Σάββατο, 23 Νοε.
11oC Αθήνα

Ο Σόιμπλε συγχαίρει τον εαυτό του: Η συνταγή πέτυχε!

Ο Σόιμπλε συγχαίρει τον εαυτό του: Η συνταγή πέτυχε!

”Οι επικριτές μου ζουν σε ένα παράλληλο σύμπαν, ο κόσμος θα έπρεπε να χαίρεται με τις θετικές οικονομικές ενδείξεις που έρχονται συνεχώς από την ευρωζώνη που ανακάμπτει.Η συνταγή πέτυχε” γράφει ο Σόιμπλε με άρθρο του στους Financial Times.

”Σε μόλις τρία χρόνια, τα δημόσια ελλείμματα στην Ευρώπη μειώθηκαν κατά το ήμισυ, το κόστος ανά μονάδα εργασίας και η ανταγωνιστικότητα προσαρμόζονται ταχύτατα, οι ισολογισμοί των τραπεζών βελτιώνονται και τα ελλείμματα στα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών εξαφανίζονται. Το δεύτερο τρίμηνο τερματίστηκε η ύφεση στην ευρωζώνη” γράφει σε πανηγυρικό χαρακτήρα ο Σόιμπλε.

ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών δεν παραλείπει να ρίξει φαρμακερές μπηχτές προς τους επικριτές του είτε αυτοί είναι πολιτικοί είτε δημοσιογράφοι

Μάλιστα ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών δεν παραλείπει να ρίξει φαρμακερές μπηχτές προς τους επικριτές του είτε αυτοί είναι πολιτικοί είτε δημοσιογράφοι.
”Η εξέλιξη αυτή έχει αιφνιδιάσει τους επικριτές. Παρ’ όσα θέλουν οι επικριτές της διαχείρισης της ευρωπαϊκής κρίσης να πιστεύουμε, ζούμε σε έναν πραγματικό κόσμο.Η συνταγή πέτυχε τότε και πετυχαίνει τώρα, παρά την πικρία και την κατάπληξη των πολυάριθμων επικριτών της στα ΜΜΕ, την ακαδημαϊκή κοινότητα, τους διεθνείς οργανισμούς και την πολιτική”.

Διαβάστε όλο το άρθρο του Σόιμπλε στους Financial Times με τίτλο:

Σόιμπλε: Αγνοήστε Κασσάνδρες – Αποδίδει η γερμανική συνταγή στην Ευρώπη

Ο κόσμος θα έπρεπε να χαίρεται με τις θετικές οικονομικές ενδείξεις που έρχονται σχεδόν συνεχώς από την ευρωζώνη αυτές τις ημέρες. Ενώ η κρίση εξακολουθεί να αντηχεί, η ευρωζώνη είναι σαφές ότι ανακάμπτει τόσο δομικά όσο και κυκλικά.

Παρ’ όσα θέλουν οι επικριτές της διαχείρισης της ευρωπαϊκής κρίσης να πιστεύουμε, ζούμε σε έναν πραγματικό κόσμο και όχι σε ένα παράλληλο σύμπαν

Αυτό που συμβαίνει είναι, σε γενικές γραμμές, ό,τι είχαν προβλέψει οι υποστηρικτές της ψύχραιμης διαχείρισης της κρίσης. Οι δημοσιονομικές και διαρθρωτικές εργασίες ανακατασκευής αποδίδουν, βάζοντας τα θεμέλια για βιώσιμη ανάπτυξη. Η εξέλιξη αυτή έχει αιφνιδιάσει τους επικριτές. Δεν θα έπρεπε όμως, επειδή, πραγματικά, τα έχουμε ξαναδεί όλα αυτά, πολλές φορές και σε πολλά μέρη στο παρελθόν. Παρ’ όσα θέλουν οι επικριτές της διαχείρισης της ευρωπαϊκής κρίσης να πιστεύουμε, ζούμε σε έναν πραγματικό κόσμο και όχι σε ένα παράλληλο σύμπαν, όπου οι καλά εδραιωμένες οικονομικές αρχές δεν ισχύουν πλέον.

Ας πάρουμε για παράδειγμα τη Γερμανία. Στα τέλη της δεκαετίας του 1990 ήταν αδιαμφισβήτητα ο «ασθενής» της Ευρώπης – εγχώριοι και διεθνείς σχολιαστές τη θεωρούσαν εξίσου μη ανταγωνιστική και καταδικασμένη σε ύφεση.

