Στο οικονομικό επιτελείο δηλώνουν σε όλους τους τόνους ότι έρχονται (στη ΔΕΘ) νέα μέτρα στήριξης της κοινωνίας απέναντι στον ορυμαγδό που προκαλεί η εκτίναξη του ενεργειακού κόστους, ωστόσο από την άλλη πλευρά θέλουν πάση θυσία να διαφυλάξουν τον καλό πρόσωπο που έχει χτίσει η Ελλάδα απέναντι στους δανειστές τα τελευταία χρόνια.
Έτσι στο πλαίσιο αυτό αναζητείται η χρυσή τομή για τα μέτρα που θα ανακοινωθούν στη ΔΕΘ που ναι μεν θα προσφέρει στην κοινωνία την ασπίδα που χρειάζεται σε αυτές τις εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες και από την άλλη δεν θα εκτροχιάζει δημοσιονομικά την χώρα σε βαθμό που θα κινδύνευε ένας από τους βασικούς στόχους που έχει θέσει η κυβέρνηση και δεν είναι άλλος από την απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας τους πρώτους μήνες του 2023.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Αρκετά είναι τα μέτρα που έχουν κλειδώσει και τα περισσότερα ανήκουν στην κατηγορία αυτών της άμεσης ανάγκης, αυτών δηλαδή που καλούνται να σβήσουν τη φωτιά που έχει ανάψει η ακρίβεια. Είναι βέβαιο ότι για μέσα στο 2022 και εφόσον η κατάσταση δεν ξεφύγει από κάθε έλεγχο, νοικοκυριά και επιχειρήσεις θα τύχουν μία σοβαρής στήριξης από την Πολιτεία.
Τα πράγματα ωστόσο δυσκολεύουν από το 2023 και μετά, τότε που η χώρα θα κληθεί να παράγει πρωτογενή πλεονάσματα, έστω και μικρά – 1% του ΑΕΠ προβλέπεται για την επόμενη χρονιά που μεταφράζεται σε περίπου 2 δις ευρώ.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης θέλει να βρεθεί στην προεκλογική περίοδο έχοντας στο χέρι του την επενδυτική αξιολόγηση από τους οίκους, κάτι που μπορεί να μην λέει πολλά για τους πολίτες, αλλά σημαίνει πολλά για την ελληνική οικονομία στο σύνολό της. Αποτελεί έναν κεντρικό στόχο για την κυβέρνηση Μητσοτάκη και θέλει πάση θυσία να τον κερδίσει.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Η επενδυτική αξιολόγηση όμως σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να σημάνει ότι θα θυσιαστεί στο βωμό της η αναγκαία στήριξη της κοινωνίας και μάλιστα σε μία ιδιαίτερα δύσκολη περίοδο, που οι πολίτες έχουν ανάγκη να δουν δίπλα τους την Πολιτεία αρωγό στην προσπάθεια να ανταπεξέλθουν στις δυσκολίες.
Στον αντίποδα όλων αυτών το ΔΝΤ συνεχίζει την αγαπημένη του τακτική με … «καρότο και μαστίγιο».
Από την μία το Ταμείο προτείνει τη δημιουργία μιας δημοσιονομικής «ικανότητας» στα πρότυπα του Ταμείου Ανάκαμψης, με δυνατότητα έκδοσης κοινού χρέους. Όπως υποστηρίζει το ΔΝΤ μια τέτοια δυνατότητα θα ενισχύσει την ανθεκτικότητα των ευρωπαϊκών οικονομιών.
Οι αναλυτές του Ταμείου κάνουν αναφορά και στις κοινές ανησυχίες στον τομέα της ασφάλειας, που θα μπορούσαν να απαντηθούν από ένα τέτοιο νέο «Ταμείο». Με αυτόν τον τρόπο, υποστηρίζουν, η νέα αυτή «διευκόλυνση» θα βοηθήσει στην καλύτερη εφαρμογή των δημοσιονομικών κανόνων.
Από την άλλη όμως πλευρά προβλέπει ότι η ταχύτητα και η ένταση της δημοσιονομικής προσαρμογής σε κάθε χώρα θα εξαρτώνται από τους δημοσιονομικούς κινδύνους που αντιμετωπίζει, όπως αυτοί αντανακλώνται στην ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους της. Αυτό σημαίνει ότι υπερχρεωμένες χώρες, όπως η Ελλάδα, θα κληθούν να ισοσκελίσουν τους προϋπολογισμούς τους ή να εμφανίσουν πλεόνασμα σε μεσοπρόθεσμο ορίζονται 3-5 ετών.
Σημειώνεται ότι η Ελλάδα είχε έλλειμμα 7,4% του ΑΕΠ της το 2021 και 10,2% του ΑΕΠ της το 2020, αλλά είχε πλεόνασμα 1,1% του ΑΕΠ το 2019, προ COVID. H μέθοδος που προτείνει το ΔΝΤ είναι η οροφή δαπανών. Οι υφιστάμενοι κανόνες για σημεία αναφοράς στο έλλειμμα το 3% του ΑΕΠ και στο χρέος το 60% του ΑΕΠ δεν προτείνεται να αλλάξουν.
Όμως απορρίπτεται η εφαρμογή του κανόνα για μείωση ετησίως του χρέους κατά 1/20 του υπερβάλλοντος του 60% του ΑΕΠ, που ισχύει σήμερα (αλλά δεν εφαρμόζεται). Έτσι προτείνεται να κληθούν τα κράτη-μέλη να εφαρμόσουν μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά πλαίσια.