”Κατά την τελευταία εβδομάδα, κάποιες από τις πιο σημαντικές εφημερίδες της Γερμανίας έχουν σχεδόν σταματήσει να αναφέρονται στην προεκλογική εκστρατεία που διανύει η μεγαλύτερη χώρα της Ευρώπης. Απλά το θέμα είναι πια βαρετό.
Ωστόσο οι εκλογές της 22ας Σεπτεμβρίου, είναι εντέλει πολύ σημαντικές. Το ενδιαφέρον ερώτημα δεν είναι τόσο ποιος θα είναι ο επόμενος καγκελάριος –αυτό είναι σχεδόν τελειωμένο θέμα. Το σημαντικό ερώτημα είναι αν το νέο γερμανικό κοινοβούλιο θα είναι περισσότερο ή λιγότερο πιθανό να συμφωνήσει σε μέτρα για επίλυση της κρίσης στην ευρωζώνη. Ο πιο σημαντικός παράγοντας που πρέπει να παρακολουθούμε θα είναι το αντιπολιτευόμενο Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα (SPD). Αναλόγως του αποτελέσματος, μπορεί να αλλάξει την θέση του και μπορεί και όχι.
Το SPD δεν έχει κερδίσει ψηφοφόρους από την καγκελάριο Αγκελα Μέρκελ. Ισως περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα της Δύσης, έχει αφομοιωθεί στην νεοκλασική επικρατούσα άποψη για την οικονομική πολιτική. Κι αυτό δυσκολεύει την εύρεση επιχειρημάτων για να επιτεθεί στην κα Μέρκελ.
Κάποιες φορές κατακεραυνώνει την επιβολή λιτότητας στην Νότιο Ευρώπη. Άλλες φορές διαμαρτύρεται ότι οι πολιτικές της κας Μέρκελ είναι πολύ “ακριβές”. Πιο σημαντικό είναι ότι το SPD έχει υποστηρίξει την καγκελάριο σε όλες τις σημαντικές ψηφοφορίες για την πολιτική στην ευρωζώνη, εξασφαλίζοντας τις ελάχιστες μόνο παραχωρήσεις –η πιο ανόητη των οποίων για τον φόρο χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, που δύσκολα θα δει το φως της ημέρας με ουσιώδη μορφή.
Εάν και όταν η γηράσκουσα ηγεσία του κόμματος αποσυρθεί ή εξουδετερωθεί λόγω κακών αποτελεσμάτων, μια νέα γενιά ίσως προσφέρει διαφορετική προοπτική. Ισως τότε φτάσουμε σε μια κατάσταση όπου θα προκύψουν αρκετές μέθοδοι επίλυσης της κρίσης στην ευρωζώνη.
Για να γίνει αυτό, το SPD θα πρέπει επίσης να θυμάται κάτι που έχει ξεχάσει από καιρό: Ότι οι μεγάλες οικονομίες δεν μπορούν να λειτουργούν με αυτόματο πιλότο. Ότι πρέπει να γίνονται προσαρμογές, όχι να καθυστερούν. Ότι τα αφόρητα χρέη πρέπει να σβηστούν. Και ότι μια βασική απαίτηση της νομισματικής ένωσης είναι η κατάλληλη τραπεζική ένωση, όχι αυτή που ετοιμάζεται να συμβεί.
Μια πραγματική τραπεζική ενοποίηση είναι εκείνη που έχει ενιαία κεντρική διασφάλιση, όχι εκείνη όπου κάθε χώρα είναι υπεύθυνη για τον δικό της τραπεζικό κλάδο.
Για να γίνουν κάποια από αυτά, ίσως πρέπει απλώς το SPD να επιστρέψει σε πιο ισορροπημένες μακροοικονομικές πολιτικές, όπως εκείνες που υποστήριξε ο Καρλ Σίλερ, πρώην υπουργός οικονομικών του κόμματος στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και αρχές του 1970, ή αργότερα ο Χέλμουτ Σμιτ, όταν ήταν καγκελάριος. Τότε, το σκεπτικό της οικονομικής πολιτικής του SPD ήταν πιο προχωρημένο και πιο εκσυγχρονισμένο από τις σημερινές θέσεις.
