των υπουργείων και των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης, τα οποία σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο υποβάλλουν πρόγραμμα μηνιαίας εκτέλεσης του προϋπολογισμού τους στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, διαπιστώνεται απόκλιση από τους τριμηνιαίους στόχους που υπερβαίνει το 10% περικόπτεται με απόφαση του διευθυντή Προϋπολογισμού Γενικής Κυβέρνησης ποσό πιστώσεων λειτουργικών δαπανών των Υπουργείων ή επιχορήγησης ή απόδοσης πόρων σε φορείς της Γενικής Κυβέρνησης ίσο με το ποσό της υπέρβασης. Αυτή η διαδικασία ενεργοποιείται εάν δεν έχουν υλοποιηθεί οι προβλεπόμενες διορθωτικές παρεμβάσεις ή αν η υπέρβαση είναι προσωρινή.
– Σε ειδικές περιπτώσεις όπου διαπιστώνεται σοβαρή απόκλιση από τους δημοσιονομικούς στόχους ή μη συμμόρφωση με τα ανωτέρω, ο υπουργός Οικονομικών δύναται να ορίζει σε εποπτευόμενους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης επόπτη Οικονομικών Υπηρεσιών, οι αρμοδιότητες και οι υποχρεώσεις του οποίου καθορίζονται με την απόφαση ορισμού του.
– Από 1/1/2014 δεν επιτρέπεται ο δανεισμός φορέων για άλλους σκοπούς πλην επενδύσεων. Σε κάθε περίπτωση απαιτείται η έγκριση του υπουργού Οικονομικών.
Στην Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου προβλέπεται ακόμη ότι οι προϊστάμενοι των Γενικών Διευθύνσεων των Υπουργείων, οι οποίοι απολύονται αυτοδίκαια από την υπηρεσία, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, δύνανται μετά από αίτησή τους να παραμείνουν στην υπηρεσία μέχρι την επιλογή και τοποθέτηση νέων προϊσταμένων και εφόσον δεν έχουν συμπληρώσει το 67ο έτος της ηλικίας τους.