Διαβάστε όλο το άρθρο με τίτλο : Πέρασαν τον σκόπελο οι τράπεζες της Α. Ευρώπης
Πριν από έναν χρόνο, μαύρα σύννεφα είχαν συγκεντρωθεί πάνω από τη κεντρική και την ανατολική Ευρώπη. Καθώς οι τράπεζες της δυτικής Ευρώπης προσπαθούσαν να ανταποκριθούν στους κεφαλαιακούς στόχους των εποπτικών αρχών, υπήρχαν φόβοι ότι θα τραβούσαν κεφάλαια από το πρώην ανατολικό μπλοκ, όπου κατέχουν τα δύο τρίτα του τραπεζικού κλάδου.
Η τάση αυτή θα μπορούσε να είχε οδηγήσει σε πιστωτική κρίση ή ακόμη και σε συναλλαγματική κρίση. Παρόμοιες ανησυχίες είχαν εκφραστεί και την τριετία μετά τη χρηματοοικονομική κρίση του 2008 και την κατάρρευση της Lehman Brothers. Η συντονισμένη δράση, όμως, από διεθνείς χρηματοοικονομικούς οργανισμούς και αξιωματούχους, μέσω της αποκαλούμενης “πρωτοβουλίας της Βιέννης”, συνέβαλε στο να αποτραπεί ο κίνδυνος φυγής κεφαλαίων από τις τράπεζες της ανατολικής Ευρώπης.
Παράλληλα, η προθεσμία για την επίτευξη δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας 9% που επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή έχει περάσει και οι τράπεζες τις κεντρικής και της ανατολικής Ευρώπης φαίνεται πως διέφυγαν και πάλι τον κίνδυνο. Η μαζική απομόχλευση, για την οποία όλοι ανησυχούσαν πριν από 6 μήνες, δεν έγινε ποτέ.
Ο κίνδυνος, όμως, δεν έχει απομακρυνθεί εντελώς. Ορισμένες χώρες παραμένουν ευάλωτες, κυρίως τα βαλκανικά κράτη όπου υπάρχουν μεγάλες επενδύσεις των ελληνικών τραπεζών. Προς το παρόν, πάντως, φαίνεται ότι οι τράπεζες της κεντρικής και της ανατολικής Ευρώπης ξεπέρασαν τον κίνδυνο.
Τις τελευταίες εβδομάδες έχουν κοινοποιηθεί δύο πολύ λεπτομερείς έρευνες, από τις αυστριακές Erste Group Bank και Raiffeisen Bank International. Δεδομένου ότι πρόκειται για δύο από τα μεγαλύτερα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της περιοχής, έχουν λόγους να παρουσιάζουν θετική εικόνα της κατάστασης. Τα πορίσματά τους, όμως, φαίνεται πως είναι απόρροια στοιχείων και αποδείξεων.
Η έκθεση της Erste επικεντρώνεται στην Πολωνία, στην Τσεχία, στην Ουγγαρία, στη Σλοβακία, στην Κροατία και στη Ρουμανία και κατέληξε ότι «συνολικά η απομόχλευση ήταν πολύ μέτρια», εκτός από την περίπτωση της Ουγγαρίας. Η απρόβλεπτη οικονομική πολιτική της Ουγγαρίας, που εκλήφθηκε ως εχθρότητα προς τις τράπεζες -επιβλήθηκε υψηλός φόρος σε αυτές, αλλά και μεγάλες ζημίες για ενυπόθηκους τίτλους σε ξένο νόμισμα- την καθιστούν ειδική περίπτωση.
Στις άλλες χώρες, όμως, «αναμένουμε ότι δεν θα υπάρξει μαζική μείωση της έκθεσης από τους ξένους μητρικούς ομίλους», αναφέρει η Erste.
Η έρευνα της Raiffeisen, η οποία καλύπτει πολλές από τις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, είναι εξίσου αισιόδοξη. «Δεν υπάρχει πιστωτική κρίση», αναφέρει εκτιμώντας μάλιστα ότι η αύξηση της παροχής δανείων παρέμεινε το 2011 και στις αρχές του 2012 σε υγιή επίπεδα. «Δεν υπάρχει μείωση των δραστηριοτήτων από τις τράπεζες που ανήκουν σε ξένους ομίλους», αναφέρει.
