Η ελληνική χρηματιστηριακή αγορά βαδίζει για ακόμη μία χρονιά με άνοδο, συμπληρώνοντας τέσσερα συνεχή έτη, με τον Γενικό Δείκτη του Χρηματιστηρίου Αθηνών να καταγράφει συνολικά κέρδη άνω του 70%.
Υπάρχουν ακόμα αρκετοί καταλύτες που θα μπορούσαν να συντηρήσουν την θετική πορεία των μετοχών του Χρηματιστηρίου Αθηνών και την επόμενη χρονιά, ήταν το μήνυμα των αναλυτών που συμμετείχαν στο 26ο ετήσιο Capital Link Forum, που διοργανώθηκε προσφάτως στη Νέα Υόρκη.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Το θετικό αφήγημα της ελληνικής οικονομίας (ανάπτυξη πολλαπλάσια του μ.ο της Ε.Ε, πλεόνασμα, μείωση χρέους κ.ά) αναμένεται να διατηρήσει τις ελληνικές μετοχές στο επίκεντρο των επενδυτών για ακόμη μια χρονιά. Η Ελλάδα έχει αυξήσει περαιτέρω την ορατότητά της στους διεθνείς επενδυτές το 2024 και αναμένεται να συνεχίσει να θεωρείται πηγή νέων ευκαιριών και το 2025.
Ταυτόχρονα, οι εισηγμένες εταιρείες προχωρούν φιλόδοξα, μετασχηματιστικά επιχειρηματικά σχέδια διατηρώντας παράλληλα ισχυρή κερδοφορία, υπογραμμίζοντας την ανθεκτικότητα και τις δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας. Η ανθεκτικότητα της εταιρικής, η οποία αποτυπώνεται στις υψηλές μερισματικές αποδόσεις, που συχνά ξεπερνούν τις αντίστοιχες ευρωπαϊκών ομοειδών εταιριών, ενισχύει περαιτέρω την ελκυστικότητα της ελληνικής αγοράς.
Ο κ. Γιάννος Κοντόπουλος, Διευθύνων Σύμβουλος του Ομίλου Χρηματιστηρίου Αθηνών τόνισε ότι η ένταξη του Ελληνικού Χρηματιστηρίου στη watch list του οίκου FTSE για μετάταξη στις ανεπτυγμένες αγορές είναι αναμφίβολα μία πολύ σημαντική εξέλιξη για εμάς και αποτελεί δικαίωση συντεταγμένων προσπαθειών μας τα τελευταία δύο έτη. Η εξέλιξη αυτή έρχεται μετά από 8 χρόνια παραμονής μας στην κατηγορία των αναδυόμενων αγορών, και επιβεβαιώνει την πρόοδο που έχει συντελεστεί στα κρίσιμα μεγέθη τόσο της αγοράς μας, όσο και των ελληνικών εισηγμένων εταιρειών.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Στη διάρκεια του 2024 σημειώθηκε έντονη κινητικότητα από τις εισηγμένες εταιρείες μας, με συνολική άντληση 1,3 δισ. ευρώ, ποσό που αναμένεται να αγγίξει τα 2,5 δισ. ευρώ με τις επικείμενες κινήσεις. Αν συνυπολογίσουμε τα σημαντικά placements που πραγματοποιήθηκαν από βασικούς μετόχους εισηγμένων εταιρειών, το ποσό προσεγγίζει τα 5 δισ. ευρώ. Τα μεγέθη αυτά αποτυπώνουν με τον πιο εύγλωττο τρόπο την ισχυρή δυναμική των εταιρειών μας και εμείς από την πλευρά μας επιδιώκουμε να την αναδεικνύουμε στο ευρύτερο οικοσύστημα.
Ο κ. Δημήτρης Κόφιτσας, επικεφαλής της Ελληνικής Επενδυτικής Τραπεζικής της Goldman Sachs International, τόνισε ότι το 2024 ήταν χρονιά ορόσημο για την κεφαλαιαγορά στην Ελλάδα για τις αγορές μετοχών και ομολόγων. Η αυξημένη δραστηριότητα ήταν αποτέλεσμα του ανανεωμένου ενδιαφέροντος από ξένους επενδυτές να επενδύσουν τα κεφάλαια τους στην Ελλάδα λόγω των εξαιρετικών προοπτικών της οικονομίας .
