Διαβάστε όλο το άρθρο.
Οι Αμερικανοί ρυθμιστές απαιτούν να αποκτήσουν το δικαίωμα πρόσβασης στα βιβλία, στα αρχεία και στα emails των κεντρικών γραφείων των μεγάλων χρηματοπιστωτικών οίκων της Ευρώπης, προκαλώντας βαθιά ανησυχία στην Ε.Ε. γι’ αυτήν την εισβολή της Ουάσιγκτον που έχει στόχο τη συγκέντρωση πολύ ευαίσθητων δεδομένων.
Η παρασκηνιακή διαμάχη για το δικαίωμα έρευνας με στόχο την αστυνόμευση ποικίλων αγορών αποκτά μάλιστα πρόσθετη σημασία μετά τις αποκαλύψεις για κατασκοπεία από μέρους των ΗΠΑ, που έχει πολλαπλασιάσει τους φόβους για το πόσο βαθιά φτάνει η αμερικανική επόπτευση.
Οι απαιτήσεις των ΗΠΑ για την τραπεζική πρόσβαση θα αποτελέσουν σημαντική δοκιμασία πολιτικής ισχύος τους ερχόμενους μήνες, καθώς οι Αρχές στις δύο πλευρές του Ατλαντικού σημαδεύουν τα ρυθμιστικά χωράφια τους για την επιβολή των πολλών κανόνων που σχεδιάζονται μετά τη διεθνή κρίση του 2008, με στόχο να μειώσουν τους τραπεζικούς κινδύνους παγκοσμίως προς τους εγχώριους φορολογούμενους.
Κορυφαίοι Ευρωπαίοι και Αμερικανοί αξιωματούχοι δουλεύουν πάνω στους βασικούς κανόνες για τη διενέργεια των αιτημάτων διασυνοριακών δεδομένων και για να βρουν λύσεις στα νομικά εμπόδια που υπάρχουν σε ορισμένες χώρες όσον αφορά την κοινοποίηση των συναλλαγών παραγώγων προϊόντων.
Ωστόσο, σύμφωνα με πληροφορίες, οι αμερικανικές επιτροπές Securities Exchange Commission και Commodity Futures Trading Commission δεν θέλουν σε καμία περίπτωση να χάσουν το δικαίωμα να εξασφαλίζουν, όταν κρίνεται απαραίτητο, υλικό απευθείας από τους ξένους dealers παραγώγων ή τα hedge funds που καταχωρίζονται και στις ΗΠΑ.
Αντί να περιμένουν από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές να συγκεντρώσουν τα στοιχεία εκ μέρους τους, ουσιαστικά αυτό σημαίνει ότι οι αμερικανικές αρχές θα έχουν απρόσκοπτη πρόσβαση στα εσωτερικά μηνύματα και στα βιβλία συναλλαγών της Barclays στο Λονδίνο, της Deutsche Bank στη Φρανκφούρτη και της Société Générale στο Παρίσι.
Αξιωματούχοι που μετέχουν στις διαβουλεύσεις σχολιάζουν ότι οι χρηματοπιστωτικοί παράγοντες στην Ευρώπη πασχίζουν να λύσουν το παζλ του πώς μπορούν να εναρμονιστούν με απαιτήσεις που θα έλθουν σε σκληρή αντίθεση με τους νόμους περί ιδιωτικότητας στα κράτη μέλη.
Η πρόσβαση μάλιστα στα δομένα είναι ένα από τα πιο ακανθώδη ζητήματα που εκκρεμούν καθώς η Ε.Ε. και οι ΗΠΑ δουλεύουν με στόχο την εξομάλυνση της εφαρμογής πολιτικής συμφωνίας, με την οποία εν τέλει θα μοιραστούν οι αρμοδιότητες πάνω στην παγκόσμια αγορά παραγώγων, που αποτιμάται στα 633 τρισ. δολάρια.
Τις ανησυχίες για το ζήτημα ήγειραν στην Ουάσιγκτον την περασμένη εβδομάδα ο Ευρωπαίος επίτροπος χρηματοοικονομικών υπηρεσιών Michel Barnier και μια ξεχωριστή επιτροπή νομοθετών, μεταξύ των οποίων η Sharon Bowles, πρόεδρος της επιτροπής της ευρωβουλής για τη χρηματοπιστωτική εποπτεία.
