Η απειλή μιας γενίκευσης των συγκρούσεων στη Μέση Ανατολή ή την Ανατολική Ευρώπη δεν δείχνει να επαληθεύεται με βάση τα όσα βλέπουμε τους τελευταίους μήνες ώστε να προκαλέσει ένα τεράστιο σοκ στην παγκόσμια οικονομία.
Κράτη όπως το Ιράν, έχουν στείλει σαφές μήνυμα μέσα από τις πράξεις τους ότι θα συνεχίσουν να χρησιμοποιούν φίλια προσκείμενες δυνάμεις για να πετύχουν τους στόχους τους, παρά να εμπλέξουν τις δικές τους άμεσα. Το γεγονός αυτό απομειώνει το ενδεχόμενο της κλιμάκωσης και διατηρεί τις συγκρούσεις σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο, τουλάχιστον μέχρι τώρα. Εντούτοις, η παγκόσμια οικονομία επηρεάζεται από μια πληθώρα μικρομεσαίων διαταραχών και ανακατατάξεων, πολλές εκ των οποίων έχουν να κάνουν με την ενέργεια.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Οι επιθέσεις στην Ερυθρά Θάλασσα δεν πρόκειται να εκτροχιάσουν τον ομαλό εφοδιασμό μέσω της θαλάσσιας οδού, όμως αυξάνουν το κόστος για το διεθνές εμπόριο. Τα πλοία μεταφοράς υγροποιημένου αερίου (LNG) του Κατάρ αποφεύγουν αναγκαστικά το πέρασμα, όπως και αρκετά τάνκερ διαφόρων εταιρειών. Είναι ευτυχές ότι η Ευρώπη αυτή τη στιγμή δεν τα χρειάζεται τόσο, όμως αν η συγκυρία ήταν διαφορετική θα υπήρχε ζήτημα.
Προς το παρόν, η στρατιωτική αντίδραση των δυτικών χωρών δεν δείχνει να έχει φέρει αποτελέσματα, ενώ ο ασύμμετρος πόλεμος ζει και βασιλεύει στις μέρες μας.
Στην Αμερική, η κυβέρνηση των ΗΠΑ εξετάζει να βάλει φρένο στην αδειοδότηση νέων σταθμών εξαγωγής αερίου, γεγονός που ενδέχεται να επηρεάσει μελλοντικά την Ευρώπη, που πλέον εξαρτάται από τη συγκεκριμένη χώρα για τις ανάγκες της.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Επιπλέον, η ξηρασία στη διώρυγα του Παναμά προκάλεσε προβλήματα στη ναυτιλία τους προηγούμενους μήνες και υπογραμμίζει την απειλή της κλιματικής αλλαγής, όπως και τα διάφορα ακραία καιρικά φαινόμενα που κατά καιρούς πλήττουν περιοχές του πλανήτη, ανάμεσά τους και η δική μας.
Ταυτόχρονα, οι συνέπειες του πολέμου στην Ουκρανία συνεχίζουν να ταλανίζουν μεγάλες ευρωπαϊκές οικονομίες, όπως η Γερμανία, που έχασε το συγκριτικό πλεονέκτημα του φθηνού ρωσικού φυσικού αερίου και αδυνατεί μέχρι στιγμής να βρει αντίστοιχου κόστους εναλλακτικές.
Τα αποτελέσματα των παλαιότερων ενεργειακών πολιτικών είναι εν πολλοίς που έχουν οδηγήσει στην ύφεση και τις λαϊκές αντιδράσεις που βλέπουμε σήμερα.
Η ενεργειακή κρίση του 2021-2022 οδήγησε σε μια μόνιμη αύξηση του ενεργειακού κόστους στην Ευρώπη που δυσκολεύει ιδίως τις βιομηχανίες να παραμείνουν ανταγωνιστικές. Πλέον, οι τιμές του ρεύματος είναι οι διπλάσιες από ότι στις ΗΠΑ και την Κίνα, με τις απανταχού βιομηχανικές ενώσεις να διαμαρτύρονται έντονα για τις πολιτικές και να ζητούν λύση.
Ταυτόχρονα, υπάρχουν αρκετές πιθανές εστίες νέας γεωπολιτικής έντασης σε μέρη όπως η Αφρική, το Πακιστάν και η Νότια Αμερική, που πρέπει να έχουμε στο ραντάρ μας για το άμεσο μέλλον.
Κατ’ επέκταση, η νέα πραγματικότητα δείχνει ότι δεν πρέπει να φοβόμαστε τόσο τη μια «τέλεια καταιγίδα», αλλά ένα σύνολο από μικρά και διαρκή πλήγματα για την παγκόσμια οικονομία. Πολλοί αναλυτές θεωρούν την ύπαρξή τους ως σαφή ένδειξη ότι βαδίζουμε προς ένα πολυ-πολικό παγκόσμιο σύστημα με ότι συνεπάγεται αυτό.
Η τάση ενδέχεται να επιταχυνθεί απότομα αν στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ επικρατήσουν δυνάμεις της νέας λαϊκίστικής δεξιάς που εκπροσωπούν πρόσωπα, όπως ο Ντόναλντ Τραμπ, η Μαρίν Λεπέν και η Άλις Βάιντελ. Κοινός γνώμονας της πολιτικής τους είναι ο απομονωτισμός, ο εμπορικός προστατευτισμός και η σκληρή γραμμή στα εθνικά θέματα.
Πρόκειται για ένα πολιτικό «κοκτέιλ» που θα μπορούσε να οδηγήσει σε ακόμη πιο απότομη αντιστροφή της παγκοσμιοποίησης, περιορισμό του εμπορίου και νέες διενέξεις, εμπορικές και μη.