Μετά από έναν κύκλο ανάπτυξης και πτώσης που ακολούθησε την επανένωση της δεκαετίας του 1990 και την υιοθέτηση του ευρώ σε πολύ υψηλή συναλλαγματική ισοτιμία, η ανεργία στη χώρα αυξήθηκε, φτάνοντας τα 5 εκατ. τον Ιανουάριο του 2005. Οι επενδύσεις μειώθηκαν και τα δημόσια οικονομικά επιδεινώθηκαν, ενώ οι πολιτικοί έδειχναν ανίκανοι να αντιδράσουν. Η απόφαση να αντιμετωπιστεί η τάση ήταν συλλογική, συνένωσε σχεδόν όλα τα κόμματα του πολιτικού φάσματος, όπως επίσης εργοδότες και οργανωμένα συνδικάτα.

Το πρώτο κύμα προσαρμογής, που ξεκίνησε το 2003, επικεντρώθηκε στην ενίσχυση των κινήτρων απασχόλησης, στον εξορθολογισμό του δημοσίου τομέα, την αποκατάσταση της κοινωνικής ασφάλειας και την αύξηση της φορολογίας κατανάλωσης. Στο επίπεδο της παραγωγής, επιχειρήσεις και συνδικάτα συνεργάστηκαν για να καταστεί πιο ευέλικτη η εργασία. Ένα δεύτερο κύμα συγκράτησης δαπανών και μεταρρυθμίσεων ακολούθησε όταν πέρασε το αποκορύφωμα της χρηματοοικονομικής κρίσης.

Η συνταγή πέτυχε τότε και πετυχαίνει τώρα, παρά την πικρία και την κατάπληξη των πολυάριθμων επικριτών της στα ΜΜΕ, την ακαδημαϊκή κοινότητα, τους διεθνείς οργανισμούς και την πολιτική. Η προσαρμογή ήταν φιλόδοξη και ορισμένες φορές επώδυνη, αλλά η εφαρμογή ήταν ευέλικτη και προσαρμοστική

Η κυβέρνηση, επιδιώκοντας την εξυγίανση των δημοσίων οικονομικών, επανεξέτασε τις προτεραιότητες στις δαπάνες. Την περίοδο 2010 – 2013, η γερμανική κυβέρνηση αύξησε τις δαπάνες σε έρευνα και παιδεία κατά 13,3 δισ. ευρώ, ενώ διατήρησε τη δέσμευσή της στη δημοσιονομική της πορεία. Οι δαπάνες, δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, στη Γερμανία για έρευνα και ανάπτυξη βρίσκονται στο 2,8% του ΑΕΠ. Μόνο η Σουηδία και η Δανία στην ΕΕ έχουν υψηλότερα ποσοστά. Εν μέρει χάρη στο εκπαιδευτικό της σύστημα, που προσαρμόζεται στις ανάγκες των επιχειρήσεων, η Γερμανία έχει ποσοστό ανεργίας των νέων κάτω από 8%, το χαμηλότερο στην Ευρώπη.

Όσο και εάν έχουν σημασία οι πολιτικές, η ανταγωνιστικότητα της Γερμανίας, η ολοκλήρωσή της στην παγκόσμια οικονομία και η ικανότητα να δημιουργεί θέσεις εργασίας δεν ήταν καρπός κυβερνητικών διαταγμάτων, αλλά των χιλιάδων αποφάσεων που παίρνει η αγορά. Οι επιχειρήσεις άρχισαν να επενδύουν και να προσλαμβάνουν και ο κόσμος άρχισε πάλι να δουλεύει επειδή ήταν εφικτό και λογικό. Εργοδότες και εργαζόμενοι κατέληξαν σε λογικές συμβάσεις μισθών και ωραρίων που προφύλαξαν από τις κυκλικές πτώσεις.

Σε μόλις τρία χρόνια, τα δημόσια ελλείμματα στην Ευρώπη μειώθηκαν κατά το ήμισυ, το κόστος ανά μονάδα εργασίας και η ανταγωνιστικότητα προσαρμόζονται ταχύτατα, οι ισολογισμοί των τραπεζών βελτιώνονται και τα ελλείμματα στα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών εξαφανίζονται. Το δεύτερο τρίμηνο τερματίστηκε η ύφεση στην ευρωζώνη

Περισσότερα από 2 εκατ. Γερμανοί που βρίσκονταν στην ανεργία βρήκαν δουλειά, ως επί το πλείστον καλές, ασφαλείς θέσεις εργασίας, με αξιοπρεπή μισθό και γενναιόδωρες παροχές. Με τη σύσφιγξη της αγοράς εργασίας, οι μισθοί και η κατανάλωση αυξάνονται τώρα ισχυρά. Η εγχώρια ζήτηση είναι η βασική κινητήριος δύναμη της Γερμανίας σήμερα.

