Διεθνή

Γιατί δεν είναι πιθανή μια επιστροφή του ρωσικού αερίου στην Ευρώπη

Πολιτικοί, ενεργειακοί και εμπορικοί παράγοντες ασκούν σοβαρά εμπόδια

Πολύ δύσκολη θεωρείται προς το παρόν μια πλήρης επανάληψη των ρωσικών εξαγωγών φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, οι οποίες περιορίστηκαν δραστικά τα προηγούμενα χρόνια ως αποτέλεσμα του πολέμου και των κυρώσεων.

Τις τελευταίες ημέρες, έγινε γνωστό ότι τα ενεργειακά τέθηκαν στις διμερείς επαφές μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία. Ταυτόχρονα, ορισμένες κυβερνήσεις, κόμματα και μεγάλες επιχειρήσεις στην Ευρώπη ζητούν την επανάληψη του ρωσικού φυσικού αερίου για να μειωθεί το δυσβάσταχτο ενεργειακό κόστος.

Όμως, παρά την όποια διαφαινόμενη αλλαγή πλεύσης, υπάρχει μια σειρά από δύσκολα εμπόδια. Το πρώτο εξ αυτών έχει να κάνει με το κατά πόσο χρειάζεται η Ευρώπη πλέον το ρωσικό αέριο. Η ήπειρος εφάρμοσε πολλαπλά μέτρα και πολιτικές για την εξοικονόμηση ενέργειας και την αντικατάσταση του αερίου με ΑΠΕ τα προηγούμενα χρόνια. Με τη σειρά τους, οδήγησαν σε οριστική διάβρωση της ζήτησης για το συγκεκριμένο καύσιμο ασχέτως της προέλευσής του.

Ενδεικτικό είναι ότι η ευρωπαϊκή ζήτηση για αέριο μειώθηκε κατά 13% το 2022 και κατά 7,4% το 2023, ενώ η πτώση συνεχίστηκε πέρυσι με 5,4% κατά το α’ εξάμηνο. Την ίδια στιγμή, το ενεργειακό ινστιτούτο IEEFA εκτιμά ότι η ζήτηση για LNG έχει κορυφωθεί στην ήπειρο και αναμένεται να μειωθεί κατά 37% ως το 2030.

Όλα αυτά εν μέσω ενός κύματος νέας παραγωγής LNG τα επόμενα χρόνια διεθνώς, που θεωρείται ότι θα πιέσει τις τιμές προς τα κάτω δίνοντας λύση στο πρόβλημα της Ευρώπης.

Έπειτα, υπάρχει το αμιγώς εμπορικό σκέλος. Μεγάλοι Ευρωπαίοι προμηθευτές έχουν συνάψει τα τελευταία χρόνια μακροχρόνιες συμβάσεις εφοδιασμού με εναλλακτικούς προμηθευτές, όπως οι ΗΠΑ και το Κατάρ. Τα συγκεκριμένα συμβόλαια δεν σπάνε και έτσι «κλείδωσαν» σε βάθος χρόνου ποσότητες LNG που αντισταθμίζουν εν μέρει το ρωσικό αέριο.

Αν δούμε τα πράγματα σε πολιτικό επίπεδο, είναι γνωστές οι βλέψεις των ΗΠΑ να καλύψουν την πλειοψηφία των αναγκών της Ευρώπης σε φυσικό αέριο μέσω του δικού τους LNG. Ο Λευκός Οίκος δεν αναμένεται να επιτρέψει την επαναφορά των ρωσικών προμηθειών σε μεγάλη κλίμακα.

Ακόμα και ο ίδιος ο Βλαντιμίρ Πούτιν, είναι βέβαιο πως θα θέσει ως προτεραιότητα στις συνομιλίες τη διατήρηση των κεκτημένων εδαφών, παρά την επανάληψη των ενεργειακών εξαγωγών, που θα λειτουργήσουν περισσότερο ως διαπραγματευτικό χαρτί.

Με βάση τα παραπάνω, θα πρέπει να κρατάμε μικρό καλάθι για τη συνέχεια. Ενδεχομένως το τέλος του πολέμου να επαναφέρει τις ρωσικές εξαγωγές μέσω της Ουκρανίας προκειμένου να ικανοποιηθούν τα αιτήματα ορισμένων κρατών της Ανατολικής Ευρώπης, όπως η Ουγγαρία και η Σλοβακία. Όμως, αυτές είναι μικρές σχετικά ποσότητες που αντιστοιχούν μόλις στο 5% της ευρωπαϊκής ζήτησης.

Αντιθέτως, οι μεγάλοι αγωγοί που διασχίζουν την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη και μετέφεραν το ρωσικό αέριο στη Γερμανία δεν είναι πιθανό να ξαναλειτουργήσουν διότι η Πολωνία πολύ δύσκολα θα συμφωνήσει ως μετακομιστική χώρα.

Τέλος, υπάρχουν οι αγωγοί Nord Stream στη Βαλτική που η επαναλειτουργία τους εξαρτάται από τις πολιτικές εξελίξεις στη Γερμανία και το ποια κυβέρνηση θα προκύψει μετά τις εθνικές εκλογές. Εκεί τα πράγματα είναι ρευστά και χρειάζεται υπομονή για να αντληθούν συμπεράσματα.

Αξίζει, πάντως, να προσθέσουμε και τη σκληρή στάση που διατηρεί η Κομισιόν, με την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν να επιμένει στην ίδια ρητορική αναφορικά με τη Ρωσία. Το μήνυμα που κομίζουν οι Βρυξέλλες είναι ότι η Ευρώπη έχει γυρίσει οριστικά σελίδα στα ενεργειακά και καλά θα κάνουν όλοι να το αναγνωρίσουν.

Διεθνή
Ακολουθήστε το Νewsit.gr στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι για όλη την ειδησεογραφία και τα τελευταία νέα της ημέρας
Newsit Blogs
Διεθνή: Περισσότερα άρθρα
Η αυξανόμενη επιμονή του Τραμπ στα έσοδα από δασμούς αυξάνει τις πιθανότητες εμπορικού πολέμου
Ο επικεφαλής του Εθνικού Οικονομικού Συμβουλίου του Τραμπ, δήλωσε ότι μια εισφορά 10% επί των εισαγωγών από την Κίνα που εισήχθη νωρίτερα αυτόν τον μήνα θα αποφέρει «μεταξύ 500 δισ. και 1 τρισ. δολαρίων σε διάστημα 10 ετών
Ο Ντόναλντ Τραμπ