Συγκεκριμένα εκτός από το φόρο εισοδήματος 20% που έχει ήδη παρακρατηθεί στα ποσά των αναδρομικών, θα επιβληθεί και ειδική εισφορά αλληλεγγύης με συντελεστές από 2,2% έως 10%. Μάλιστα η εισφορά θα επιβληθεί στο συνολικό φορολογητέο ποσό των αναδρομικών και όχι στο καθαρό που προέκυψε μετά την παρακράτηση του φόρου εισοδήματος 20%.
Έτσι, οι δικαιούχοι των ειδικών μισθολογίων θα δουν τα ποσά που εισέπραξαν να ψαλιδίζονται ακόμα περισσότερο και το συνολικό φορολογικό λογαριασμό που θα πρέπει να πληρώσουν να φουσκώνει.
Για παράδειγμα ένας στρατιωτικός με ετήσιο φορολογητέο εισόδημα 20.000 ευρώ το 2018, έλαβε καθαρό ποσό αναδρομικών 4.000 ευρώ καθώς του παρακρατήθηκε φόρος 1.000 ευρώ (20%). Στη φορολογική δήλωση που θα υποβάλει φέτος θα εμφανιστεί ως αυτοτελώς φορολογούμενο εισόδημα το συνολικό ποσό των αναδρομικών δηλαδή τα 5.000 ευρώ αφού θα συμπεριληφθεί και το ποσό που αντιστοιχεί στο φόρο 20%. Και για το ποσό αυτό θα κληθεί να πληρώσει ειδική εισφορά αλληλεγγύης 5%, δηλαδή 250 ευρώ ανεβάζοντας τη συνολική φορολογική του επιβάρυνση.
Η επιβολή της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης στα αναδρομικά των ένστολων, πανεπιστημιακών, γιατρών του ΕΣΥ, δικαστικών λειτουργών και των συνταξιούχων προβλέπεται στην απόφαση της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων που καθορίζει τον τύπο και το περιεχόμενο των βεβαιώσεων αποδοχών για τους μισθωτούς και συνταξιούχους.
Σύμφωνα με την απόφαση τα εφάπαξ χρηματικά ποσά που καταβλήθηκαν στο φορολογικό έτος 2018 στους δικαιούχους των ειδικών μισθολογίων και τους συνταξιούχους χαρακτηρίζονται ως εισοδήματα και επιδόματα αυτοτελώς φορολογούμενα ή απαλλασσόμενα. Σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία τα εισοδήματα αυτά δεν εξαιρούνται από την επιβολή ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης εκτός αν ορίζεται ρητά.
Τα φορολογητέα αναδρομικά, στα οποία συμπεριλαμβάνονται και τα ποσά που δεν έχουν εισπράξει οι δικαιούχοι λόγω παρακράτησης φόρου εισοδήματος 20%, θεωρούνται ως αυτοτελώς φορολογούμενα. Στις φετινές φορολογικές δηλώσεις που θα υποβάλουν οι δικαιούχοι, τα ποσά αυτά θα είναι προσυμπληρωμένα από την ΑΑΔΕ στον πίνακα 6 του εντύπου Ε1 όπου αναγράφονται τα φορολογούμενα με ειδικό τρόπο εισοδήματα. Τα ποσά αυτά δεν θα προστεθούν στα φορολογητέα εισοδήματα των δικαιούχων και έτσι δεν θα επιβαρυνθούν με επιπλέον φόρο εισοδήματος, καθώς δεν θα φορολογηθούν εκ νέου με βάση την φορολογική κλίμακα και με συντελεστές έως 45% που ισχύει για τα εισοδήματα από μισθωτές υπηρεσίες.
Ωστόσο, στα συνολικά φορολογητέα αναδρομικά στα οποία συμπεριλαμβάνονται και τα ποσά που έχουν φορολογηθεί θα επιβληθεί, τελικά, ειδική εισφορά με συντελεστές κλιμακούμενους από 2,2% έως 10%, σε περίπτωση κατά την οποία τα συνολικά εισοδήματα του δικαιούχου, από όλες τις πηγές, υπερβαίνουν τα 12.000 ευρώ.
Στην απόφαση Πιτσιλή αναφέρεται, ειδικότερα, ότι τα αναδρομικά των ειδικών μισθολογίων θα αποτυπώνονται στις βεβαιώσεις αποδοχών των δικαιούχων, με τον κωδικό 47 που αντιστοιχεί σε εισοδήματα αυτοτελώς φορολογούμενα τα οποία δεν εξαιρούνται από την ειδική εισφορά αλληλεγγύης. Η ειδική εισφορά αλληλεγγύης υπολογίζεται κλιμακωτά επί του αθροίσματος όλων των εισοδημάτων κάθε φυσικού προσώπου, συμπεριλαμβανομένων και των ποσών που έχουν φορολογηθεί αυτοτελώς στην πηγή ή έχουν απαλλαγεί από το φόρο εισοδήματος.
Ο υπολογισμός της εισφοράς θα γίνει και φέτος με βάση κλίμακα και τους εξής συντελεστές:
– 0%, στο τμήμα ετησίου εισοδήματος μέχρι τα 12.000 ευρώ,
– 2,2% στο τμήμα ετησίου εισοδήματος από τα 12.001 έως τα 20.000 ευρώ,
– 5% στο τμήμα ετησίου εισοδήματος από 20.001 ως 30.000 ευρώ,
– 6,5% στο τμήμα ετησίου εισοδήματος από 30.001 ως 40.000 ευρώ,
– 7,5% στο τμήμα ετησίου εισοδήματος από 40.001 ως και 65.000 ευρώ,
– 9% στο τμήμα ετησίου εισοδήματος από 65.001 ως και 220.000 ευρώ και
– 10% στο τμήμα ετησίου εισοδήματος πάνω από τα 220.000 ευρώ.
Του Θανάση Παπαδή