Η μείωση, των μισθών, των συντάξεων και γενικότερα των εισοδημάτων είχε σαν αποτέλεσμα η μέση οικογενειακή δαπάνη από 2.203,55 ευρώ το 2009 να περιοριστεί δραστικά σε 1.509, 39 ευρώ το 2013. Αυτό σημαίνει πως οι Ελληνες για να τα βγάλουν πέρα αναγκάστηκαν να περικόψουν κατά το ένα τρίτο περίπου (31,5% για την ακρίβεια) τα χρήματα που δαπανούσαν τα νοικοκυριά το μήνα.
Η περικοπή τον τελευταίο χρόνο της έρευνας έφτασε στο 7,8% από 1637,10 το 2012 σε 1509,39 το 2013. Τη «νύφη» πλήρωσε, λόγω του υψηλού Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης και η κεντρική θέρμανση στα διαμερίσματα, ενώ περιορίστηκαν ακόμη και τα έξοδα για είδη διατροφής. Παράλληλα, το 21% του πληθυσμού ζει κάτω από τα όρια της φτώχειας, δαπανώντας λιγότερα από 5.253,77 ευρώ (κατώφλι φτώχειας), ενώ το 2012 το ποσοστό ήταν 21,2%, με ετήσια δαπάνη λιγότερο από 5.524,20 ευρώ.
Αναλυτικότερα, περίπου 725.000 νοικοκυριά της χώρας λιγότερα σε σχέση με το 2012, χρησιμοποίησαν το 2013 την κεντρική θέρμανση στην κατοικία τους. Όπως αναφέρει η ΕΛΣΤΑΤ, το 2013 κεντρική θέρμανση στο σπίτι τους χρησιμοποίησαν 1.592.835 νοικοκυριά, μειωμένα κατά 31,3% από τα 2.317.127 νοικοκυριά το 2012. Μάλιστα, η μέση μηνιαία ποσότητα υγρών καυσίμων και φυσικού αερίου που καταναλώνεται στην κύρια κατοικία μειώθηκε κατά 46,1% και 3,2% αντίστοιχα, ενώ η μέση μηνιαία ποσότητα στερεών καυσίμων (καυσόξυλα, πελλέτες, πυρήνας κλπ), ηλεκτρικής ενέργειας και υγραερίου αυξήθηκε κατά 20,7%, 1,2% και 0,3% αντίστοιχα.
Επίσης, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, η μεγαλύτερη μείωση στη μέση μηνιαία δαπάνη των νοικοκυριών σε ευρώ καταγράφηκε στα υγρά καύσιμα (-17,56 ευρώ), στα εστιατόρια (-14,82 ευρώ) και στην κίνηση μεταφορικών μέσων (-9,74 ευρώ), δαπάνες που αποτελούν το 34% της συνολικής μείωσης της δαπάνης (- 127,71 ευρώ). Στον αντίποδα, η μεγαλύτερη αύξηση καταγράφεται στα φάρμακα (5,11 ευρώ) και στα καφενεία (3,68 ευρώ).
Το μεγαλύτερο μερίδιο των δαπανών του μέσου προϋπολογισμού των νοικοκυριών αφορά στα είδη διατροφής (20,4%) και ακολουθούν η στέγαση (13,7%) και οι μεταφορές (12,5%), ενώ οι υπηρεσίες της εκπαίδευσης αποτελούν το μικρότερο μερίδιο των δαπανών (3,4%).
Οι περικοπές των μισθών και συντάξεων και κατ’ επέκταση των δαπανών, άλλαξαν και το καταναλωτικό πρότυπο. Ειδικότερα, μεταξύ 2013 και 2012, παρατηρείται μετατόπιση των δαπανών από αυτές που αφορούν στις μεταφορές, στα διαρκή αγαθά, στη στέγαση, στα ξενοδοχεία, καφενεία και εστιατόρια, στα διάφορα αγαθά και υπηρεσίες, στην εκπαίδευση, καθώς και στις επικοινωνίες, προς τις δαπάνες που αφορούν, κυρίως, στην υγεία, στα αλκοολούχα ποτά και καπνό και στη διατροφή.
Σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα (2012), καταγράφεται μεγαλύτερη μείωση δαπανών, σε τρέχουσες τιμές, για διαρκή αγαθά (11,6%), εκπαίδευση (11,3%), μεταφορές (9,9%), διάφορα αγαθά και υπηρεσίες (9,5%), ξενοδοχεία, καφενεία και εστιατόρια (9,3%), επικοινωνίες (9,2%), στέγαση (8,8%) και ένδυση- υπόδηση (8,3%). Μικρότερες μειώσεις παρατηρούνται στις δαπάνες σε είδη διατροφής (6,5%), αναψυχή και πολιτισμό (5,6%) και υγεία (0,3%). Αντίθετα, μικρή αύξηση καταγράφηκε για οινοπνευματώδη ποτά και καπνό (0,1%).