Τι έγινε λοιπόν με τη μεγάλη απομόχλευση της ανατολικής Ευρώπης; Τα στοιχεία για τις εκροές κεφαλαίων του προηγούμενου χρόνου δείχνουν μάλιστα ότι υπάρχει κάποια υποχώρηση. Ενδεχομένως, όμως, αυτή να αφορά περισσότερο ρευστοποίηση τίτλων του χαρτοφυλακίου και όχι απομόχλευση στο χαρτοφυλάκιο των δανείων.
Μεγάλο ρόλο φαίνεται ότι έπαιξαν τα φθηνά τριετή δάνεια (LTRO) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Με αυτήν τη στήριξη, οι τράπεζες αναθεώρησαν την απομάκρυνσή τους από την ανατολική Ευρώπη όπου επένδυσαν αρκετά χρόνια και δισεκατομμύρια ευρώ. Πολλές από αυτές τις χώρες, όπου ο αριθμός των τραπεζών παραμένει μικρός, εξακολουθούν να θεωρούνται κερδοφόρες, με μεγάλες προοπτικές ανάπτυξης.
Οι τράπεζες κατάφεραν επίσης να προσελκύσουν σημαντικό μέγεθος εγχώριων καταθέσεων, μειώνοντας την εξάρτησή τους από την έξωθεν χρηματοδότηση και να χτίσουν ένα σταθερό μοντέλο χρηματοδότησης για το μέλλον.
Σημαντικό είναι επίσης το γεγονός ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες της περιοχής λειτουργούν μέσω θυγατρικών που υπόκεινται στις τοπικές ρυθμιστικές και εποπτικές αρχές. Ο Mateusz Morawiecki, διευθύνων σύμβουλος της Allied Irish Banks, δηλώνει ότι οι εθνικοί κανόνες του απαγορεύουν να κάνει οτιδήποτε που θα έπληττε την πολωνική αγορά.
Παράλληλα, αποδείχθηκε ότι υπήρχαν ελάχιστοι πρόθυμοι αγοραστές τραπεζικών τίτλων στην ανατολική Ευρώπη, γεγονός που περιόρισε τις δραστηριότητες σε συγχωνεύσεις και εξαγορές. Στην Πολωνία, μάλιστα, η Santander αγόρασε την Kredyt Bank της KBC και η Raiffeisen την Polbank από την ελληνική Eurobank. Η πορτογαλική Millennium BCP, όμως, απέρριψε τις προσφορές εξαγοράς της θυγατρικής της στην Πολωνία, κάνοντας λόγο για χαμηλό τίμημα.
Η ρωσική Sberbank αγόρασε τις δραστηριότητες της αυστριακής Volksbank στην ανατολική Ευρώπη. Δεν υπήρξε, όμως, το κύμα των Ρώσων και των Κινέζων αγοραστών που πολλοί περίμεναν, ίσως επειδή φοβήθηκαν τον κίνδυνο πολιτικών αντιδράσεων.
Ως προς τη μελλοντική τάση, οι προοπτικές για τις τράπεζες μπορεί να αποκλίνουν ακόμη περισσότερο. Σε πολλές χώρες της κεντρικής Ευρώπης, που είχαν ελάχιστη αν όχι καθόλου ύφεση το 2009 και ανέκαμψαν σημαντικά, οι τράπεζες θα ενισχυθούν. Στις χώρες της Βαλτικής, παρά την ύφεση του 2009, οι τράπεζες θα ευνοηθούν από τη στήριξη σκανδιναβικών ομίλων όπως η SEB και η Swedbank.
Στα βαλκανικά κράτη, όμως, όπως η Ρουμανία, η Σερβία, η Αλβανία και η Βουλγαρία, οι τράπεζες αντιμετωπίζουν διπλό κίνδυνο: ελάχιστη οικονομική ανάκαμψη και ισχυρή παρουσία των ελληνικών τραπεζών, οι οποίες επεκτάθηκαν σημαντικά στα χρόνια της άνθησης προ του 2008.
Παρά τις προσπάθειες από τους διεθνείς χρηματοοικονομικούς οργανισμούς να περιοριστεί ο αντίκτυπος, το φάντασμα της Grexit εξακολουθεί να πλανάται πάνω από τα Βαλκάνια.
Πηγή Euro2day.gr
Διαβάστε επίσης :