Αυτό που συνέβη στην ευρωζώνη στις αρχές της δεκαετίας διαφέρει μόνο στα συμφραζόμενα. Στην φάση της ραγδαίας ανάπτυξης, αρκετά από τα μέλη της άφησαν την εργασία να γίνει ακριβή και το μερίδιό τους στο παγκόσμιο εμπόριο συρρικνώθηκε. Όταν επήλθε η πτώση, οι θέσεις εργασίας εξαφανίστηκαν και τα δημόσια οικονομικά επιδεινώθηκαν.

Η αντίδραση δεν ήταν μόνο προϊόν της ευρωπαϊκής συναίνεσης – συχνά με την στήριξη των εθνικών κοινοβουλίων – αλλά ακολούθησε μία συνταγή που δεν έχει αποδειχθεί μόνο στη Γερμανία, αλλά επίσης στη Βρετανία της δεκαετίας του 1980, στη Σουηδία και τη Φινλανδία στις αρχές της δεκαετίας του 1990, στην Ασία στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και σε πολλές άλλες βιομηχανικές και αναδυόμενες οικονομίες.

όσο άσχημοι κι αν είναι οι καιροί, θα πρέπει να καταπολεμήσουμε την ανθρώπινη τάση να προεκτείνει το παρόν στο αέναο μέλλον. Τα συστήματα προσαρμόζονται, οι υφέσεις πιάνουν πάτο και οι τάσεις γυρίζουν. Με άλλα λόγια, ότι σπάει μπορεί να διορθωθεί

Η συνταγή πέτυχε τότε και πετυχαίνει τώρα, παρά την πικρία και την κατάπληξη των πολυάριθμων επικριτών της στα ΜΜΕ, την ακαδημαϊκή κοινότητα, τους διεθνείς οργανισμούς και την πολιτική. Η προσαρμογή ήταν φιλόδοξη και ορισμένες φορές επώδυνη, αλλά η εφαρμογή ήταν ευέλικτη και προσαρμοστική. Τα ευρωπαϊκά δίχτυα ασφαλείας παρείχαν ένα καλά ισορροπημένο μίγμα κινήτρων και αλληλεγγύης για να αμβλύνουν την οδύνη.

Σε μόλις τρία χρόνια, τα δημόσια ελλείμματα στην Ευρώπη μειώθηκαν κατά το ήμισυ, το κόστος ανά μονάδα εργασίας και η ανταγωνιστικότητα προσαρμόζονται ταχύτατα, οι ισολογισμοί των τραπεζών βελτιώνονται και τα ελλείμματα στα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών εξαφανίζονται. Το δεύτερο τρίμηνο τερματίστηκε η ύφεση στην ευρωζώνη.

Τι μαθήματα μπορούμε να εξάγουμε λοιπόν από τη γερμανική προσαρμογή κατά τη δεκαετία του 2000 και το πιο πρόσφατο παράδειγμα της ευρωζώνης; Βλέπω δύο:

Πρώτον, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις χρειάζονται χρόνο για να αποδώσουν. Όσοι είναι υπεύθυνοι για αυτές χρειάζονται υπομονή και την ικανότητα να αγνοήσουν τις σειρήνες όσων ζητούν γρήγορες λύσεις και τις διαμαρτυρίες των κατεστημένων συμφερόντων. Οι ενδείξεις βελτίωσης δεν είναι λόγος για να κάνουμε πίσω. Είναι λόγος για να επιμείνουμε.

Δεύτερον, αλλά εξίσου σημαντικό, όσο άσχημοι κι αν είναι οι καιροί, θα πρέπει να καταπολεμήσουμε την ανθρώπινη τάση να προεκτείνει το παρόν στο αέναο μέλλον. Τα συστήματα προσαρμόζονται, οι υφέσεις πιάνουν πάτο και οι τάσεις γυρίζουν. Με άλλα λόγια, ότι σπάει μπορεί να διορθωθεί.

Η Ευρώπη του σήμερα είναι η απόδειξη”.

Διαβάστε επίσης:

Πηγή Euro2day

Οικονομία Τελευταίες ειδήσεις

Σχολιάστε