Τα νοικοκυριά με ένα άτομο μόνο, ηλικίας 65 ετών και άνω, έχουν κατά 54,5% λιγότερες δαπάνες από τη μέση μηνιαία δαπάνη των νοικοκυριών. Αντίθετα, νοικοκυριά που αποτελούνται από ένα ζευγάρι με δυο παιδιά έως και 16 ετών, έχουν κατά 42% περισσότερες δαπάνες σε σχέση με τη μέση μηνιαία δαπάνη των νοικοκυριών.
Νοικοκυριά με υπεύθυνο οικονομικά μη ενεργό ή άνεργο, δαπανούν κατά μέσο όρο το 82,1% της μέσης μηνιαίας δαπάνης των νοικοκυριών, ενώ αυτά με υπεύθυνο αυτοαπασχολούμενο με μισθωτούς το 199,5%. Μείωση σε σύγκριση με το 2012, καταγράφεται στις δαπάνες νοικοκυριών με υπεύθυνο μισθωτό κατά 8,5%, ενώ αύξηση κατά 4,4% καταγράφεται στις δαπάνες νοικοκυριών με υπεύθυνο αυτοαπασχολούμενο με μισθωτούς.
Η μέση μηνιαία δαπάνη διαφέρει ανάλογα με την ηλικία του υπευθύνου του νοικοκυριού. Όπως και στην έρευνα του 2012, τα νοικοκυριά με υπεύθυνο ηλικίας 45- 54 ετών δαπανούν, κατά μέσο όρο, περισσότερο. Συγκεκριμένα, τα νοικοκυριά αυτά δαπανούν, κατά μέσο όρο, το 124,7 % της μέσης μηνιαίας δαπάνης των νοικοκυριών της χώρας, ενώ αυτά με υπεύθυνο ηλικίας 75 ετών και άνω το 56,3%. Τα νοικοκυριά που διαμένουν σε αγροτικές περιοχές δαπανούν 1.249,90 ευρώ μηνιαίως, ενώ αυτά που διαμένουν σε αστικές περιοχές 1.594,72 ευρώ. Ήτοι, τα νοικοκυριά που διαμένουν σε αγροτικές περιοχές, δαπανούν, κατά μέσο όρο, 21,6% λιγότερο από τα νοικοκυριά που διαμένουν σε αστικές περιοχές.
Από τα στοιχεία της έρευνας προκύπτει, επίσης, ότι:
α) αυξήθηκε ο αριθμός των νοικοκυριών που διαθέτουν:
– Καταψύκτη στην κύρια κατοικία τους (μεταβολή 3%).
– Ηλεκτρονικό υπολογιστή στην κύρια κατοικία τους (μεταβολή 3%).
– Διέθεταν τουλάχιστον, ένα επιβατηγό αυτοκίνητο ΙΧ (1,3%), ενώ ο αριθμός των αυτοκινήτων μειώθηκε κατά 0,1%.
– Τουλάχιστον, ένα κινητό τηλέφωνο (μεταβολή 0,4%).
β) μειώθηκε ο αριθμός των νοικοκυριών που:
– Χρησιμοποιούν την κεντρική θέρμανση ως κύρια πηγή θέρμανσης (μεταβολή 31,3%).
– Διαθέτουν πλυντήριο πιάτων (μεταβολή 2,1%).
– Διαθέτουν σταθερό τηλέφωνο (μεταβολή 1,8%).
– Διαθέτουν κλειστούς χώρους στάθμευσης στην κατοικία (μεταβολή 0,7%).
– Κατέχουν ή νοικιάζουν δευτερεύουσες ή εξοχικές κατοικίες (μεταβολή 1,5%), λόγω μείωσης των εξοχικών κατοικιών που βρίσκονται στο εξωτερικό, καθώς επίσης και κάποιων εξοχικών που μετατράπηκαν σε κύριες κατοικίες.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Διπλάσιο από τους στόχους το πλεόνασμα – Υπόνοιες για φοροελαφρύνσεις
Χαρδούβελης: Είπα όχι στον Ντράγκι για νέο πακέτο βοήθειας
Ιβάν Σαββίδης στην κούρσα για τον Ιππόδρομο
Alpha Bank: 22,5 εκατ. τουρίστες φέτος στην Ελλάδα