Ειδικότερα, αναγνώριζε τις ανάγκες για προγράμματα στήριξης κατά την διάρκεια των υφέσεων και για την γενικότερη μακροοικονομική σταθερότητα –σε αντίθεση με την μονομερή επιβολή της δημοσιονομικής σταθερότητας και της σταθερότητας τιμών. Ο πρώην καγκελάριος υπήρξε ο πιο αποτελεσματικός πολιτικός του κόμματος τα τελευταία 30 χρόνια. Κέρδισε δύο διαδοχικές εκλογές και παραλίγο να κερδίσει μια τρίτη το 2005. Αλλά κληροδότησε στο κόμμα του μια ατζέντα με κλίση προς την προσφορά, που χαρακτηρίστηκε ιδίως με τις εργασιακές μεταρρυθμίσεις του, η οποία το έχει παγιδεύσει έκτοτε.
Όταν ξεπεραστεί αυτή η βαρετή, κατά κοινή ομολογία, εκλογική εκστρατεία, και οι εξεζητημένοι αριθμητικοί συσχετισμοί, είναι πολλά αυτά που παίζονται, αν και αυτό δεν φαίνεται στον πολιτικό διάλογο. Ειδικά η κατάληξη της κρίσης στην ευρωζώνη θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό στην εμφάνιση που θα έχει το SPD στην κάλπη.
Ιδού ορισμένα πιθανά σενάρια. Αν η τρέχουσα κεντροδεξιά συνεργασία των Χριστιανοδημοκρατών και των Φιλελεύθερων Δημοκρατικών δεν καταφέρει να εξασφαλίσει την πλειοψηφία, το SPD ίσως καταλήξει να υποχρεωθεί σε ευρεία συνεργασία με την κα Μέρκελ. Σε αυτή την περίπτωση, θα υπάρξουν λίγες άμεσες αλλαγές. Οποιαδήποτε συζήτηση για ανανέωση στο κόμμα θα παγώσει. Η κα Μέρκελ “εξημέρωσε” το SPD κατά την τελευταία ευρεία συνεργασία από το 2005 ως το 2009 και αυτό πιθανότατα θα συμβεί ξανά.
Αν το SPD και οι Πράσινοι κερδίσουν τις εκλογές αμέσως, πιθανότατα θα κινηθούν ταχύτερα από τον συνασπισμό Μέρκελ στην διαχείριση της κρίσης, απλώς επειδή θα έχουν την πλειοψηφία και στα δύο σώματα του κοινοβουλίου. Δεν περιμένω κάποια θεμελιώδη αλλαγή στρατηγικής αμέσως, αλλά σίγουρα θα υπάρξει αλλαγή στους τόνους. Ούτε μια δημοσκόπηση, δεν έχει πλησιάσει καν σε ένα τέτοιο πιθανό αποτέλεσμα.
Το αποτέλεσμα γίνεται πραγματικά ενδιαφέρον, αν κερδίσει ο σημερινός συνασπισμός –με έναν παράξενο τρόπο. Το κακό είναι δεν θα αλλάξουν και πολλά αρχικά. Περιμένω ότι θα έλθουν νέα πακέτα για να δεθούν η Ελλάδα, η Κύπρος και η Πορτογαλία μέχρι την επόμενη κρίση. Αλλά δεν διαβλέπω κάποια σημαντική ανακούφιση από τα χρέη, που είναι αυτό που πρέπει να γίνει για να επιλυθεί η κρίση.
Μια συνεργασία CDU-FDP θα κάνει τα ελάχιστα απαραίτητα για αποτραπεί μια άμεση διάλυση της ευρωζώνης, αλλά όχι παραπάνω. Αν η Γερμανία πρόκειται να αλλάξει ποτέ την στάση της, αυτό θα το δούμε να γίνεται πρώτα από τα αριστερά. Και εδώ βρίσκονται τα δυνητικά καλά νέα: Το SPD είναι πιθανότερο να ανανεωθεί όταν θα είναι αντιπολίτευση, παρά όταν θα είναι κυβέρνηση.
Οσοι θέλουν τόσο το SPD όσο και μια πιο φωτισμένη στρατηγική επίλυσης της κρίσης, δεν είναι σίγουροι για το τι πρέπει να ευχηθούν. Ίσως μια μεγάλη νίκη ή μια μεγάλη ήττα, αλλά σίγουρα όχι το ημισκότεινο αποτέλεσμα που προβλέπουν οι δημοσκοπήσεις”.
Διαβάστε επίσης:
Πηγή Euro2day