Η Ευρώπη φοβάται ότι αν επιτρέψει την πρόσβαση στις λεπτομέρειες χιλιάδων συναλλαγών που διενεργούνται μεταξύ τραπεζών και μεγάλων επιχειρήσεων θα παραβιαστούν νόμοι για την προστασία δεδομένων ή θα χρησιμοποιηθούν τα στοιχεία για το εμπορικό πλεονέκτημα των ΗΠΑ.
Η κ. Bowles δήλωσε: “Οι ΗΠΑ ζητούν απρόσκοπτη πρόσβαση και αυτό δημιουργεί πρόβλημα, αφού φανερά δείχνει ότι θα μπορούν άνετα να φιλτράρουν δεδομένα και ποιος ξέρει τι άλλο μπορεί να συμβεί και πώς θα χρησιμοποιηθούν τα στοιχεία».
Ένα πρόσωπο που πρόσκειται στην αμερικανική πλευρά επιμένει ότι, αν και οι ΗΠΑ θα συνεργαστούν με τους ευρωπαϊκούς ρυθμιστές όπου είναι δυνατόν, η εξουσία διερεύνησης στην ουσία διασφαλίζει ότι τυχόν άσωτες δραστηριότητες στο εξωτερικό δεν θα πέσουν στις πλάτες των Αμερικανών φορολογούμενων.
Το κύριο ζήτημα είναι δύο βασικά θέματα στρατηγικής. Το πρώτο σχετίζεται με τους μηχανισμούς κοινοποίησης των εξωχρηματιστηριακών συναλλαγών παραγώγων και το κατά πόσον αυτοί παρακωλύονται από τους εγχώριους νόμους περί προστασίας δεδομένων – ένα θέμα που και οι δύο πλευρές παραδέχονται ότι πρέπει να αντιμετωπιστεί. Ανάλογα ζητήματα έχουν εγερθεί και στην Ασία, όπου πολλές διεθνείς τράπεζες ανησυχούσαν μήπως συμφωνίες swaps αντιβαίνουν είτε τις αμερικανικές ρυθμίσεις είτε τους εγχώριους κανόνες ιδιωτικότητας.
Για να χαλαρώσει τις χρονικές πιέσεις, η CFTC έχει αναβάλει την επιβολή κανόνων στην κοινοποίηση αυτών των συναλλαγών μέχρι τα τέλη του έτους.
Πιο κρίσιμο θέμα είναι το δικαίωμα να ζητούνται απευθείας από τις μητρικές εταιρίες δεδομένα για dealers ή trade repositories της Ευρώπης, που καταχωρίζονται στις ΗΠΑ. Οι αξιωματούχοι πιστεύουν ότι θα χρειαστεί να περάσουν μήνες για να εξομαλυνθούν οι διαφορές.
Ο Barney Reynolds, partner της Shearman & Sterling, σχολιάζει ότι οι αμερικανικές απαιτήσεις είναι «μεγάλη ένδειξη για την έλλειψη εμπιστοσύνης στα συστήματα των άλλων… Είναι χονδροειδές. Βασικά είναι ένδειξη ότι δεν πιστεύουν στις ευρωπαϊκές αρχές, και αυτό η Ε.Ε. πρέπει να το πολεμήσει ως ζήτημα αρχής».
«Δημιουργεί επικίνδυνο προηγούμενο. Οι ΗΠΑ επιβάλλονται γιατί έχουν το πάνω χέρι. Τι θα γίνει όμως σε λίγες δεκαετίες, όταν οι κινεζικές ή άλλες αρχές θα επιβάλλουν ανάλογες απαιτήσεις στις αμερικανικές τράπεζες; Δεν θα έχουν πρόβλημα να εμφανιστούν ξένοι αξιωματούχοι στη Νέα Υόρκη και να ζητούν αρχεία και δεδομένα;».
Διαβάστε επίσης: Με εμπλοκή στη δόση των 2,5 δισ. απειλεί η Γερμανία…
Πηγή Euro2day