Η αγορά των μετοχών άνθησε το 2024 καθώς είχαμε συναλλαγές της τάξης των 3,3 δισ. ευρώ, η 3η μεγαλύτερη χρονιά σε όγκο συναλλαγών μετά το 2021 και το 2015. Είχαμε συναλλαγές στρατηγικής σημασίας για τη χώρα, από την εισαγωγή του Αεροδρομίου ΧΑΑ, την πλήρη αποεπένδυση του ΤΧΣ από την Τράπεζα Πειραιώς, την πώληση 10% του ΤΧΣ στην Εθνική Τράπεζα καθώς και την αύξηση κεφαλαίου της Cenergy για την επέκταση στην αγορά της Αμερικής.
Εκτιμά ότι «οι προοπτικές για τις αγορές μετοχών και ομολόγων στην Ελλάδα παραμένουν ευοίωνες και αυτό οφείλεται στην πολιτική σταθερότητα και στους υψηλότερους βαθμούς ανάπτυξης της χώρας μας σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες καθώς και με την πρόσφατη επιτυχία των συναλλαγών το 2024 που άφησε τους ξένους επενδυτές πολύ ικανοποιημένους. Το στοίχημα για το 2025 έχει να κάνει με την πρόσφορα και λιγότερη με τη ζήτηση καθώς αυτή θα παραμείνει ισχυρή από το εξωτερικό, δήλωση να βρεθούν αντίστοιχες εταιρείες που θέλουν να κάνουν εισαγωγή στο ΧΑΑ ή που θέλουν να σηκώσουν νέα κεφάλαια για ανάπτυξη».
Ο κ. Στέφανο Κόντε, Διευθύνων Σύμβουλος, Επικεφαλής της Νότιας Ευρώπης ECM της Barclays επεσήμανε ότι το 2024, η ελληνική αγορά παρουσίασε και φέτος σημαντικά κέρδη, ξεπερνώντας την Ευρώπη συνολικά, ενώ την τελευταία διετία η απόδοσή της ευθυγραμμίζεται με αυτή των ΗΠΑ. «Το 2024 παρατηρήσαμε σαφή αύξηση των εκδόσεων μετοχών στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένης της πρώτης μεγάλης IPO μετά από πολλά χρόνια, της συνέχισης των επιτυχημένων αποεπενδύσεων στον τραπεζικό τομέα. Αυτές οι συναλλαγές δείχνουν ότι η δυνατότητα της ελληνικής αγοράς για εκδόσεις μετοχών αρχίζει να αυξάνεται και να διευρύνεται.
Συνεχίζοντας την τάση που ξεκίνησε το 2023, αυτό που ξεχωρίζει το 2024 είναι η επιστροφή της έμφασης στις δευτερογενείς προσφορές μετοχών, αντί για αυξήσεις κεφαλαίου, οι οποίες αντιπροσώπευσαν σχεδόν το 100% των συνολικών εκδόσεων και κατέγραψαν όγκους συναλλαγών σε δευτερογενείς αγορές στο υψηλότερο επίπεδο από το 2007, αυτό αποτελεί ένδειξη υγείας της αγοράς και πιο σταθεροποιημένων συνθηκών. Η Ελλάδα έχει αυξήσει περαιτέρω την ορατότητά της στους διεθνείς επενδυτές το 2024 και αναμένεται να συνεχίσει να θεωρείται πηγή νέων ευκαιριών».
Ο κ. Αναστάσιος Αστυφίδης, Founder & CEO – Ambrosia Capital, τόνισε: «Η ελληνική οικονομία έχει επιδείξει ανθεκτικότητα και συνεχή ανάπτυξη για ακόμη μια χρονιά, παρά τις προκλήσεις σε όλο το ευρωπαϊκό τοπίο. Το ΑΕΠ προβλέπεται να αυξηθεί σταθερά κατά 2,0 – 2,5% μεσοπρόθεσμα, ξεπερνώντας τον μέσο ρυθμό ανάπτυξης της Ευρωζώνης.
Το Χρηματιστήριο Αθηνών αντικατοπτρίζει αυτές τις θετικές εξελίξεις στην οικονομία, με τον βασικό δείκτη της αγοράς να σημειώνει άνοδο 63% από το 2022, ξεπερνώντας το κέρδος 6,5% του Stoxx 600. Από την αρχή του χρόνου έως σήμερα, οι επενδυτές σε ελληνικές μετοχές έχουν τοποθετήσει επιπλέον 4,3 δισ. μέσω πρωτογενών και δευτερογενών προσφορών.
