Οι εξαγγελίες του ΣΥΡΙΖΑ έχουν εσφαλμένη και δεν έχουν ξεκάθαρη κοστολόγηση. Αυτό τονίζει το υπουργείο Οικονομικών σε ανακοίνωσή του, σημειώνοντας ότι μετά από ενδελεχή έλεγχο με τις υπηρεσίες προκύπτει ότι το άμεσο δημοσιονομικό κόστος των εν λόγω εξαγγελιών το οποίο επιβαρύνει το δημοσιονομικό έλλειμμα, με τις πλέον συντηρητικές εκτιμήσεις, και μόνο για το 1ο έτος, υπερβαίνει τα 17,2 δισ. ευρώ (και πάλι χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το κόστος της διαγραφής ιδιωτικών χρεών, το οποίο αν συνυπολογιστεί ανεβάζει το συνολικό ποσό στα 27,2 δισ.) έναντι 9,362 δισ. ευρώ που διατείνεται ο ΣΥΡΙΖΑ (11,362 δισ. ευρώ συνολική αποτίμηση μείον 2 δισ. ευρώ για τη διαγραφή ιδιωτικών χρεών που αναλύεται ξεχωριστά).
Εάν προστεθεί και μία –μετριοπαθής- εκτίμηση κόστους 10 δισ ευρώ για τη διαγραφή ιδιωτικών χρεών, το κόστος των εξαγγελιών ΣΥΡΙΖΑ εκτοξεύεται στα 27,2 δισ. ευρώ ή 15 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ επιπλέον έλλειμμα. Η εκτίμηση αυτή θα πρέπει να θεωρηθεί ως το ελάχιστο όριο, καθώς η αποφυγή παροχής αριθμητικών δεδομένων και συγκεκριμενοποίησης των προϋποθέσεων εφαρμογής ορισμένων από τα προτεινόμενα μέτρα του ΣΥΡΙΖΑ καθιστά αδύνατη την ακριβή εκτίμησή τους και, έτσι, παρατίθενται συντηρητικοί υπολογισμοί.
Συμπερασματικά, όπως αναφέρει το υπουργείο Οικονομικών, “η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ βασίζεται σε λάθος συνταγή και ανατρέπει την προσπάθεια σταθεροποίησης της οικονομίας. Δεν λύνει προβλήματα, ενώ δημιουργεί νέα. Οδηγεί στην απώλεια αξιοπιστίας, είτε σε νέο δανεισμό με υψηλό κόστος είτε σε νέα φορολόγηση της μεσαίας τάξης, στην επιδείνωση του χρηματοοικονομικού συστήματος, στη φυγή των κεφαλαίων από τη χώρα μας και σε ρήξη με τους εταίρους μας. Ακόμα και με την τιμολόγηση του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ για τουλάχιστον 11,3 δισ. ευρώ κόστος, θα βρεθούμε απέναντι στις αγορές, που θα ζητούν δυσθεώρητα επιτόκια για να δανείσουν τη χώρα, απέναντι στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποία θα κλείσει την κάνουλα της φτηνής χρηματοδότησης, και απέναντι στους ευρωπαίους εταίρους μας που, στην πιο αισιόδοξη περίπτωση, θα δυσχεράνουν την απορρόφηση των πόρων του ΕΣΠΑ. Η ανεργία θα αρχίσει πάλι να αυξάνεται, και η νεολαία θα αναζητεί με ακόμα μεγαλύτερη σπουδή την τύχη της στο εξωτερικό. Οι προοπτικές της χώρας θα επιδεινωθούν”.
Επίσης, στην ανακοίνωση τονίζει ότι “η έντονη μείωση του ΑΕΠ και η μεγάλη ανεργία προέρχονται ακριβώς από τους τομείς οι οποίοι βασίζονταν στην εσωτερική ζήτηση και τα δανεικά. Ακόμα και σήμερα, μετά από 6 χρόνια ύφεσης, η ιδιωτική κατανάλωση στην Ελλάδα αποτελεί ποσοστό 70,6% του ΑΕΠ έναντι 56,7% μέσου όρου στην Ευρωζώνη. Επομένως, το πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας είναι ότι πρέπει να αυξήσει την παραγωγικότητά της και να στραφεί προς τις επενδύσεις και τις εξαγωγές. Αυτός είναι ο μόνος βιώσιμος τρόπος αύξησης των εισοδημάτων και μείωσης της ανεργίας, δεδομένου ότι εκ νέου διόγκωση της κατανάλωσης με δανεισμό δεν μπορεί να υπάρξει.
Ο στόχος αυτός υπηρετείται από τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις τις οποίες προωθεί η Κυβέρνηση για τον εξορθολογισμό των δομών της οικονομίας και της δημόσιας διοίκησης. Με άλλα λόγια, η ελληνική οικονομία έχει πρόβλημα προσφοράς και όχι ζήτησης. Εάν η παραγωγική δυναμικότητα της οικονομίας δεν βελτιωθεί, η όποια αύξηση της ζήτησης θα μετατραπεί σε εισαγωγές και όχι ανάπτυξη. Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει να επαναλάβουμε τα μέτρα τόνωσης της ζήτησης, αυξάνοντας την κατανάλωση και τις δαπάνες του δημοσίου, δηλαδή να επαναλάβουμε τις πολιτικές που μας οδήγησαν στην κρίση. Κοινωνικά μέτρα, τα οποία παρουσιάζονται ως νέες προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ, είτε εφαρμόζονται ήδη από την Κυβέρνηση (πχ. παροχή επιδόματος στέγασης, κοινωνικά τιμολόγια ΔΕΗ, περισσότερες δόσεις για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές, μείωση κόκκινων δανείων, αξιοποίηση πόρων ΕΣΠΑ), είτε είναι στο τελικό στάδιο της υλοποίησής τους”.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Στα 11,362 δισ. το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ – Πού θα βρει τα λεφτά
Τί κάνουν κυβέρνηση και ΣΥΡΙΖΑ όταν οι πολίτες τους αποδοκιμάζουν