Ικανή να αποπληρώσει το χρέος της είναι η Ελλάδα, σύμφωνα με την έκθεση μεταπρογραμματικής εποπτείας της Κομισιόν.
Η έκθεση της Κομισιόν, η οποία αξιολογεί την οικονομική, δημοσιονομική και χρηματοοικονομική κατάσταση των κρατών μελών που έχουν μπει στο παρελθόν σε Μνημόνια, εστιάζοντας στην ικανότητα αποπληρωμής των χρεών αναφέρει πως και η Ιρλανδία, η Ελλάδα, η Ισπανία, η Κύπρος και η Πορτογαλία έχουν τα εχέγγυα για να το πράξουν.
Θετική είναι η αξιολόγηση της Κομισιόν, για την πορεία χρέους και δημοσιονομικού ελλείμματος. Συγκεκριμένα, προβλέπει πως δείκτης χρέους της γενικής κυβέρνησης αναμένεται να συνεχίσει να μειώνεται το 2024 και να παραμείνει σε πτωτική τροχιά. Το συνολικό δημοσιονομικό έλλειμμα αναμένεται να βελτιωθεί περαιτέρω στο 1,2% του ΑΕΠ το 2024 και στο 0,8% το 2025.
Ωστόσο, επισημαίνεται πως η Ελλάδα και η Ιταλία διαπιστώνεται ότι παρουσιάζουν ανισορροπίες, αν και στο παρελθόν παρουσίαζαν υπερβολικές ανισορροπίες μέχρι πέρυσι, καθώς τα τρωτά σημεία έχουν μειωθεί αλλά εξακολουθούν να αποτελούν ανησυχία.
Σημειώνεται ακόμα πως οι κίνδυνοι δημοσιονομικής βιωσιμότητας στο πλαίσιο των νέων δημοσιονομικών κανόνων.
Επισημαίνεται πως οι εκτιμήσεις της Κομισιόν θα αποτελέσουν βάση συζήτησης για την εθνική πρόταση που θα καταθέσει η Ελλάδα στις Βρυξέλλες για τα όρια δαπανών και τα επίπεδα μείωσης του χρέους, ως στόχους της επόμενης τετραετίας, η οποία και αναμένεται τον Σεπτέμβριο.
Οι προτάσεις της Κομισιόν
Η εμπεριστατωμένη επισκόπηση εντοπίζει [υπερβολικές] μακροοικονομικές ανισορροπίες σε τέσσερις τομείς: υψηλό δημόσιο χρέος και υψηλό απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων, αδύναμη εξωτερική θέση και υψηλό ποσοστό ανεργίας.
Οι μακροχρόνιες ευπάθειες της Ελλάδας υποχωρούν σε όλα τα μέτωπα το 2023- ωστόσο, δικαιολογούν περαιτέρω προσαρμογή και στενή παρακολούθηση. Το χρέος της γενικής κυβέρνησης διαμορφώθηκε στο 161,9% του ΑΕΠ το 2023, από 207% το 2020, και αναμένεται να συνεχίσει να μειώνεται.
Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, το οποίο είχε διευρυνθεί σημαντικά την περίοδο 2020-2022, μειώθηκε κατά το ένα τρίτο το 2023, στο 6,3% του ΑΕΠ, υποστηριζόμενο κυρίως από την ευνοϊκή εξέλιξη των τιμών στις εξαγωγές και τις εισαγωγές, αλλά παρέμεινε πολύ πάνω από το προ της κρίσης επίπεδό του.
Το ποσοστό ανεργίας μειώνεται από το 2013 και αναμένεται να συνεχίσει την πτωτική του πορεία, αν και με βραδύτερο ρυθμό. Το απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων στον ισολογισμό των τραπεζών έχει επίσης μειωθεί, αλλά μόνο περιορισμένη πρόοδος έχει επιτευχθεί όσον αφορά την εξυγίανση του χαρτοφυλακίου μη εξυπηρετούμενων δανείων που κατέχουν οι φορείς διαχείρισης, το οποίο, σε ποσοστό 31,5% του ΑΕΠ, εξακολουθεί να επιβαρύνει την οικονομία.
Οι οικονομικές συνθήκες καθώς και οι ολοκληρωμένες μεταρρυθμίσεις επέτρεψαν στην Ελλάδα να μειώσει τους δείκτες χρέους, παράλληλα με την ενίσχυση του χρηματοπιστωτικού τομέα.
Περαιτέρω μέτρα για την αντιμετώπιση των ανισορροπιών θα ήταν χρήσιμο να περιλαμβάνουν την ενίσχυση της είσπραξης φόρων, τη βελτίωση της φιλικότητας του φορολογικού συστήματος προς τις επενδύσεις, την αύξηση της αποτελεσματικότητας της δημόσιας διοίκησης, τη στήριξη των παραγωγικών εγχώριων επενδύσεων, την αύξηση της συμμετοχής στην αγορά εργασίας και της απασχόλησης, την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας μέσω της αντιμετώπισης της υποεκτέλεσης των βασικών δεξιοτήτων, την ενίσχυση της διαχείρισης των κρατικών περιουσιακών στοιχείων και την ολοκλήρωση του κανονιστικού πλαισίου για την περιβαλλοντική αδειοδότηση και τη στήριξη της συνεχιζόμενης μείωσης του αποθέματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων, μεταξύ άλλων με την περαιτέρω βελτίωση των διαδικασιών ηλεκτρονικών πλειστηριασμών για τη μείωση του ποσοστού των ανεπιτυχών πλειστηριασμών.
Η συνεχής δράση πολιτικής, έχει μειώσει σημαντικά τους κινδύνους δημοσιονομικής και χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και έχει βελτιώσει τα αποτελέσματα της ανάπτυξης και της αγοράς εργασίας. Ο λόγος του δημόσιου χρέους έχει μειωθεί αισθητά και έχει επιτευχθεί σημαντικό πρωτογενές πλεόνασμα.
Η συνέχιση της εποπτείας στο πλαίσιο του ΠΔΠ είναι δικαιολογημένη, καθώς εξακολουθούν να υπάρχουν ορισμένα τρωτά σημεία, μεταξύ άλλων στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.
Η Ελλάδα διαθέτει μεγάλο ταμειακό απόθεμα και έχει διατηρήσει την παρουσία της στην αγορά κρατικών ομολόγων εν μέσω της μείωσης των διαφορών αποδόσεων μετά τις πρόσφατες αναβαθμίσεις σε επενδυτική βαθμίδα. Ο δείκτης χρέους της γενικής κυβέρνησης αναμένεται να συνεχίσει να μειώνεται το 2024 και να παραμείνει σε πτωτική τροχιά. Το συνολικό δημοσιονομικό έλλειμμα αναμένεται να βελτιωθεί περαιτέρω στο 1,2% του ΑΕΠ το 2024 και στο 0,8% το 2025.