Κοιτάζοντας στο μέλλον, η πιθανή αναβάθμιση του ΧΑΑ σε ανεπτυγμένη αγορά θα μπορούσε να είναι μεταμορφωτική. «Αυτή η αλλαγή, ωστόσο, πρέπει να αντιμετωπιστεί στρατηγικά, καθώς μια νέα βάση επενδυτών θα χρειαστεί να εξοικειωθεί με τις ελληνικές μετοχές και οι ροές από παθητικά κεφάλαια ενδέχεται να είναι σημαντικές. Οι ελληνικές τράπεζες επιταχύνουν την αναπλήρωση κεφαλαίων ενώ προσφέρουν ελκυστικές αποδόσεις για τους μετόχους. Ταυτόχρονα, οι εταιρείες προχωρούν φιλόδοξα, μετασχηματιστικά επιχειρηματικά σχέδια διατηρώντας παράλληλα ισχυρή κερδοφορία, υπογραμμίζοντας την ανθεκτικότητα και τις δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας».
Ο κ. Σεζάρ Ραμίρεζ, Εκτελεστικός Διευθυντής, Επικεφαλής Ταξινόμησης Αγοράς, Έρευνας Διαχείρισης Δεικτών MSCI δήλωσε ότι την τελευταία δεκαετία, η ελληνική αγορά μετοχών έχει σημειώσει πρόοδο σε μέγεθος, ρευστότητα και προσβασιμότητα, δείχνοντας τις δυνατότητές της να ευθυγραμμιστεί πιο στενά με τα παγκόσμια πρότυπα
Σημείωσε ευκαιρίες για περαιτέρω ενίσχυση του μεγέθους, της ρευστότητας και την πλήρη υιοθέτηση πρόσφατων μεταρρυθμίσεων. Ωστόσο, επαίνεσε την ελληνική αγορά μετοχών για τα σημαντικά της βήματα και την πολλά υποσχόμενη τροχιά της προς την παγκόσμια ανταγωνιστικότητα..
Ο κ. Ηλίας Καντζος , Διευθύνων Σύμβουλος της Εθνικής Χρηματιστηριακής εκτιμά ότι «υπάρχουν ακόμα αρκετοί καταλύτες που θα μπορούσαν να συντηρήσουν την θετική πορεία των Ελληνικών μετοχών και την επόμενη χρονιά. Κατ’ αρχήν, το υποστηρικτικό μακροοικονομικό περιβάλλον, με προεξέχουσα την συνεχιζόμενη δημοσιονομική υπεραπόδοση, ενισχύει τα περιθώρια για περαιτέρω αναβαθμίσεις της αξιολόγησης του Ελληνικού χρέους την επόμενη διετία 2025 – 2026.
Η επιστροφή της εμπιστοσύνης των επενδυτών, η οποία καταγράφεται και στην ισχυρή ζήτηση για Ελληνικά περιουσιακά στοιχεία, η ενίσχυση της χρηματιστηριακής ρευστότητας και η αύξηση των επενδυτικών ροών σε συνέχεια της Επενδυτικής Βαθμίδας, οι ελκυστικές αποτιμήσεις τόσο σε απόλυτους όσο και σε σχετικούς όρους, μπορούν να παρέχουν στήριξη ακόμα και στην περίπτωση αυξημένης νευρικότητας των διεθνών αγορών», προσθέτοντας ότι «η ανθεκτικότητα της εταιρικής κερδοφορίας, η οποία αποτυπώνεται στις υψηλές μερισματικές αποδόσεις, που συχνά ξεπερνούν τις αντίστοιχες ευρωπαϊκών ομοειδών εταιριών, ενισχύει περαιτέρω την ελκυστικότητα της Ελληνικής αγοράς.
Αν και θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι αυτοί οι καταλύτες είναι ήδη αποτιμημένοι σε κάποιον βαθμό στα τρέχοντα επίπεδα, πιστεύουμε ότι συνεχίζουν να τροφοδοτούν θετικά το αφήγημα της Ελληνικής οικονομίας, διατηρώντας τις Ελληνικές μετοχές στο επίκεντρο των επενδυτών για ακόμη μια χρονιά».
Η κα. Σοφία Γεωργιάδου, Υπεύθυνος Νομικών- PwC | Βίζας- Γρηγοριάδου και Συνεργάτες Δικηγορικό Γραφείο, τόνισε ότι «ο στόχος για το 2025 και τα επόμενα χρόνια είναι περισσότερες εισηγμένες εταιρείες να κεφαλαιοποιήσουν τα καλά αποτελέσματα και τη σταθερότητα της ελληνικής οικονομίας, να επεκτείνουν τη διασπορά τους και να προσελκύσουν νέους ξένους επενδυτές. Από τη σκοπιά της βαθμίδας του ελληνικού χρηματιστηρίου, η ελληνική κεφαλαιαγορά έχει κάνει σημαντική πρόοδο ως προς το μέγεθος, τη ρευστοποίηση και το κανονιστικό πλαίσιο».