Επτά διεθνείς και δύο εσωτερικής προέλευσης αιτίες για την άνοδο των τιμών σε ενέργεια και καύσιμα εντοπίζει το Ινστιτούτο Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης, την ώρα που η ακρίβεια «τσουρουφλίζει» τους πολίτες.
Σύμφωνα με το ΙΕΝΕ, η κρίση και η πρωτοφανής ακρίβεια σε ενέργεια, καύσιμα, τρόφιμα κ.α θα διατηρηθούν τουλάχιστον μέχρι και τον χειμώνα του 2023, ενώ σε περίπτωση πολέμου στην Ουκρανία και διακοπής της παροχής ρωσικού φυσικού αερίου (σενάριο που θεωρείται απίθανο), η Ευρώπη πρέπει να επιστρατεύσει όλες τις επιλογές της.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Από παλιές μονάδες άνθρακα και πυρηνικά εργοστάσια μέχρι τα αδρανοποιημένα κοιτάσματα φυσικού αερίου, όπως στο Γκρόνινγκεν της Ολλανδίας.
Επί του παρόντος η ρωσική Gazprom έχει μειώσει τους τελευταίους μήνες τις παραδόσεις φυσικού αερίου στην Ευρώπη κατά το ήμισυ και η Ευρώπη αναπληρώνει αυτό το κενό, αναζητώντας φορτία Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου (LNG). Οι παραδόσεις φορτίων LNG στην Ευρώπη έχουν διπλασιαστεί σε σύγκριση με την περσινή χρονιά, με το μεγαλύτερο μέρος να προέρχεται από τις ΗΠΑ.
Οι αιτίες σύμφωνα με το ΙΕΝΕ
Οι διεθνείς παράγοντες που προκάλεσαν την άνοδο των τιμών σύμφωνα με το ΙΕΝΕ είναι:
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
1.Η μεγάλη ζήτηση για φυσικό αέριο μετά το άνοιγμα της οικονομίας από την άρση των lockdowns.
2. Τα χαμηλά αποθέματα στις αποθήκες φυσικού αερίου στην Ευρώπη το περασμένο φθινόπωρο.
3. Το ψυχρό μέτωπο του περασμένου χειμώνα που οδήγησε σε ακόμη υψηλότερα επίπεδα τη ζήτηση.
4. Το γεωπολιτικό πόκερ που παίζει η Ρωσία, η οποία είναι από τους μεγαλύτερους προμηθευτές φυσικού αερίου της Ευρώπης. Οι επικριτές του Κρεμλίνου κατηγορούν τη Ρωσία ότι επίτηδες αφήνει την Ευρώπη χωρίς επαρκείς ποσότητες φυσικού αερίου λόγω των πολιτικών εντάσεων με την Ουκρανία. Επίσης, κάνουν λόγο για πιέσεις ώστε να δοθεί πιο γρήγορα η πιστοποίηση για τη λειτουργία του αγωγού φυσικού αερίου Nord Stream 2 που παραμένει ανενεργός για εμπορικούς λόγους, επειδή η νέα κυβέρνηση στο Βερολίνο δεν δίνει το πράσινο φως.
5. Οι πυρηνικοί αντιδραστήρες στη Γαλλία, οι οποίοι τροφοδοτούν μεγάλο μέρος της ευρωπαϊκής ηλεκτροπαραγωγής, χρειάστηκε να κλείσουν για έκτακτη συντήρηση.
6. Εξαιτίας της χειμερινής περιόδου, τα φωτοβολταϊκά και τα αιολικά πάρκα δεν είναι τόσο αποδοτικά.
7.Oι τιμές των δικαιωμάτων εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα ξεπέρασαν τα ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα των 85 Euro/tCO2.
Οι αιτίες των αυξήσεων στην Ελλάδα και το «ασύλληπτο»
1. Στην Ελλάδα, υπάρχει ανεπάρκεια ισχύος και περιορισμένες διασυνδέσεις, με αποτέλεσμα όλη η ενέργεια να περνάει μέσω του Χρηματιστηρίου και οι καταναλωτές να είναι 100% εκτεθειμένοι στις υψηλές τιμές.
Αντίθετα στις Βόρειες χώρες η υπερεπάρκεια ισχύος και οι πολλές διασυνδέσεις έχουν ενισχύσει τον ανταγωνισμό μεταξύ παραγωγών και προμηθευτών, με αποτέλεσμα η χρηματιστηριακή τιμή να επηρεάζει σε ποσοστό μόλις 20% τις τιμές ρεύματος για επιχειρήσεις και νοικοκυριά.
2.Οι προμηθευτές ρεύματος στην Ελλάδα μετακυλίουν μέσω της ρήτρας αναπροσαρμογής όχι απλώς το αυξημένο κόστος της χονδρεμπορικής τιμής αλλά και τις προσαυξήσεις που διαμορφώνουν το τελικό κόστος της ενέργειας που αγοράζουν οι ίδιοι για τους πελάτες τους. Οι προσαυξήσεις αυτές δεν είναι καθόλου αμελητέες.
Τον Νοέμβριο, για παράδειγμα, οι καταναλωτές πλήρωσαν κόστη για απώλειες του συστήματος (Υψηλή Τάση) 7,97 ευρώ /MWh, για εφεδρεία του συστήματος 2.08 ευρώ/MWh και για την αγορά εξισορρόπησης Euro5.50/MWh.
«Ασύλληπτο για ευρωπαϊκή χώρα είναι δε το κόστος για τις απώλειες δικτύου, κοινώς ρευματοκλοπές, το οποίο ακολουθεί τη διακύμανση της λιανικής τιμής και τον Νοέμβριο διαμορφώθηκε στα 35 ευρώ/MWh, από 10 – 12 Ευρώ/MWh προ κρίσης, μόλις δηλαδή Euro4 χαμηλότερα από την κρατική επιδότηση», τονίζει το ΙΕΝΕ
Αύξηση του φυσικού αερίου κατά… 850%!
Σε επίπεδο χονδρικής οι αυξήσεις στις τιμές του φυσικού αερίου ξεπέρασαν το 850% το 2021, επηρεάζοντας σημαντικά και το κόστος του ηλεκτρικού ρεύματος, όπου οι ανατιμήσεις στις χονδρεμπορικές τιμές ξεπέρασαν το 300%.
Στη λιανική το μηνιαίο επιπλέον κόστος για ένα νοικοκυριό με κατανάλωση 600 kWh μόνο για το ρεύμα και όχι για το σύνολο του λογαριασμού, υπολογίζεται για τον Νοέμβριο σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2020, περί τα 80 ευρώ μετά την αφαίρεση της κρατικής επιδότησης των 39 ευρώ.
Χωρίς την επιδότηση δηλαδή ο καταναλωτής θα πλήρωνε 119 ευρώ. Τον Δεκέμβριο, με την εκτίναξη της χονδρεμπορικής τιμής από τα 229 ευρώ/MWh του Νοεμβρίου στα 235 ευρώ/MWh, το επιπλέον κόστος για την ίδια κατανάλωση ρεύματος φτάνει στα 100 ευρώ μετά την επιδότηση.