Μπορεί κατά την εκδήλωση στον Λευκό Οίκο για την 25η Μαρτίου να αποθέωσε την Ελλάδα και να υποσχέθηκε πως θα βοηθήσει την επίλυση των προβλημάτων, αλλά φαίνεται πως η κυβέρνηση Τραμπ βάζει εμπόδια στη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα και παρατείνει την αγωνία, ίσως και μέχρι τον Ιούλιο.
«Έχουμε μία χώρα που αντιμετωπίζει συγκεκριμένες δυσκολίες και προβλήματα. Θα τα λύσουμε αυτά τα προβλήματα και θα λύσουμε γρήγορα αυτές τις δυσκολίες. Απλά προσέξτε» δήλωσε ο Ντόναλντ Τραμπ κατά την εκδήλωση στον Λευκό Οίκο, αναφερόμενος στην Ελλάδα. Αναλυτές, πάντως, εκτιμούν πως η στάση του δεν θα είναι τόσο υποστηρικτική.
Και δεν θα είναι γιατί, σύμφωνα με την Καθημερινή, η κυβέρνηση Τραμπ θα βάλει “πάγο” στο ΔΝΤ και αυτό θα επηρεάσει τη συμμετοχή και το μέλλον του ελληνική προγράμματος. Αναλυτές εκτιμούν ότι ο Λευκός Οίκος δεν αποκλείεται να σκληρύνει τη στάση του έναντι της συμμετοχής του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα. Και αυτό, μοιραία, θα συμβάλει στην καθυστέρηση της αξιολόγησης μέχρι την ύστατη ώρα, όταν δηλαδή τον Ιούλιο η χώρα μας θα κληθεί να αποπληρώσει ομόλογα που λήγουν.
Όταν άλλωστε ρωτήθηκε ο εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Σον Σπάισερ για τη στάση της κυβέρνησης Τραμπ στο θέμα της συμμετοχής του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, παρέπεμψε στο αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών, Κι εκεί έχουν τοποθετηθεί δυο πρόσωπα που μόνο “φιλικά” προς το ΔΝΤ δεν είναι, ο Ντέιβιντ Μάλπας και ο Ανταμ Λέρικ.
Ο ερευνητής του American Enterprise Institute Ντέσμοντ Λάχμαν μιλώντας στην Καθημερινή εκτίμησε πως ο υφυπουργός (Μάλπας) και ο βοηθός του (Λέρικ) «είναι γνωστοί για τις πολύ επικριτικές θέσεις τους έναντι του ΔΝΤ, τον ρόλο του οποίου θα ήθελαν να περιορίσουν. Επιπλέον, δεν θα ήθελαν να δουν να τίθενται σε κίνδυνο χρήματα των Αμερικανών φορολογουμένων μέσω νέων δανείων του ΔΝΤ στην Ελλάδα».
Όλα αυτά, σύμφωνα με τον Λάχμαν, κάνουν ακόμη πιο δύσκολο το ενδεχόμενο να συμμετάσχει το Ταμείο στο ελληνικό πρόγραμμα, αφού δεν θα έχει την υποστήριξη της αμερικανικής κυβέρνησης. Παράλληλα, εκτίμησε ότι το ΔΝΤ θα επιμείνει στις απαιτήσεις για μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα και ουσιαστική ελάφρυνση του χρέους από τους Ευρωπαίους.
Από την πλευρά του, o Τζέικομπ Κίρκεγκααρντ, επίσης ερευνητής στο Peterson, εκτιμά ότι η επιλογή Λέρικ σηματοδοτεί μία πιθανή αλλαγή, και συγκεκριμένα μια πιο σκληρή στάση της διακυβέρνησης Τραμπ έναντι του ΔΝΤ. Επίσης, δεν θεωρεί ότι η ελληνική κατάσταση έχει σημασία για την κυβέρνηση Τραμπ, γι’ αυτό και εκτιμά ότι «πιθανώς να εξελιχθεί σε διαπραγματευτικό χαρτί στην ευρύτερη διατλαντική σχέση ΗΠΑ-Ε.Ε. Για παράδειγμα, αν οι άνθρωποι του Τραμπ θέλουν να ασκήσουν πίεση στη γερμανική κυβέρνηση για το εμπορικό της πλεόνασμα, θα μπορούσαν να προσπαθήσουν να μπλοκάρουν τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα. Ή αν θέλουν να στείλουν ένα συμβιβαστικό μήνυμα στην Ε.Ε., ένας τρόπος να το κάνουν είναι να μη σταθούν εμπόδιο στη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα. Σε κάθε περίπτωση, η Ελλάδα κινδυνεύει ξανά να γίνει πιόνι σε ένα ευρύτερο παιχνίδι».
Και οι δύο αναλυτές, πάντως, συμφωνούν ότι οι συνθήκες συνηγορούν ότι δεν θα υπάρξει συμφωνία παρά την τελευταία στιγμή. «Πιστεύω ότι θα υπάρξει κάποια λύση και η Ελλάδα θα πληρώσει τις υποχρεώσεις του Ιουλίου. Δεν είναι προς το συμφέρον της Μέρκελ να υπάρξει ένα ελληνικό ατύχημα πριν από τις εκλογές του Σεπτεμβρίου στη χώρα», εκτιμά ο κ. Λάχμαν. Όσο για τον Κίρκεγκααρντ, επίσης θεωρεί ότι θα υπάρξει συμφωνία, αλλά όπως προσθέτει, «αμφιβάλλω ότι θα έρθει πολύ πριν από την προθεσμία του Ιουλίου».
Όλα αυτά την ώρα που βλέπει το φως μια εσωτερική έκθεση του ΔΝΤ για την πορεία εφαρμογής των προγραμμάτων στα οποία συμμετέχει το Ταμείο. Η έκθεση του Ανεξάρτητου Γραφείου του ΔΝΤ ανατρέπει την τακτική του Ταμείου σε χώρες που μετέχουν σε νομισματική ένωση, όπως η Ελλάδα.
Η έκθεση προαναγγέλλει «αλλαγή αρχιτεκτονικής» των μνημονίων και προβλέπει πως οι αποφάσεις να ληφθούν τον Ιούνιο! Που σημαίνει πως μπαίνει νέο εμπόδιο στην ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων Ελλάδας – δανειστών, όχι απλά έως τις 7 Απριλίου που είναι η νέα ημερομηνία ορόσημο αλλά ως το καλοκαίρι!
Όπως αναφέρει η έκθεση, το ΔΣ και η διοίκηση του ΔΝΤ πρέπει να ελαχιστοποιήσουν τις πολιτικές παρεμβάσεις στην τεχνική ανάλυση του Ταμείου, ώστε αυτή να παραμείνει ανεξάρτητη. Επί της ουσίας, η έκθεση εκτιμά ότι το Ταμείο πρέπει να λαμβάνει ειδικές εγγυήσεις για περιορισμό των πολιτικών παρεμβάσεων από χώρες ή φορείς, όπως η Κομισιόν, η ΕΚΤ και κράτη όπως η Γερμανία.